» Carmen Maria Machado
(μτφρ. Άγγελος Αγγελίδης, Μαρία Αγγελίδου, εκδόσεις Αντίποδες)
«Αν το χρειάζεσαι, τότε αυτό το βιβλίο είναι για σένα». Έτσι υποδέχεται η Κάρμεν Μαρία Ματσάδο τον αναγνώστη Στο σπίτι των ονείρων. Η αλήθεια είναι πως δεν ήξερα αν όντως το χρειαζόμουν το βιβλίο αυτό, κάτι το οποίο εν πολλοίς οφείλεται στην άρνησή μου να προστρέχω στο οπισθόφυλλο της έκδοσης που πρόκειται να διαβάσω, εντούτοις ομολογώ πως η φράση λειτούργησε κατά τρόπο προκλητικό, ένιωσα δηλαδή τη συγγραφέα να μου πετάει το γάντι, παρότι ήδη είχα αποφασίσει πως αυτό θα ήταν το επόμενο βιβλίο που θα διάβαζα.
Είδα σε κάποια ψηφιακή πλατφόρμα την άποψη κάποιου σχετικά με το τι είναι λογοτεχνία και τι όχι με αφορμή μια συλλογή διηγημάτων φεμινιστικού προσανατολισμού. Δεν χρειάζεται, έλεγε, η λογοτεχνία να μας πει πώς να φερόμαστε στις γυναίκες ως άντρες, υπάρχει, συνέχιζε, η κοινωνιολογία ή οι σπουδές φύλου γι’ αυτό. Από μένα είναι όχι. Όχι γιατί δεν υπάρχει η κοινωνιολογία ή οι άλλες επιστήμες, αλλά γιατί η λογοτεχνία, με τον τρόπο της, τις περιλαμβάνει, στην προσπάθεια να ενσωματώσει το σύνολο της εμπειρίας που συνεπάγεται το να είναι κανείς ζωντανός. Και δεν είναι διόλου τυχαίο που οι φωνές αυτές πυκνώνουν τη στιγμή που θεωρούν πως στερούνται το δικαίωμα να μονοπωλούν την αφήγηση οι λευκοί δυτικοί χριστιανοί ετεροφυλόφιλοι άντρες, όπως παραδοσιακά γινόταν στη λογοτεχνία πριν εμφανιστούν οι μεταποικιακές, φεμινιστικές και κουήρ αφηγήσεις, πριν «γίνουν μόδα», σύμφωνα με τους λευκούς δυτικούς χριστιανούς ετεροφυλόφιλους άντρες, που ετοιμάζουν, αν δεν το έχουν ήδη έτοιμο, ένα κίνημα ενάντια στην καταπίεση που υφίστανται.
Και τα λέω όλα αυτά διαθέτοντας αρκετά προνόμια συγκυριακά και μόνο. Η λογοτεχνία για μένα είναι, μεταξύ πολλών άλλων, μια διασταλτική λειτουργία για τον εγκέφαλο. Έχω κατά καιρούς αναφέρει πώς ένιωσα όταν στα δεκαεννέα μου χρόνια διάβασα για τη χαρά που ένιωσε η ηρωίδα στην Ταυτότητα του Κούντερα όταν έμαθε πως το βρέφος που κυοφορούσε ήταν νεκρό, το σοκ που έπαθε ο προγραμματισμένος ως τότε εγκέφαλος να θεωρεί την εγκυμοσύνη μια κατάσταση υποχρεωτικής χαράς και ευδαιμονίας και πώς ακούστηκε το κρακ που σημειώθηκε κατά τη διαστολή, κατά την εισαγωγή της πιθανότητας: μπορεί και να μην είναι έτσι.
Λέω όλα αυτά τα προλογικά, φαινομενικά άσχετα με το βιβλίο της Ματσάδο, ορμώμενος από εκείνο το «αν το χρειάζεσαι, τότε αυτό το βιβλίο είναι για σένα», για να πω, με λίγα λόγια, πως κάποιες φορές, τις περισσότερες ίσως, δεν μπορείς να ξέρεις αν ένα λογοτεχνικό έργο σε αφορά ή όχι, και πρέπει να δοκιμάσεις για να το καταλάβεις, και ίσως, ακόμα, να χρειάζεται συχνά να περάσει χρόνος από την ανάγνωση για να αντιληφθείς πως το βιβλίο αυτό μιλούσε, με τον τρόπο του, για σένα. Το καλό είναι πως ποτέ δεν είναι αργά για να ακουστεί αυτό το πολυπόθητο εγκεφαλικό κρακ.
Είμαι εκείνος που η Ματσάδο περιγράφει. Εκείνος που ποτέ δεν είχε σκεφτεί πως σε μια ομόφυλη σχέση μεταξύ γυναικών μπορεί να υπάρχει βία. Κάποιος που πίστευε πως η βία είναι προνόμιο των αντρών απέναντι σε γυναίκες και παιδιά. Κάποιος που είχε το προνόμιο να μην χρειαστεί ποτέ να σκεφτεί τις διάφορες εκδοχές της βίας. Είδατε τι ωραίο μπαλαντέρ που είναι η λέξη προνόμιο; Οι απειλούμενες κοινωνικές ομάδες συχνά αγιοποιούνται, στον αγώνα για επιβίωση μια αυθαίρετη γενίκευση πραγματοποιείται, να μην αφήσει τίποτα και κανένα απέξω, να μη δοθεί η παραμικρή λαβή στον πανίσχυρο αντίπαλο. Οπότε ναι, το χρειαζόμουν αυτό το βιβλίο, αυτό το βιβλίο ήταν –και– για μένα, έστω και έμμεσα.
Η αυλαία σηκώνεται και βλέπουμε δύο γυναίκες καθισμένες τη μία απέναντι στην άλλη: η ΚΑΡΜΕΝ, μια χοντρή γυναίκα, φυλετικά απροσδιόριστη, είκοσι–είκοσι πέντε χρονών· η στάση του κορμιού της άθλια. Πληκτρολογεί στον υπολογιστή της. Απέναντί της η ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ, λευκή, μικρόσωμη, σαν αγόρι, πληκτρολογεί κι αυτή, με σφιγμένο σαγόνι. Γύρω τους το σπίτι εισπνέει, εκπνέει, εισπνέει και πάλι.
Σε αυτό το αυτοδοκίμιο με λογοτεχνικά γνωρίσματα, η Ματσάδο εξιστορεί τη σχέση της με μια γυναίκα, μια σχέση έντονου πάθους, πλην όμως μια σχέση έντονα κακοποιητική. Στην αφήγησή της χρησιμοποιεί ένα εύρημα που θυμίζει τον Κενό και τις Ασκήσεις ύφους. Η Ματσάδο χωρίζει το κείμενο σε ολιγοσέλιδα κεφάλαια, προλογίζοντας στον εκάστοτε τίτλο την αφηγηματική τεχνική που θα ακολουθήσει. Το εύρημα εδώ ξεπερνάει τα όρια της τεχνικής του λειτουργίας και μετατρέπεται σε αποτύπωση του όγκου και του εύρους σκέψης και ενασχόλησης της συγγραφέως με τη σχέση της. Είναι όλες οι οπτικές γωνίες από τις οποίες η Ματσάδο δοκίμασε να κατανοήσει, να δικαιολογήσει, να κρίνει, να αποδεχτεί, να συμφιλιωθεί, να παρατείνει, να τερματίσει, να μιλήσει για τη σχέση της με τη γυναίκα από το σπίτι των ονείρων. Η συγγραφέας καταφεύγει στη θεωρία αρκετά συχνά, επικαλείται πηγές και παρουσιάζει μια εκτενή βιβλιογραφία, αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος της κατάταξης του βιβλίου ως αυτοδοκίμιο, κάτι ανάλογο είχε κάνει και στους Αργοναύτες η Νέλσον, παρότι, κατά δήλωσή της, δεν φιλοδοξεί να πετύχει μια συνολική καταγραφή για την ενδοοικογενειακή κακοποίηση στα ομόφυλα ζευγάρια.
Η Ματσάδο επιτρέπει στο συναίσθημα να παρεισφρήσει. Το Στο σπίτι των ονείρων είναι μια, φαινομενικά συγκροτημένη μα στον πυρήνα της απεγνωσμένη, απόπειρα ίασης. Είναι ο τρόπος της να ξεπεράσει το τραύμα, να απαντήσει στα ερωτήματα αυτοκατηγορίας: γιατί δεν έφυγες νωρίτερα, γιατί το επέτρεψες, γιατί δεν το κατάλαβες έγκαιρα; Να απαντήσει σε όλα τα γιατί, να αναμετρηθεί με το συναίσθημα και την ανασφάλεια της. Να καλύψει την πληγή, να σταματήσει την αιμορραγία, να καταφέρει να προχωρήσει. Κάπου εδώ μια, κατά πάσα πιθανότητα λευκή αντρική, φωνή ξεπετιέται: και τι μας νοιάζει; Είναι μια ύπουλη ερώτηση, μια σοφιστεία που ξεπήδησε με την άνθηση της αυτομυθοπλασίας και κορυφώθηκε με την πρόσφατη απονομή του Νόμπελ στην Ερνό. Είναι ένα λάθος ερώτημα, γιατί αν μπούμε στη λογική να το απαντήσουμε τότε ελάχιστα έργα της παγκόσμιας γραμματείας μας νοιάζουν, όπως για παράδειγμα το εμμονικό κυνήγι μιας φάλαινας, για να πω ένα παράδειγμα.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν τα βιβλία αυτά, όπως της Ματσάδο, διαθέτουν λογοτεχνική αξία. Εδώ η απάντηση είναι απόλυτη και καταφατική, ναι, το Στο σπίτι των ονείρων διαθέτει υψηλή λογοτεχνική αξία, παρά την υβριδική φύση του, αυτή του αυτοδοκιμίου. Το μήνυμα που μεταφέρει δύναται να αποτυπωθεί λακωνικά ως εξής: η βία μπορεί να συναντηθεί και σε μια ομόφυλη σχέση. Από μόνο του δεν θα ήταν αρκετό για να δικαιολογήσει τις πάνω από τριακόσιες σελίδες του βιβλίου, θα υποχωρούσε καθώς ο αυχένας θα συντριβόταν από το βάρος.
Το Στο σπίτι των ονείρων είναι από τα έργα εκείνα που σε κάνει να νιώθεις άβολα όταν κάποιος σε ρωτά αν σου άρεσε. Τι να μου άρεσε;, θες να πεις. Και όμως το διάβασες αχόρταγα, βρήκες ομορφιά εκεί που η φρίκη κυριαρχούσε, βρήκες απόλαυση στον πόνο, και αν αυτό δεν είναι απόδειξη καλής λογοτεχνίας τότε δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσε να είναι.