» Αλλά τα θετικά αποτελέσματα θα γίνουν αντιληπτά μεταγενέστερα,
BΡΥΞΕΛΛΕΣ » «Η ελληνική οικονομία σταθεροποιείται, αλλά τα θετικά αποτελέσματα αυτής της σταθεροποίησης θα γίνουν αντιληπτά από τα μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού μεταγενέστερα», δήλωσε χθες στις Βρυξέλλες, ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Ευρωβουλής, ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλιγκ.
Ο Κ. Ρέγκλιγκ σημείωσε την πρόοδο που έχει επιτελέσει η ελληνική οικονομία, πλην, όμως, θεώρησε ότι είναι πιθανόν, μετά το τέλος του υφιστάμενου προγράμματος, να χρειαστεί η Ελλάδα “πρόσθετη βοήθεια”.
Σημείωσε, ότι η έξοδος της Ελλάδας από την κρίση είναι ένα εγχείρημα δυσκολότερο από εκείνα που αφορούν την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, για τις οποίες προέβλεψε ότι η έξοδός τους για δανεισμό στις αγορές είναι στην τελική φάση της υλοποίησης.
Τόνισε, πάντως, ότι είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός πως διεθνείς οργανισμοί αναγνωρίζουν πλέον την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας, όπως ο ΟΟΣΑ, ο οποίος προσφάτως κατέταξε την Ελλάδα πρώτη από την άποψη των διαρθρωτικών οικονομικών μεταρρυθμίσεων που δρομολογούνται.
Ο Κ. Ρέγκλιγκ αναγνώρισε, ότι προ τριετίας, στα πρώτα στάδια αρωγής της ευρωζώνης προς τις τρεις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα οικονομικής αποκατάστασης, οι όροι δανεισμού ήταν τιμωρητικοί και αποτρεπτικοί. Σημείωσε, ωστόσο, ότι σήμερα ο Ευρωπαϊκός μηχανισμός επί της ουσίας δανείζει τις τρεις χώρες με τα επιτόκια που ο ίδιος δανείζεται από τις αγορές, συν τα λειτουργικά έξοδα. Τα χαμηλά επιτόκια και η επιμήκυνση των χρόνων ωρίμανσης των δανείων, που στην περίπτωση της Ελλάδας φθάνουν ως και τα τριάντα χρόνια, είναι οι δύο βασικοί παράγοντες που μπορούν να καταστήσουν το ελληνικό χρέος βιώσιμο, επεσήμανε ο Κ. Ρέγκλιγκ, συγκρίνοντας μάλιστα την περίπτωση της Ελλάδας με την περίπτωση της Ιαπωνίας, της οποίας το δημόσιο χρέος επίσης κινείται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα.
Ακόμη, δήλωσε ότι είναι προς το παρόν εξαιρετικά ριψοκίνδυνο να προβλέψει κανείς τα επίπεδα στα οποία θα κινηθεί τα επόμενα χρόνια η οικονομική μεγέθυνση.
Ερωτηθείς, τέλος, από τους Ελληνες ευρωβουλευτές Αννυ Ποδηματά και Θόδωρο Σκυλακάκη, πώς θα μπορούσαν να επιλυθούν τα προβλήματα ρευστότητας που ταλανίζουν τον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα, ο Κ. Ρέγκλιγκ προέβλεψε ότι με την προωθούμενη διαδικασία ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων σημαντικότερων ελληνικών τραπεζών και την εν εξελίξει σταδιακή εξόφληση των συσσωρευμένων χρεών του ελληνικού δημόσιου τομέα προς τους ιδιώτες, η κατάσταση στον τομέα της ρευστότητας θα αρχίσει να βελτιώνεται.
Ο Β. ΣΟΪΜΠΛΕ
«Η νέα γερμανική κυβέρνηση, ανεξαρτήτως εταίρου, δεν πρόκειται να αλλάξει πορεία στην πολιτική σταθεροποίησης του ευρώ», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αναφερόμενος στο «καλό παράδειγμα» της Ισπανίας και της Ελλάδας, η οποία, όπως είπε, «βρίσκεται σε καλό δρόμο».
Τόνισε δε, ότι δεν πρόκειται να δοθούν περισσότερα χρήματα για την ανάπτυξη και την απασχόληση στον Νότο.
«Κρατήσαμε σταθερή πορεία στην ευρωπαϊκή πολιτική και αυτό θα πρέπει να συνεχιστεί, προς το συμφέρον της Γερμανίας και του μέλλοντός μας», επεσήμανε ο κ. Σόιμπλε, σε συνέντευξή του στην “Leipziger Volkszeitung” και απάντησε αρνητικά στην ερώτηση εάν θα ικανοποιηθεί το αίτημα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου για περισσότερα κεφάλαια στην ανάπτυξη και την απασχόληση.
«Είμαι κι εγώ υπέρ της ανάπτυξης και των περισσότερων θέσεων εργασίας, αλλά ο καλύτερος δρόμος προς αυτή την κατεύθυνση είναι η λογική δημοσιονομική πολιτική και οι μεταρρυθμίσεις», ανέφερε και υπογράμμισε ότι οι χώρες με σταθερές δημοσιονομικές επιδόσεις έχουν καλύτερη και πιο βιώσιμη ανάπτυξη.
Υπέδειξε μάλιστα ως «καλό παράδειγμα» την Ισπανία και την Ελλάδα, η οποία, σημείωσε, «βρίσκεται σε καλό δρόμο».
Εκτιμήσεις για ύφεση 4% το 2013
Σε συμφωνία εκτίμησης για ύφεση 4% το 2013 φέρεται να κατέληξαν το υπουργείο Οικονομικών και οι επικεφαλής της τρόικας, όπως ανέφεραν παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών. Σημειώνεται ότι, το οικονομικό επιτελείο είχε προσέλθει στις διαπραγματεύσεις με πρόβλεψη για μείωση του Α.Ε.Π. κατά 3,8% (έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 4,2%) και παράγοντες του υπουργείου εξηγούν την απόκλιση από το 4% ως ένα περιθώριο ασφαλείας, προκειμένου να επιτευχθεί ο νέος στόχος. Προσθέτουν, παράλληλα, ότι χαμηλότερη ύφεση σημαίνει και ελάφρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος.
Όσον αφορά στο επόμενο έτος, σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Οικονομικών δεν έχει “ανοίξει” ακόμη η διαπραγμάτευση με τους επικεφαλής της τρόικας, όμως η ελληνική πλευρά φέρεται να προσδοκά αντιστροφή της ύφεσης και έστω οριακή ανάπτυξη κατά 0,6%.