Μετά από παρακίνηση καλού φίλου, επισκέφθηκα πριν λίγο καιρό το Σάσ(σ)αλο, ιστορικό χωριό της Κισάμου στα όρια του Σελίνου. Είχα διαβάσει και ακούσει πολλά για το χωριό αυτό και την ιστορία του, μια ιστορία που αποκτά δραματικό χαρακτήρα στα χρόνια της τουρκοκρατίας αλλά και πιο πρόσφατα του εμφυλίου, που παραμένει ζωντανή στα χείλη των κατοίκων του χωριού καθώς και των απανταχού αποδήμων του. Το όνομά του ίσως οφείλεται στον πρώτο οικιστή του, ως οικογενειακό επώνυμο υπάρχει ακόμα στην Ελλάδα, όχι όμως στην Κρήτη. Ο σημερινός επισκέπτης του, όπως θα συνέβη και με τους παλιότερους άλλωστε, εντυπωσιάζεται από τη μκρή αλλά εύφορη γη που το περιβάλλει, στο μέσο μιας βραχώδους περιοχής που αυλακώνεται με φαράγγια. Οι γραπτές μαρτυρίες για την ύπαρξή του ξεκινούν στα χρόνια της βενετοκρατίας: Στις απογραφές του Barozzi το 1577 και του Καστροφύλακα το 1583 εμφανίζεται με 121 κατοίκους. Oπως όμως αναφέρει στο εξαιρετικό βιβλίο του “Η Κρήτη των θρύλων” ο κ. Βασίλης Χαρωνίτης, στο κοντινό δάσος του Άι Γιώργη ή “των Καλογέρω” υπάρχουν τα χαλάσματα χωριού μεγάλου, που όπως λένε οι ντόπιοι αφανίστηκε από την πανούκλα. Ο κ. Χαρωνίτης αναφέρει πολλά ακόμα για το Σάσαλο στο βιβλίο αυτό κάτω από τον τίτλο “Η ανάσταση του χωριού”, επικεντρώνοντας στα δραματικά γεγονότα της τουρκοκρατίας. Όπως αναφέρει και ο ιστορικός Βασίλειος Ψιλάκης, μετά το Πάσχα του 1771 (κατ’ άλλους λίγα χρόνια νωρίτερα) οι απελπισμένοι κάτοικοι του χωριού πήγαν στον καδή της Καντάνου και δήλωσαν ότι πλέον είναι μουσουλμάνοι… Ας δώσουμε το λόγο στον Π. Πρεβελάκη που πολύ παραστατικά περιγράφει αυτά τα δραματικά γεγονότα, παρόμοια για πλήθος χωριά όχι μόνο από την Κρήτη, μα από ολόκληρη την Οθωμανική επικράτεια… «Μέσα σε κείνον τον Άδη, η απελπισιά συνάρπαζε πολλές φορές το ραγιά σαν ανεμοζάλη, χωριά ολόκληρα παραλόιζαν μονομιάς. Βάνανε τότε προθεσμία στον Ιησού Χριστό να κάμει το θάμα του, να τους δώσει ένα χέρι, ειδεμή τον αρνιούνταν όλοι αντάμα. Στη διορισμένη μέρα σφαλίζανε τις εκκλησιές, τις περιζώνανε με κερωμένο νήμα κι οι γυναίκες θυμιάζανε στερνή φορά τα κονίσματα στα σπίτια τους κι ύστερα τα χώνανε στη γης μαζί με τα πήλινα θυμιατά, σα να θάβανε την πίστη τους.
Κι ύστερα σύγκλαρο το χωριό με τον παπά μπροστά μπροστά, τρέχανε στα τζαμιά να προσκυνήσουν το Κοράνι. Τέτοιος φριχτός χαλασμός γίνηκε στα χωριά του Σελίνου, στο Σάσαλο, στον Κατσοματάδω, στα Φλώρια, στις Μυλωνές, πενήντα μόλις χρόνια πριν από το σηκωμό του Εικοσιένα…» Κι όπως συμπληρώνει ο κ. Χαρωνίτης: «Τις παλιές χριστιανικές εκκλησίες τους τις άφησαν απείραχτες. Στην αρχή, περνώντας από κοντά τις κοίταζαν με κάποια ενοχή, με κάποιο φόβο, αλλά σιγά σιγά, με τον καιρό, γίνηκαν αδιάφοροι και στο τέλος αφάνταστα φανατικοί στη νέα τους πίστη». Ομως κάποιες “τουρκάλες” γειτόνισες θύμιαζαν με σεβασμό τις παλιές εκκλησίες του Αγ. Κωνσταντίνου στα Κουντουδιανά και του Αγ. Γεωργίου στα Μανεριανά και τις ονόμαζαν γειτόνους τους, για πολλά πολλά χρόνια… Σύντομα το χωριό απέκτησε το νέο του λατρευτικό κέντρο, ένα μεσαίου μεγέθους τζαμί, ονομαστό στα περίχωρα. Το τζαμί αυτό, που σήμερα σώζεται σε ικανοποιητική κατάσταση μεταποιημένο σε κατοικία, το βρήκα στο κέντρο του σημερινού χωριού. Η ενασχόλησή μου με τα μουσουλμανικά μνημεία του νομού Χανίων, με βοήθησε να το χρονολογήσω κάπου στα μέσα του 19ου αιώνα, με βάση τη γενική εικόνα της αρχιτεκτονικής του, την κεραμοσκεπή στέγη του και τη λιτή μορφή των ανοιγμάτων του. Οι “Τούρκοι” του Σασάλου ήταν γνωστοί για τη αγέρωχη κορμοστασιά τους, αλλά και τη σκληρότητά τους. Όντας στην άκρη ενός αμιγώς μουσουλμανικού θύλακα που περιλάμβανε κάμποσα χωριά, ήταν ατρόμητοι πολεμιστές και αριθμούσαν περίπου 70 τουφέκια, κατά την περίοδο των επαναστάσεων όμως στο χωριό στάθμευε και τακτικός στρατός. Ευθυτενείς και “λιχνομέσηδες” όπως τους θυμούνταν οι παλιότεροι, ασχολούνταν οι περισσότεροι με την κτηνοτροφία και συνήθως κατέβαιναν στα γειτονικά Δελιανά για να εμπορευτούν ή να διασκεδάσουν στα εκεί καφενεία τις ώρες της σχόλης. Στις περιόδους των επαναστάσεων ήταν αμείλικτοι με τους Ρωμιούς συμπατριώτες τους, η σκληρή συμπεριφορά τους έχει αφήσει αρκετά ίχνη στην προφορική ιστορία και τους θρύλους της περιοχής. Κάποτε έζεψαν ένα καλόγερο, που τόλμησε να διασχίσει το χωριό τους πηγαίνοντας για τα Χανιά, στο λιοτρίβι και τον υποχρέωσαν να αλέθει τις ελιές για ολόκληρη τη νύχτα. Τελικά βρέθηκε μια πονόψυχη χανούμισσα και τον ελευθέρωσε… Ογκώδης τετράγωνος πύργος κτίστηκε κατά τον 19ο αιώνα για να προστατέψει τους κατοίκους από την οργή των επαναστατών, αυτό συνέβη μάλλον στην επανάσταση του 1866 κατά την περίοδο της πυργοκτισίας των “κουλέδων” του Χουσεΐν Αυνή Πασά. Λείψανα του πύργου αυτού σε στρατηγική θέση, ενσωματωμένα σε μεταγενέστερες κατοικίες, σώζονται στην ομώνυμη συνοικία του χωριού και οι πολεμίστρες του εντυπωσιάζουν και σήμερα τους επισκέπτες του. Μονάδα του τουρκικού στρατού που στάθμευε εκεί για την προστασία του θύλακα κατά την περίοδο 1866 – 96, “τσαντίρωνε” ανατολικά του πύργου στο πλάτωμα που διαμορφώνεται εκεί, γιατί το οχυρό δεν τους χωρούσε όλους. Μετά την επανάσταση του 1866 και τις αλλαγές που αυτή έφερε (Σύμβαση της Χαλέπας κ.λπ.) άρχισαν να εγκαθίστανται στο χωριό Χριστιανοί από τα γυρόχωρα. Στην απογραφή του 1881 αναφέρονται 10 χριστιανοί ανάμεσα στους 218 μουσουλμάνους κατοίκους του χωριού, που τότε υπαγόταν στο Δήμο Πανευφήμου. Η πίεση των χριστιανών από τα γυρόχωρα γινόταν όλο και πιο έντονη κατά τα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα και ανίκητη μετά την πτώση της Καντάνου και τις δυσμενείς για τους μουσουλμάνους εξελίξεις που ακολούθησαν. Στη διάρκεια της επανάστασης του 1895 – 97 ο πύργος κτυπήθηκε και τελικά κάηκε από τον Αναγνώστη Σκαλίδη και τους επαναστάτες που ήταν μαζί του. Τελικά, καμιά αντίδραση δε σημειώθηκε όταν πλέον οι νέοι κάτοικοι του χωριού έφεραν και τοποθέτησαν μια καμπάνα στη χαρουπιά της Αγίας Ειρήνης και την κτυπούσαν ολόκληρη εκείνη τη μέρα. Ένας νέος αιώνας ανέτελλε, το χωριό είχε πια γίνει ελληνικό. Οι “Τούρκοι” κάτοικοί του είχαν πουλήσει ή πουλούσαν τις περιουσίες τους κι έφευγαν για τα Χανιά κι αργότερα για τη Μικρασία… Για λόγους χώρου (και όχι μόνο) δε θα αναφερθούμε στα γεγονότα της περιόδου της Κατοχής και του αιματηρού Εμφυλίου, που έβαψε δυστυχώς με το αίμα θυμάτων κι αυτή τη γωνιά του τόπου μας. Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον κ. Γιώργο Παπαντωνάκη, πρώην πρόεδρο του χωριού που πρόθυμα με ξενάγησε στο χώρο του πύργου και όχι μόνο, καθώς και τον φιλίστορα κ. Νίκο Κουκουλάκη που με παρότρυνε και κανόνισε την επίσκεψή μου στο ιστορικό χωριό. Σ’ αυτούς οφείλω και τα ονόματα των πρώτων οικιστών του χωριού κατά την αποχώρηση των μουσουλμάνων: Αθανασάκης Ιωάννης, Παπαντωνάκης Γεώργιος, Τζανακάκης Αντώνιος, Παρτσαλάκης Ανδρέας, Μοδιανάκης. Στην πρώτη εικόνα, που τη βρήκα στο διαδίκτυο, στο thodorikorfi.blogspot.com, μια φωτογραφία από το Σάσ(σ)αλο του 1903: Οι οικογένειες Μαρονικολάκη – Κρασσάκη μαζί με τις δασκάλες των παιδιών τους κι άλλους συγγενείς. Αρχείο Ιδομενέα Μαρή.
Στη δεύτερη, άποψη του κέντρου του χωριού, όπου και το πρώην τζαμί, από τον Πύργο. Το χωριό αποτελείται από 5 συνοικίες και βρίσκεται σε μια μικρή αλλά εύφορη λεκάνη που περιβάλλεται από απότομα βουνά. Στην τρίτη, μια παραδοσιακή γωνιά του Πύργου με τους χαρακτηριστικούς “ανηφοράδες” (καπνοδόχους) της νοτιοδυτικής Κισάμου. Αυτή η γειτονιά αποτελεί επέκταση του παλιότερου πύργου. Στην τέταρτη,η νότια όψη του παλιού Τζαμιού. Τα παράθυρα του ισογείου ανήκουν στην αρχική φάση του κτίσματος, στον όροφο έχουν υποστεί μετατροπή. Στην πέμπτη, η βορειοανατολική γωνιά του ίδιου κτίσματος. Από τις 4 πλευρές του κτηρίου σώζονται στην αρχική σχεδόν μορφή τους οι 3. Η κύρια δυτική όψη του έχει αλλοιωθεί, ίσως όχι ανεπανόρθωτα. Ίχνη μιναρέ δεν υπάρχουν. Στην έκτη, καθώς και τις 2 επόμενες, λείψανα του πύργου στον ομώνυμο συνοικισμό. Από το διώροφο αρχικά κτίσμα σώζεται κυρίως το ισόγειο και ίχνη του ορόφου. Καλύτερα διατηρημένη πλευρά είναι η δυτική, που διασώζει την ελαφρά σκαρπωτή βάση της και τις πολεμίστρες με το καλοφτιαγμένο πλαίσιο τους. Από κάτω, ο βράχος κατεβαίνει απότομα στο πλάτωμα του χωριού. Η πύλη βρισκόταν στη νότια πλευρά. Στην τελευταία (όγδοη) τμήμα του ερειπωμένου εσωτερικού του οχυρώματος, με κάποια από τα δοκάρια της οροφής ακόμα στη θέση τους. Διακρίνονται οι πολεμίστρες, διευρυμένες στην εσωτερική πλευρά τους. Ένα ακόμα ιστορικό μνημείο του τόπου μας που αξίζει να διασωθεί, μάρτυρας της αιματοβαμμένης ιστορικής πορεία του λαού μας…