Η απόφαση που πήρε ο αιμοχαρής πρόεδρος της γείτονος χώρας, Ταγίπ Ερντογάν, εμένα προσωπικά αλλά και χιλιάδων πιστεύω άλλων χριστιανών κι όχι μόνο ανά την υφήλιο, δεν με αιφνιδίασε.
Ηταν μια ενέργεια που την περίμενα ότι θα γίνει. Ήταν μια ενέργεια που την είχε τοποθετήσει στο πίσω μέρος του αρρωστημένου του μυαλού από τότε που πρωτοείδε το φως του ήλιου. Απλά περίμενε να την υλοποιήσει την κατάλληλη στιγμή κι αυτό έκανε. Το χειρότερο όμως και το πιο ανησυχητικό είναι ότι, χιλιάδες οπαδοί του έσπευσαν να την χαιρετίσουν, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά πόσο μίσος τρέφουν στην ψυχή τους για την Χριστιανοσύνη. Χιλιάδες χιλιόμετρα ταξίδεψαν για να παραβρεθούν στην πιο ακραία, βάρβαρη πράξη, την βεβήλωσης ενός Ιερού Μνημείου, που η ακτινοβολία του φώτιζε και την τελευταία απομακρυσμένη γωνία της Γης. Και το τρισχειρότερο θα είναι οι ενέργειες, που είμαι σίγουρος ότι τα επόμενα χρόνια θ’ ακολουθήσουν, μακάρι να βγω ψεύτης αλλά οι ενέργειες και των προηγούμενων ηγετών της Τουρκίας και σήμερα του Ερντογάν αυτό μαρτυρούν, θέλουν ν’ αφανίσουν ό,τι θυμίζει Ελλάδα μέσα στην αιματοβαμμένη χώρα τους, από το αίμα όμως χιλιάδων αθώων ανθρώπων που είχαν την ‘’ατυχία’’ να μην ρέει στις φλέβες τους τούρκικο αίμα.
Αυτοί δε δίστασαν να λιανίσουν με τα χατζάρια τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Θα διστάσουν να γκρεμίσουν Ιερά Μνημεία; Είμαστε αφελής αν πιστεύουμε κάτι τέτοιο. Ποιος δεν γνωρίζει την γενοκτονία των Ποντίων Ελλήνων, την γενοκτονία των Αρμενίων, τον ανελέητο σφαγιασμό των Κούρδων, των Σύριων κ.λπ. Άλλωστε, ποια είναι τα σχέδιά τους, το μαρτύρησε περίτρανα η παρουσία του χαλίφη –και δεν με νοιάζει αν τον λέω σωστά– στην Αγία Σοφία, την αποφράδα μέρα της βεβήλωσης του Ιερού Ναού. Την εικόνα δεν την είδα, δεν ήθελα να μείνει στην μνήμη μου, αλλά άκουσα ότι στο ένα χέρι κρατούσε το κοράνι και στο άλλο χέρι την χατζάρα.
Το να κρατάει στο ένα χέρι την χατζάρα και στο άλλο χέρι το κοράνι, έχει τελείως διαφορετικό συμβολισμό από το περιστέρι της ειρήνης με το κλαδί της ελιάς στο ράμφος του, κι όμως, ξεστόμισε και επικαλέστηκε ότι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί προωθεί την πρόοδο, την ειρήνη και τη συμφιλίωση των λαών. Ο άνθρωπος, αυτό πιστεύει κι αυτό διδάσκει. Δεν είναι δυνατό να του αλλάξουμε εμείς την γνώμη του.
Αυτός ο άνθρωπος όμως, αλλά και οι απόγονοί του, είτε το θέλουμε είτε όχι είναι και θα είναι οι αιώνιοι γείτονες της πατρίδας μας. Ποιες ήταν και ποιες είναι οι προθέσεις τους, τις γνωρίζουμε από την άλωση της Κωνσταντινούπολης μέχρι και την σημερινή δεύτερη άλωσή της. Αυτός ο κακός γείτονας δεν πτοείται με ευχέλαια, με μεσίστιες σημαίες, με προσευχές και χτυπώντας τις καμπάνες πένθιμα. Πρέπει ν’ αλλάξουμε τακτική και να τον κάνουμε να πιστέψει ότι η Ελλάδα δεν είναι ένα μικρό τουρκικό ‘’βιλαέτι’’, όπως και αυτό το είπε ο αιμοχαρής Ερντογάν.
Δεν είμαι πολιτικός, ένας απλός Έλληνας πολίτης είμαι που πονάει η ψυχή μου, όχι περισσότερο βέβαια από των άλλων ομοεθνών μου, αλλά πιστεύω ότι πρέπει ν’ αλλάξουμε τακτική, κάτι που έπρεπε να είχε γίνει από την στιγμή της συστάσεως του Ελληνικού κράτους μετά την απελευθέρωση απ’ αυτούς.
Μια σοφή παροιμία του λαού μας λέει ‘’ ο λύκος, χρώμα μπορεί ν’ αλλάξει, το χούι όμως δεν το αλλάζει ποτέ ’’. Εκείνο που φοβάται και τον κάνει να ζαρώνει στην φωλιά του είναι η φωτιά. Τίποτε άλλο δεν είναι ικανό να τον σταματήσει. Θα το σφάξει όποιο ζωντανό έχει την ατυχία να βρεθεί μπροστά του και θα πιεί το αίμα του τρώγοντας συγχρόνως τις σάρκες του. Μόνο η φωτιά τον τρομάζει και η μπαρούτι που βγαίνει απ΄ την κάνη του όποιου όπλου, που εκτός από το φονικό βλήμα του, ξερνάει, επαναλαμβάνω, και φωτιά. Το όπλο όμως για να βγάλει φωτιά και να φέρει το ποθητό αποτέλεσμα χρειάζεται να το κρατήσουν χέρια Ελληνικά.
Ένα άλλο επίσης όπλο που θα σταματήσει την παραπέρα συρρίκνωση της πολύπαθης πατρίδας μας, είναι η διδαχή, από τους δασκάλους του γένους μας, της αληθινής ιστορίας του. Και το γράφω αυτό γιατί πάρα πολλές είναι οι ανάλγητες γραφίδες, που σκόπιμα και με μεγάλη επιδεξιότητα, προσπαθούν να την στρεβλώσουν. Και το έθνος που θα ξεχάσει την ιστορία του είναι καταδικασμένο σε αφανισμό.
Κάποτε, και κλείνω με αυτό, βρέθηκα στην Αμερική, κουβέντιασα με πολλούς Έλληνες μετανάστες για διάφορα θέματα. Ένας απ’ τους πολλούς, μου είπε με παράπονο όταν τον ρώτησα αν επιθυμεί τον γυρισμό τους στην πατρίδα:
«Ναι πατριώτη…» μου είπε και δάκρυσε, «θέλω να επιστρέψω, αλλά πάντα θα με πνίγει το παράπονο και πάντα αυτό θα λέω όσο ζω. Όταν ήμουν νιος και έπλαθα όνειρα, η πατρίδα, μου τα γκρέμισε όλα. Με φόρτωσε σε ένα σαπιοκάραβο και μ’ έδιωξε από την αγκαλιά του τόπου μου. Τώρα και να γυρίσω, το ξέρω δεν θα βρω τίποτα, ή κι αν βρω κάτι πατρογονικό τι να το κάνω; Με τι κουράγιο και με ποια δύναμη, έτσι γέρος που είμαι, να δημιουργήσω; Μήτε και τα παιδιά μου θέλουν να έρθουν να εγκατασταθούν στην πατρίδα. Θλίβομαι, αλλά αυτή είναι η πικρή αλήθεια».
Τέλος, μετά από πολύ ώρα συζήτησης, τον αγκάλιασα και δάκρυσα!