Πέμπτη, 15 Αυγούστου, 2024

Στο σινεμά η είσοδος με τσιγάρα

Περίπου αρχές του 1943 και αφού είχαν τελειώσει οι δουλειές στους Γερμανούς ο πατέρας μου με τον κουμπάρο μας τον Θανάση τον Μελεμένη κάνανε στην αγορά, εκεί που είναι σήμερα η Εθνική Τράπεζα απέναντι, μια παράγκα και πουλούσανε λάδι, φρούτα και τρόφιμα και πολλές σταφίδες. Είχανε και ένα καρότσι με δύο ρόδες για να μεταφέρουνε ό,τι αγοράζαμε για την παράγκα, όμως εγώ το έπαιρνα και πήγαινα στα Νέα Καταστήματα και έκανα μεταφορές, όχι πολύ βαριές. Όμως τα χρήματα τότε ήταν σχεδόν πληθωρικά, είχαν φτάσει σε δισεκατομμύρια. Συμφώνησα, λοιπόν, με ένα που είχε ένα γιγούμι λάδια να το μεταφέρω από κει στην αγορά για δέκα εκατομμύρια, όμως στον δρόμο μου φανήκανε λίγα και σαν παιδί που ήμουνα του λέγω ότι θα μου δώσεις είκοσι εκατομμύρια. Ναι, μου λέγει, πήγαινέ το και θα στα δώσω. Έτσι και έγινε, αφού το πήγα στο μέρος που ήθελε δεν μου χάλασε το χατίρι και μου τα έδωσε, όμως με τα είκοσι εκατομμύρια ούτε μισή οκά σύκα δεν έπαιρνες, τόση αξία είχαν. Στα Χανιά ήταν δύο σινεμά, το “Πάνθεο” και τα “Ολύμπια”, το “Πάνθεο” ήταν επιταγμένο για τους Γερμανούς και τα “Ολύμπια” ήταν για μας τους πολίτες. Ένα βράδυ είχα χαρτζιλίκι και πήγαινα με χαρά στα “Ολύμπια” για να δω σινεμά, όμως πηγαίνοντας στο ταμείο να βγάλω εισιτήριο η ταμίας μου λέγει ότι μόνο με είδος μπορώ να μπω, τα λεφτά δεν περνούνε πια και μόνο αν είχα τρία τσιγάρα θα μπορούσα να δω σινεμά.

Ομως πού να τα βρω εγώ, απογοητευμένος έφυγα και εκεί κοντά στο ρολόι συνάντησα τον θείο μου, του πατέρα μου τον αδερφό και φαίνεται ότι με κατάλαβε ότι ήμουν στεναχωρημένος και με ρώτησε τι έχω και εγώ του είπα ότι πήγαινα στο σινεμά όμως τα λεφτά δεν περνάνε και ότι μου ζήτησαν τρία τσιγάρα και τότε αυτός ανοίγει την ταμπακέρα του και μου δίνει τρία τσιγάρα. Εγώ τότε χαρούμενος έφυγα ολοταχώς για τα “Ολύμπια”, πήγα έβγαλα εισιτήριο και μπήκα στο σινεμά και είδα την ταινία, Ευτυχώς που συνάντησα τον θείο και μου έδωσε τα τσιγάρα. Από κει και ύστερα όλα γινότανε με είδος, έδινες ένα πράγμα και έπαιρνες κάτι άλλο, πάντως κυριαρχούσαν τα τσιγάρα και το λάδι. Εμείς στην παράγκα που είχαμε τα πουλήσαμε όλα και συγκεντρώσαμε ένα τσουβαλάκι λεπτά και το μόνο που έμεινε ήταν ένα σταφύλι μπανάνες. Ήτον περίπου διακόσια κομμάτια όμως επειδή ήταν άγουρες δεν είχαν πουληθεί, μας το είχε φέρει ένας κύριος πρώην στρατιωτικός, «Κοντρονάκη» τον λέγανε. Ετσι κλείσαμε την παράγκα και έμεινε μέσα το άγουρο σταφύλι με τις μπανάνες. Όμως να σας κάνω μια ιστορία πως γινότανε με την ανταλλαγή στη Σούδα. Ερχόταν ιταλικά βαπόρια και οι ναύτες φέρνανε τσιγάρα από τον Πειραιά και τα ανταλλάσσανε με τους δικούς μας με λάδι. Όμως και από τις δύο μεριές ήταν απατεώνες, οι δικοί μας βάζανε στον ντενεκέ νερό και λίγο λάδι, έτσι το λάδι πήγαινε απάνω και φαινόταν ότι είναι όλο λάδι και οι Ιταλοί πονηροί και αυτοί άδειαζαν τις κούτες με τα τσιγάρα και έβαζαν μέσα πριονίδι και πάνω – πάνω δύο σειρές τσιγάρα, απάτη από τη μια μεριά απάτη και από την άλλη. Τώρα ποια δεν έχουν εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο και οι Ιταλοί βαστούνε άδειους ντενεκέδες και αδειάζουν το λάδι επιτόπου και οι δικοί μας ανοίγουν τις κούτες στο πλάι και έτσι φαίνεται αν είναι γεμάτες τσιγάρα ή πριονίδι. Μεταξύ απατεώνων ειλικρίνια.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα