Την πεποίθηση ότι τα τρόφιμα που φτάνουν στο τραπέζι μας από διαγονιδιακά τροποποιημένες καλλιέργειες θα έχουν πιθανότατα μειωθεί σημαντικά στα επόμενα δέκα χρόνια, τουλάχιστον στις ανεπτυγμένες χώρες της υφηλίου, εκφράζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο ερευνητής βιολόγος Αναγνώστης Αργυρίου, από το Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών του Εθνικού Κέντρου Ερευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης, με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Την προσδοκία αυτή δημιουργούν παράγοντες, όπως οι ραγδαίες εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στην αλληλούχιση του DNA και η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, αντίστοιχων με αυτές που επιτρέπουν πλέον την αλλαγή ενός γονιδίου χωρίς να εισάγεται DNA από ξένο είδος (σ.σ. CRISPR), όπως συμβαίνει στους διαγονιδιακούς οργανισμούς (η σωστή επιστημονική ονομασία των «μεταλλαγμένων» οργανισμών, όπως διευκρινίζει ο κ. Αργυρίου).
Οι εξελίξεις αυτές εκτιμάται ότι ανοίγουν τον δρόμο, ώστε στην επόμενη 5ετία, τουλάχιστον σε πειραματικές καλλιέργειες, να υπάρχουν νέες βελτιωμένες ποικιλίες και προϊόντα τους π.χ., τροφίμων φυτικής προέλευσης και στα επόμενα δέκα χρόνια τα τρόφιμα από διαγονιδιακά τροποποιημένα είδη να μειωθούν σημαντικά, κάτι που όμως πιθανότατα δεν θα ισχύσει τόσο άμεσα σε φτωχότερες χώρες.
«Αν, π.χ., στην Αφρική ή τη Βραζιλία υπάρχει ένα διαγονιδιακά τροποποιημένο βρώσιμο φυτό, που είναι ανθεκτικό στις επιθέσεις ενός εντόμου και το δίλημμα είναι φαγητό ή μη φαγητό, τότε η ύπαρξή του είναι πλέον ζήτημα επιβίωσης για τους κατοίκους» σημειώνει ο κ. Αργυρίου, επισημαίνοντας ότι εξαιτίας οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων, οι εξελίξεις στις φτωχότερες χώρες πιθανότατα θα καθυστερήσουν.
Στη Θεσσαλονίκη τώρα, εξηγεί ο κ. Αργυρίου, οι ερευνητές κάνουν το τελευταίο διάστημα ένα “ξεκαθάρισμα”, χαρακτηρίζοντας γενετικά τις εγχώριες ποικιλίες σιτηρών και κριθαριού, ώστε να αναδείξουν τα ισχυρά χαρακτηριστικά της καθεμίας και να δημιουργήσουν τα “μοριακά εργαλεία”, που θα ταυτοποιούν την ελληνικότητά τους. Προς τούτο έχουν συλλέξει δείγματα από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, αλλά και της Τράπεζας Γενετικού Υλικού στη Θέρμη, η οποία διατηρεί 14.500 πολύτιμους σπόρους άγριων και καλλιεργούμενων συγγενών φυτών, τα οποία χαρακτηρίζονται πλέον με σύγχρονες γενετικές μεθόδους.
Ανθεκτικα στην ξηρασια σιτηρα
Στη συνέχεια, μέσω “κατευθυνόμενων διασταυρώσεων” από τη γενετική πληροφορία, χωρίς γενετική τροποποίηση, γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθούν νέες ποικιλίες, με βελτιωμένα χαρακτηριστικά: για παράδειγμα, σιτηρά που αντέχουν περισσότερο στην ξηρασία ή κριθάρι ιδανικό για χρήση στη ζυθοποιία.
«Με αυτό τον τρόπο προετοιμαζόμαστε για τις επερχόμενες κλιματικές αλλαγές, επιλέγοντας και βελτιώνοντας είδη και ποικιλίες πιο ανθεκτικές στην ξηρασία με λιγότερη ανάγκη σε νερό, ώστε να αποφύγουμε μελλοντική μείωση της αγροτικής μας παραγωγής. Αν εξασφαλίσουμε την απαραίτητη χρηματοδότηση και την οικονομική στήριξη και της ελληνικής μεταποιητικής βιομηχανίας, εκτιμούμε ότι μέσα στην επόμενη πενταετία θα μπορούσαμε να έχουμε νέες, βελτιωμένες ελληνικές ποικιλίες δημητριακών που θα συνεισφέρουν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας. Για παράδειγμα, στην τομάτα, ξεκινήσαμε τη διαδικασία πριν από ενάμιση χρόνο και είμαστε στην τρίτη διασταύρωση. Πιστεύουμε ότι σε μια τετραετία από σήμερα, θα έχουμε φυτά που θα παράγουν τομάτες, γευστικότερες και υγιεινότερες με περισσότερες βιταμίνες και θρεπτικά στοιχεία» σημείωσε ο κ. Αργυρίου και πρόσθεσε ότι αντίστοιχη διαδικασία “τρέχει” για τον καπνό και τα οπωροφόρα.
ΠροϊΟντα απΟ κριθΑρι που “ρΙχνουν” τη χοληστερΟλη
Παράλληλα, μέχρι το τέλος του 2015 και εφόσον βρεθεί η απαιτούμενη χρηματοδότηση εκτιμάται ότι -σε συνεργασία με βιομηχανία του κλάδου- θα είναι έτοιμα τα πρώτα προϊόντα από ελληνικό κριθάρι, που “ρίχνουν” την υψηλή χοληστερόλη. Η συνεργασία αυτή θα μπορούσε να προχωρήσει στο πλαίσιο επιτυχούς “συμμαχίας” του παρελθόντος, μεταξύ του ερευνητικού, του ακαδημαϊκού και του επιχειρηματικού τομέα.
Ήδη, στο πλαίσιο συνεργασίας του Ινστιτούτου, του Εργαστηρίου Χημείας και Βιοχημείας Τροφίμων του Α.Π.Θ. και της εταιρείας “Αφοί Κεραμάρη” έχει κάνει την είσοδό του στην αγορά το πρώτο ελληνικό αλεύρι χωρίς γλουτένη (“Μάννα”). Ένα σημαντικό πρώτο βήμα στη παραγωγή αμιγώς ελληνικών προϊόντων, μια και τα ελληνικά προϊόντα χωρίς γλουτένη παράγονταν μέχρι πρότινος με εισαγόμενο αλεύρι.
«Υπάρχει ένα επιχειρηματικό κομμάτι της έρευνας, πολύ σημαντικό. Έχουμε στην περιοχή μας μια μεταποιητική βιομηχανία, με πολύ καλή δυναμική. Αυτό που λείπει είναι καινοτομικά άλματα αντίστοιχα με αυτά που σας ανέφερα, που θα δώσουν προστιθέμενη αξία στα ελληνικά προϊόντα και εξαγώγιμο χαρακτήρα» σημείωσε ο κ. Αργυρίου, ο οποίος μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εν όψει εκδήλωσης, με θέμα: “Δημητριακά στην Ελλάδα: Μύθοι και παράδοση, διατροφή, επιχειρηματικότητα”, που διοργανώνουν το Σάββατο 7 Φεβρουαρίου, στις 6 το απόγευμα, το Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών του ΕΚΕΤΑ και το Τελλόγλειο Ιδρυμα, στις εγκαταστάσεις του τελευταίου.