Της δόξας τ’ αξερίζωτο δεντρί το θεριωμένο
στης Πίνδου τις βουνοκορφές – του γένους μας επάλξεις –
ποτάμια απ’ αίμα ελληνικό το ‘χουνε ποτισμένο
για την τιμή της λευτεριάς και τη μητέρα Ελλάδα.
Καθένα από τ’ αμάραντα του δέντρου τούτου φύλλα
είναι σελίδα λαμπερή του θρυλικού «Σαράντα»
που στους αιώνες άφθαρτο θα μείνει και σαν δάδα
φως θα σκορπάει ανέσπερο στην οικουμένη πάντα.
Εκεί στο στήθος σου έστησες τείχος να μην περάσουν
και βεβηλώσουν οι εχθροί το ελληνικό το χώμα
και του κορμιού σου απόμειναν ω σάρκες του κει πέρα
στεφάνι δάφνης φόρεσες κι ήρθες μισός πατέρα.
Τώρα πάνω στον τάφο σου που η μνήμη έχει αναμμένο
ένα καντήλι ακοίμητο σκύβω και προσκυνώ
γιατί αναπνέω περήφανος αμόλυντον αέρα
στο γαλανό που κράτησες ελεύθερο ουρανό.