» Το ΥΠΕΝ συνεχίζει να αγνοεί επιστημονικά δεδομένα & διεθνείς εκκλήσεις
για τη σωτηρία του είδους, όπως δηλώνει η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία.
Η κυνηγετική περίοδος που ξεκινάει σε λίγες ημέρες φέρνει το Τρυγόνι και πολλά απειλούμενα είδη πουλιών και πάλι στο… στόχαστρο των κυνηγών καθώς το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), με τη φετινή Ρυθμιστική Απόφαση για τη θήρα, αγνόησε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά τις τεκμηριωμένες προτάσεις της Ελληνικής ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ Εταιρείας και, στο πλαίσιο μιας μικροπολιτικής αντίληψης, ενέδωσε για πολλοστή φορά στις απαιτήσεις των κυνηγετικών ομοσπονδιών, αναφέρει σε σχετική ανακοίνωσή της η Ορνιθολογική Εταιρεία.
Συγκεκριμένα, κατηγορεί το ΥΠΕΝ ότι «αφού έκλεισε τα αυτιά στις εκκλήσεις της ΕΕ για μορατόριουμ του κυνηγιού του Τρυγονιού και γύρισε την πλάτη στις διεθνείς πρωτοβουλίες για την ανάκαμψη του είδους, το ΥΠΕΝ επέλεξε να μην λάβει υπόψη του τα επιστημονικά δεδομένα και να επιτρέψει για μια ακόμα χρονιά τη θήρευση του είδους, υιοθετώντας ημίμετρα, παρά το γεγονός ότι η χώρα μας φέρει μεγάλη ευθύνη απέναντι στα άλλα κράτη-μέλη σχετικά με την προστασία του Τρυγονιού καθώς κατά τη φθινοπωρινή μετανάστευση θηρεύονται στη χώρα μας Τρυγόνια που αναπαράχθηκαν και σε βόρειες χώρες. Την ίδια στιγμή, είναι χαρακτηριστική η αδράνεια της Πολιτείας στην πάταξη της ανοιξιάτικης λαθροθηρίας στα Ιόνια νησιά όπου χιλιάδες Τρυγόνια θανατώνονται παράνομα κατά τη μετανάστευσή τους προς τους τόπους αναπαραγωγής τους.
Είναι ενδεικτικό ότι η μόνη αλλαγή σε σχέση με την περσινή Ρυθμιστική απόφαση αφορά στο ανώτατο επιτρεπόμενο όριο συνολικής κάρπωσης για το Τρυγόνι (120.000 από 140.000 πέρυσι), χωρίς ωστόσο να έχει μειωθεί ο μέγιστος αριθμός Τρυγονιών που μπορεί να θηρεύσει ο κάθε κυνηγός και ο οποίος παραμένει στα έξι (6) Τρυγόνια ανά έξοδο. Για τον έλεγχο της συμμόρφωσης των κυνηγών μελών των κυνηγετικών συλλόγων, υιοθετείται και φέτος η υποχρεωτική καταγραφή της ημερήσιας κάρπωσης μέσω χρήσης της διαδικτυακής εφαρμογής (App) «ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ» από κινητό τηλέφωνο. Παρά την προσθήκη μιας -απαραίτητης- πρόβλεψης και για όσους κυνηγούς δεν έχουν smartphone, τα ερωτήματα που διατυπώθηκαν και πέρυσι και αφορούν στο κατά πόσον μπορεί να ελεγχθεί η εγκυρότητα των στοιχείων που δηλώνονται από τους κυνηγούς, παραμένουν πολλά και εύλογα.
Αξίζει να τονιστεί πως το Τρυγόνι είναι το πιο απειλούμενο μεταναστευτικό (μεγάλων αποστάσεων) είδος πουλιού στον κόσμο και οι πληθυσμοί του έχουν υποστεί σημαντική μείωση στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της γεωγραφικής εξάπλωσής του. Το είδος χαρακτηρίζεται πια ως Τρωτό στην Ευρώπη, καθώς και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι το Τρυγόνι αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης στο μεσοπρόθεσμο μέλλον και για αυτό τον λόγο έχει συνταχθεί Διεθνές Σχέδιο Δράσης με στόχο τη βελτίωση της επιβίωσης και αναπαραγωγής του.
Είναι σημαντικό επίσης να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τη BirdLife, προκειμένου να δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος στο Τρυγόνι να ανακάμψει πληθυσμιακά, θα πρέπει να εφαρμοστεί «μηδενική κάρπωση» για τουλάχιστον 4 χρόνια σε ολόκληρη την Ευρώπη. Επιπλέον, σε έγγραφο υπό τον τίτλο «Ανάπτυξη Πληθυσμιακού Μοντέλου και Προσαρμοστικού Μηχανισμού Διαχείρισης της Κάρπωσης για το Τρυγόνι – Streptopelia turtur» -που συντάχθηκε στο πλαίσιο σύμβασης μεταξύ μελετητών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- για το έτος 2022 προκρίνεται σαφώς η «προσωρινή μηδενική κάρπωση» (temporary zero take) στον κεντρο-ανατολικό μεταναστευτικό διάδρομο (central-eastern flyway) όπου ανήκει και η Ελλάδα.
Πέραν του ζητήματος του κυνηγιού του Τρυγονιού, υπάρχουν και άλλα προβληματικά σημεία στη φετινή Ρυθμιστική Απόφαση: Συγκεκριμένα, τα σοβαρότατα ζητήματα των κλιμακωτών ημερομηνιών λήξης για τα υδρόβια και το κυνήγι των ειδών που εμπίπτουν σε δυσμενές καθεστώς διατήρησης όπως η Καλημάνα (Vanellus vanellus), καθώς και το ότι συνεχίζεται η δυνατότητα άσκησης θήρας σε κρίσιμα ενδιαιτήματα για τα πουλιά στους υγρότοπους του Αμβρακικού, του Μεσολογγίου και του Έβρου».
Καταλήγοντας λοιπόν, διαπιστώνουν ότι και η φετινή Ρυθμιστική Απόφαση, συνεχίζει την ετήσια «παράδοση» να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της κυνηγετικής κοινότητας, αντί να προσανατολίζεται στην ορθή ρύθμιση της θήρας και στην προστασία των απειλούμενων ειδών.