Εμείς οι καθημερινοί του επισκέπτες, το ξέρομε καλά. Και συχνά όταν το συζητάμε, αναφέρομε στις κουβέντες μας πόσο τυχεροί είμαστε που έχομε έναν τέτοιας ομορφιάς τόπο, δίπλα μας, τόσο κοντά στην πόλη και μπορούμε εύκολα και σχετικά άκοπα να τον χαιρόμαστε.
Μετά τις εξαγγελίες, ωστόσο, της δημοτικής αρχής για τη μελλοντική τους ανάπλαση, οι Άγιοι Απόστολοι και οι παραλίες τους γινήκανε θέμα και στις συζητήσεις των υπόλοιπων συμπολιτών. Οι κυρίαρχες γνώμες που ακούγονται είναι δύο. «Να βρισκόμαστε σε εγρήγορση ώστε να μπορέσωμε να αποτρέψωμε οποιαδήποτε κίνηση θεωρήσομε ότι βλάπτει την περιοχή -τόχομε ξανακάνει άλλωστε» είναι η μια. «Ησυχάστε, κλείστε το στόμα και ό,τι θέλουν τα οικονομικά συμφέροντα θα γενεί. Δεν έχει νόημα να στενοχωριέστε. Ούτε να ξεσηκώνεστε. Θα κάνουν ό,τι θέλουν», υποστηρίζει η άλλη.
Κι εγώ τα πρωινά, αρμενίζοντας μέσα από τη θάλασσα, κοιτάζω τους χαμηλούς λόφους που περικλείουν τις παραλίες, ατενίζω τα ρημαγμένα κτήρια στην κορυφή του ενός, το ασπροβαμμένο εκκλησάκι στον άλλο, τα ξενοδοχεία που ζώνουν και είναι σαν να στραγγαλίζουν αυτήν την εξαιρετική περιοχή που έχομε το προνόμιο να απολαμβάνομε και αναλογίζομαι τη μελλοντική τύχη αυτού του θησαυρού.
Η περιέργειά μου για την ιστορία τούτου του τόπου, του τόσο κοντινού μα άγνωστου, με κάνει να κατεβάσω το διαδίκτυο για πληροφορίες. Η περιοχή διαβάζω, στις αρχές του 20ου αιώνα, ήταν όμορφη αλλά έρημη, άδενδρη και ακατοίκητη. Θάλασσα και άμμος παντού.
Ώσπου ένας πρωτοπόρος δάσκαλος, ο Μάνος Μασούρης, γεννημένος στα Χανιά αλλά με καταγωγή από την Κόρινθο, συλλαμβάνει την ιδέα των παιδικών κατασκηνώσεων. Σε μια εποχή που η έλλειψη καθημερινής τροφής είναι δεδομένη, που η παιδική εργασία είναι η μόνη λύση για να μπορέσουν να επιβιώνουν οι οικογένειες, ο Μασούρης και άλλοι φωτισμένοι δάσκαλοι ψάχνουν με αγωνία τρόπους για να ελαφρώσουν τη δύσκολη καθημερινότητα εκατοντάδων παιδιών.
Κατασκηνώσεις οργανώνονται για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1934 στην Αγία Τριάδα στο Ακρωτήρι. Υπάρχουν όμως προβλήματα, ο χώρος είναι δύσκολος, ζεστός, το νερό δεν είναι πάντα αρκετό και καθαρό. Μετά από ψάξιμο σε κοντινά στην πόλη μέρη αποφασίζεται ο νέος τόπος. Στους Αγίους Αποστόλους. Η αγωνία των εκπαιδευτικών συμπαρασύρει όλη την κοινωνία, η οποία βοηθά όπως μπορεί. Όταν ξεκινά η λειτουργία των κατασκηνώσεων, πολλά πράγματα δεν έχουν ακόμη αποπερατωθεί. Όμως τα παιδιά έρχονται και η κατασκηνωτική περίοδος ξεκινά. Ευτυχώς υπάρχουν φωτογραφίες καθώς και ένα ημερολόγιο του πρωτεργάτη Μάνου Μασούρη. Μόνο να δείτε το πλήθος των παιδιών αλλά και τα πρόσωπα τους, θα καταλάβετε τι δώρο για την κοινωνία ήταν αυτές οι ανέμελες μέρες.
Τότε και πάλι ο Μασούρης εντοπίζει ένα νέο πρόβλημα. Ο τόπος είναι γυμνός. Ο ήλιος πυρπολεί τα πάντα. Χρειάζεται σκιά, σκέφτεται. Πρέπει να φυτευτούν δέντρα, αποφασίζει. Χωρίζει την περιοχή σε τόσα κομμάτια όσα σχολεία και φυτεύει σε διαδοχικές φάσεις χιλιάδες δέντρα. Τα παιδιά ανάλογα με το σχολείο που φοιτούν αναλαμβάνουν να φυτέψουν και να ποτίζουν το δικό τους κομμάτι.
Ο πόλεμος σταματά τη λειτουργία των κατασκηνώσεων. Αρχίζουν να λειτουργούν πάλι τη δεκαετία του 1960, ώσπου η δικτατορία τις κλείνει οριστικά. Τα κτήρια των, παρ΄όλη την ηλικία τους, επιβιώνουν ακόμη στις μέρες μας να μας θυμίζουν άλλες εποχές και άλλες καταστάσεις.
Τα δέντρα -όσα έπιασαν, γιατί υπήρξαν μεγάλες απώλειες- μετά από τόσα χρόνια μεγαλωμένα, θεριεμένα πια κάνουν τον τόπο ειδυλλιακό και παραδείσιο. Δεν μπορείς να τον φανταστείς καν, χωρίς αυτά.
Από κοντά και το εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων. Το υπολογίζουν κι αυτό ηλικίας 120 ή και περισσοτέρων χρόνων. Χτισμένο πάνω σε θεμέλια προχριστιανικού ναού, αγναντεύει το πέλαγος και τις αλλαγές που συμβαίνουν γύρω του. Μια από τις ωραίες μου θύμησες είναι όταν φθάνουν μέχρι κάτω τη θάλασσα, σ’ εμάς τους κολυμβητές της, οι ψαλμωδίες των ακολουθιών που τελούνται εκεί κάποιες ημέρες.
Μια άλλη ωραία εικόνα είναι οι δεκάδες περιπατητές ποδηλάτες και αθλούμενοι που συναντώ καθημερινά. Άνθρωποι μόνοι ή με παρέα, όλων των ηλικιών, χαρούμενοι κι ελεύθεροι από τα δεσμά της πόλης. Μαμάδες να τρέχουν μαζί με τα με μωρά τους στα καροτσάκια, παιδιά με τα ποδήλατα και τα σκυλάκια τους, ένας κόσμος που εκεί, στο πάρκο των Αγίων Αποστόλων ζει, αθλείται, ψυχαγωγείται και αναπνέει καλύτερα.
Οι πρόσφατες εξαγγελίες για την ανάπλασή του πάρκου δεν μου δίνουν χαρά. Μόνο σε σκέψεις με βάζουν. Σίγουρα η πόλη χρειάζεται ένα μεγάλο θέατρο. Η πόλη όμως χρειάζεται και πνεύμονες πρασίνου. Χρειάζεται και ζωτικό χώρο για να μπορούν οι πολίτες της να περνούν ποιοτικό χρόνο εκεί. Το πρόσφατο παράδειγμα της ανάπλασης του κήπου που κατάντησε ένα ευρωπαϊκό political correct άψυχο πάρκο, με ανησυχεί. Για να φτιάξωμε κάτι νέο πρέπει να χαλάσωμε οπωσδήποτε κάτι άλλο; αναρωτιέμαι.
Σκέφτομαι ακόμα πόσο λείπουν από τον κόσμο μας τέτοιοι φωτισμένοι άνθρωποι, σαν αυτούς τους δασκάλους, που ανέφερα πιο πάνω. Γεμάτοι από έγνοια και αγάπη για τους ανθρώπους οραματίστηκαν μια καλύτερη κοινωνία και δούλεψαν για να κάνουν πραγματικότητα τη σκέψη τους. Θέλησαν μια πόλη που θα αγκαλιάζει τους πολίτες της και θα είναι ελκυστική και εύκολη για να ζεις σ’ αυτήν. Τούτο το κείμενό μου ας είναι ένα μνημόσυνο σ’ αυτούς τους άγνωστους που δούλεψαν για να έχουμε εμείς σήμερα καλύτερη ποιότητα ζωής. Γράφει ο Μασούρης στο ημερολόγιό του «Μ’ ευχαριστούσε όταν σκεπτόμουν πως ύστερα από λίγα χρόνια θα έβλεπα πράσινο από δένδρα τον όμορφο αλλά γυμνό αυτό χώρο».
Ο Μάνος Μασούρης δεν πρόφτασε να δει το όραμά του να γίνεται πραγματικότητα μιας και οι Γερμανοί τον σκότωσαν για την αντιστασιακή του δράση. Εμείς άραγε θα τα καταφέρωμε να αφήσωμε πράγματα και καταστάσεις υγιείς και στα ανθρώπινα μέτρα για να τα βρουν και να τα χαρούν οι επόμενοι;
Υ.Γ. Για το κείμενό μου τούτο, πολλά στοιχεία άντλησα από παλιότερες δημοσιεύσεις στην εφημερίδα μας, του δασκάλου ιστορικού Γεωργίου Πιτσιτάκη. καθώς και από τη «Διαχειριστική μελέτη πάρκου Αγίων Αποστόλων- σχέδιο διαχείρισης Παπασπυρόπουλος Κωνστ.» που κυκλοφορεί ελεύθερη στο διαδίκτυο.