Λογοκριμένο, ακόμα και ως προς τον τίτλο (αφού επιλέχθηκε το ουδέτερο Φάμπιαν, αντί του σαφώς πολιτικοποιημένου Στο χείλος της αβύσσου), το μυθιστόρημα του Κέχνερ κυκλοφόρησε το 1931· εκδότης και επιμελητής προχώρησαν σε αρκετές αλλαγές, παραλείποντας και ένα ολόκληρο κεφάλαιο, όμως, ακόμα και έτσι, το βιβλίο, αν και γνώρισε εμπορική επιτυχία από τις πρώτες μέρες κυκλοφορίας του ή ίσως ακριβώς γι’ αυτό, βρέθηκε στο στόχαστρο των εθνικοσοσιαλιστικών εντύπων, χαρακτηριζόμενο ως εκδοτικό σκουπίδι και ανήθικο. Στα ζοφερότερα χρόνια που ακολούθησαν ο Κέχνερ, μαζί με δεκάδες άλλους συγγραφείς, είδε το όνομά του να φιγουράρει στη μαύρη λίστα.
Η αποκατάσταση του μυθιστορήματος ήρθε χρόνια μετά, αρκετά μετά την πτώση του Τρίτου Ράιχ, μιας και, ας μην κρυβόμαστε, η συντηρητική αντιμετώπιση της τέχνης δεν αποτελεί αποκλειστικό βίτσιο κάποιων λίγων, με ευκαιριακή δύναμη, ακραίων.
Φάμπιαν Γιάκομπ, τριάντα δύο ετών, χωρίς σταθερό επάγγελμα, διαφημιστής για την ώρα, Σάπερστράσε 17, καρδιακός, καστανά μαλλιά. Τι άλλο θέλετε να μάθετε;
Ο Φάμπιαν είναι ένας από τους εκλεκτούς εκείνους ήρωες της λογοτεχνικής μοίρας, τους προικισμένους με την αθανασία ενάντια στη λήθη. Έτσι όπως περιδιαβαίνει το μεσοπολεμικό Βερολίνο, της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής παρακμής, παλεύοντας να διατηρήσει την ακεραιότητά του, τη ματιά του απέναντι στα πράγματα, παρά τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει σε προσωπικό επίπεδο, την ανεργία, την ερωτική απογοήτευση και την απώλεια, ανάμεσα σε άλλα, ένας ελεύθερος άνθρωπος, που βλέπει τον κλοιό γύρω του ολοένα να σφίγγει, γνωρίζει καλά πως ο πλέον ύπουλος εχθρός δεν είναι ο προφανής εξωτερικός, αλλά ο ίδιος του ο εαυτός, η αλλοτρίωση που παραμονεύει σε κάθε γωνία, σε κάθε έκρηξη θυμού, σε κάθε ευκολία που προσφέρεται. Πρόκειται για το είδος του ήρωα που περισσότερο έχει ανάγκη η κάθε εποχή, τον ήρωα που μάχεται στον μικρόκοσμό του, που επιχειρεί να εφαρμόσει τη θεωρία του στην προσωπική του καθημερινότητα, που δεν ανασηκώνει τους ώμους συνεχίζοντας τον δρόμο του.
Ο Φάμπιαν δεν νιώθει ήρωας. Νιώθει την ανθρώπινη εναλλαγή συναισθημάτων ανάμεσα στη ματαιότητα, στον θυμό και στη λαχτάρα για ζωή και απόλαυση. Ο συγγραφέας δεν τρέφει το άλτερ έγκο του με εγωπάθεια, δεν το προικίζει με την ικανότητα της φυγόπονης επιβίωσης χωρίς να χρειαστεί να τσαλακώσει το κουστούμι τού υπέροχου τύπου που ατυχώς ζει σε λάθος εποχή.
Η απλή γλώσσα του Κέχνερ έφερε σε αμηχανία κριτικούς και φιλολόγους, το έργο του άργησε να αποκτήσει τη σπουδαιότητα από την οποία χαρακτηρίζεται πια. Στο χείλος της αβύσσου δεν υπάρχουν υπόγεια νοήματα και δεύτερες αναγνώσεις, εκείνα που ο συγγραφέας επιθυμεί να πει τα λέει απλά και ξεκάθαρα, επιχειρώντας, μέσω του Φάμπιαν, να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, να δείξει την άβυσσο που παραμονεύει στο επόμενο βήμα. Ο συγγραφέας όμως δεν στερεί από το Βερολίνο τη γοητεία του, αποδεχόμενος πως ακόμα και στις πλέον σκοτεινές περιόδους η ζωή εξακολουθεί να φέρει μια αυτόφωτη λάμψη, την οποία ένας πρώιμος φλανέρ όπως ο Φάμπιαν μπορεί να διακρίνει.
Διαβάζοντας το βιβλίο προσέξτε τη σκηνή του ονείρου τού Φάμπιαν, γιατί εκεί ίσως να κρύβεται το κλειδί για να κατανοήσει κανείς πως οι γλωσσικές και υφολογικές επιλογές του Κέχνερ στο υπόλοιπο μυθιστόρημα είναι πράγματι συνειδητές και χρηστικές για το έργο επιλογές και όχι κάποιου είδους συγγραφική ανεπάρκεια.
Σπουδαίο βιβλίο· δυστυχώς επίκαιρο.