Προβληματισμένος ο ελληνικός λαός παρακολουθεί τα γεγονότα που εξελίσσονται στις αρχές του σωτηρίου έτους 2014. Η Ελλάδα ανέλαβε την προεδρία της Ε.Ε., ενώ την προηγουμένη αναστατώνονται οι Αρχές με τη δραπέτευση ενός ισοβίτη της “17 Ν”. “Πολιτική απόδραση” (!) χαρακτηρίστηκε, που, αν ήταν τυχαία ή όχι, θα δείξει αργότερα. Η κυβέρνηση είναι “τρομοκρατημένη” και σε δίλημμα, αν σώζεται ή δεν σώζεται η χώρα μετά τα αρνητικά σχόλια που δέχεται από τον διεθνή Τύπο. Ο Ντερ Σπήγκελ διερωτάται: “Η Ελλάδα, το πλήρες μέλλος της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης, μια αναπτυσσόμενη χώρα;”. “Ενα αποτυχημένο κράτος;”. “Ο κατά φαντασίαν θεραπευμένος;”. Η αξιωματική αντιπολίτευση εν μέσω πολιτικών αντιπαραθέσεων με την κυβέρνηση, όπως και άλλα κόμματα, πλην ΔΗΜ.ΑΡ., δεν έδωσαν το “παρών” στην τελετή έναρξης των εργασιών της προεδρίας, να συναναστραφούν με τους Ευρωπαίους ηγέτες.
Υστερα απ’ αυτά τα ορατά κατά μίαν έννοιαν συμβαίνοντα, τι συμπεράσματα να βγάλουν, όχι οι ξένοι, αλλά και οι Ελληνες, όσο κι αν καλοπίστως θέλουν να κρίνουν τα γεγονότα;
Οταν βλέπουν το δεύτερο σε ισχύ κόμμα να συμπεριφέρεται με διγλωσσία σε θέματα στρατηγικής πολιτικής; Αν αύριο γίνει κυβέρνηση, πώς θ’ αντιμετωπίσει αυτούς που ενδεχομένως θα συνεχίσουν να κρατούν στα χέρια τους τα ηνία της Ε.Ε.;
Οταν πλέον έχει χαθεί η εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινωνίας στους θεσμούς, που οι πολιτικοί της κληρονόμησαν;
Αν το πρωτόκολλο προβλέπει προσκλήσεις των κομμάτων απ’ την κυβέρνηση και δεν τις έκανε κακώς. Αν εστάλησαν και τα κόμματα τις αποποιήθηκαν κάκιστα. Ο ρόλος τους είναι θεσμικός και θεσμικώς πρέπει να συμπεριφέρονται. Είναι χρέος προς το Εθνος. Αυτό τιμούν και όχι τα πρόσωπα, που αύριο μπορεί να μην είναι τα ίδια. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο κ. Σαμαράς μπορεί να επιχειρηματολογεί ότι ο κ. Τσίπρας με τη στάση του είναι απρόβλεπτος και η πολιτική του επικίνδυνη για την ευρωπαϊκή προοπτική, γι’ αυτό εμπιστευθείτε και στηρίχτε με. Ωστόσο, οι απ’ έξω λένε ότι ο κ. Τσίπρας “ρίχνει νερό στον μύλο της Ν.Δ.”.
Η επιλογή του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αφορά τη στρατηγική του στο εσωτερικό. Δεν έχει αποκηρύξει την Ε.Ε., δεν επιθυμεί να είναι έξω απ’ αυτήν. Πώς συμβαίνει, όμως, να μην θέλει τους Ευρωπαίους ηγέτες; Στέκει η δικαιολογία, επειδή αυτοί έφεραν σ’ αυτά τα χάλια τις χώρες της Ευρώπης; Λέει πως δεν θέλει το μνημόνιο, αλλά κρατά τη δανειακή σύμβαση. Θέλει τη χώρα στο ευρώ, να είναι ευρωπαϊκό κόμμα, ακόμη και να κατακτήσει την προεδρία της Κομισιόν, αλλά αποποιείται τον θεσμικό ρόλο, που πρέπει να παίξει σε περιπτώσεις που κρίνει επιβλαβείς. Δύσκολο να εξηγηθεί αυτή η τάση των διισταμένων απόψεών του, εκτός αν νομίζει πως έτσι θα αποκομιστεί κέρδος από το ρεύμα του αντιευρωπαϊσμού. Πρόκειται περί πολιτικής υποκρισίας.
Βρίσκεσαι σ’ αυτή την ένωση κρατών. Αν έχεις τη δύναμη να ανατρέψεις τα κακώς κείμενα, κάθεσαι και παλεύεις. Αν όχι, φεύγεις. Μέση λύση δεν χωρεί. Ο κ. Τσίπρας είχε μια ευκαιρία να ενταχθεί έστω με αμφισβητούμενους όρους σ’ αυτή την εκδήλωση, μόνο και μόνο για να περάσει ένα μύνημα, ότι μπορεί να προσαρμοσθεί στα δεδομένα. Εδώ είναι φανερό ότι Σαμαράς και Τσίπρας παίζουν κάποιο παιχνίδι. Κακόγουστο ίσως και ύπουλο μέσα στη δυστυχία του λαού. Ο κ. Σαμαράς σκέπτεται μικροπολιτικά. Του αρέσει να έχει τον κ. Τσίπρα σε απόσταση και να τον κατηγορεί για διγλωσσία ενισχύοντας την άποψή του ότι είναι ακατάλληλος. Και αυτό για να προσεταιρισθεί τη μεσαία τάξη μήπως αυξήσει τα ποσοστά του.
Το παιχνίδι αμφοτέρων είναι εις βάρος των εθνικών συμφερόντων. Θα έπρεπε να βρουν άλλους τρόπους διευθέτησης των πολιτικών τους διαφορών. Τούτο μετρά στην Ε.Ε. Οταν εκείνοι βλέπουν την πολιτική αστάθεια, αλωνίζουν. Οταν στην κρίσιμη στιγμή ο πολιτικός κόσμος κονταροχτυπιέται επί αντιλήψεων χαμηλού επιπέδου, προσφέρουν κακές υπηρεσίες και ο Μπαρόζο ξεθαρρεύει και δηλώνει ότι: “Υπάρχει φόβος για λαϊκίστικες και εξτρεμιστικές δυνάμεις που μπορούν να ανέβουν όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες ευημερούσες χώρες. Δηλώσεις που έχουν διπλή ερμηνεία, αν ληφθούν υπόψη τα περί εκλογών, που άφησε να ευνοηθεί ότι μπορεί να είναι τριπλές.
Ασχέτως αν αργότερα το διασκέδασαν, ότι εννοούσε τις ευρωεκλογές, τις δημοτικές και τις εκλογές των περιφερειαρχών.