Οι εκρήξεις στο μέλλον, για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης θα έχουν επιπτώσεις στη “δικτατορία” του χρήματος. Διαστάσεις επιδημίας παίρνουν οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και των φαρμάκων, οι δε καταναλωτές οδηγούνται στο συμπέρασμα, ότι όλ’ αυτά γίνονται εκουσίως και προσχεδιασμένα.
Η οικονομία μας σήμερα έχει αρκετά προβλήματα, που εμποδίζουν την ανάπτυξή της. Ταλαιπωρούνται οι πολίτες και τους δημιουργείται η αίσθηση ανασφάλειας και φαινόμενα παρακμής. Η γραφειοκρατική και ατελέσφορη διοικητική παρέμβαση αποτελεί το υπ’ αριθμ. ένα πρόβλημα της οικονομικής κρίσης.
Κάποτε θα χαθεί η μπάλα των επιδοτήσεων. Τα κοινωνικά πακέτα στήριξης για επιλεγμένες ομάδες πολιτών αφορούν την κυβερνητική προπαγάνδα με στόχο να αμβλυνθούν ακραίες κοινωνικές ανισότητες. Εκφράζονται τα συμφέροντα των ανωτέρων στρωμάτων και τούτο διότι απ’ την εξουσία. υπάρχει έλλειμμα κοινωνικής ευαισθησίας και λανθάνουσα οικονομική πολιτική. Κατάφεραν να μειωθούν τα επιτόκια καταθέσεων τόσο χαμηλά, ώστε οι καταθέτες να χάνουν περισσότερα απ’ όσα κερδίζουν σαν δανειστές.
Οι μεταβολές στις τιμές των προϊόντων διατροφής υπονομεύουν το εισόδημα των ευρυτέρων στρωμάτων του πληθυσμού. Οι κρίσεις αυτές εκδηλώνονται στους τομείς παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών. Έτσι επιβραδύνεται ο ρυθμός ανάπτυξης και αναδεικνύεται η καχεξία της αγοράς, η αλαζονεία των ταγών της εξουσίας και η απουσία μιας πειστικής εναλλακτικής λύσης απ’ την αντιπολίτευση. Αυτό είναι το ελάττωμα της κυβερνητικής πολιτικής που κάνει εγωιστές τους πολιτικούς με τις εξωπραγματικές δηλώσεις τους, τους οποίους εμείς ως αφελείς τους βλέπουμε, τους ακούμε και δυστυχώς τους ψηφίζουμε.
Το πρόβλημα δεν είναι αν ο κ. Μητσοτάκης θα συνεχίσει να κυβερνά ως σώφρων ηγέτης με μια ευρύτερα εφικτή συναίνεση και οι συνεργάτες του να κάνουν τη μια μετά την άλλη γκάφα, αλλά έστω κι έτσι αν αποδίδεται έργο. Το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο αντιμετωπίζει την πληθωριστική απειλή, που σκιάζει τις εξελίξεις και δεν έχει το σθένος να επιστρατεύσει τα αναγκαία εργαλεία ανάσχεσης της κρίσης, γιατί δεν διαθέτει ούτε πολιτική φαντασία, ούτε τόλμη. Ερμηνεύει τον πληθωρισμό σαν απόρροια της ακρίβειας, που τη θεωρεί εισαγόμενη και ότι η κούρσα της ανόδου την προκαλούν τα μεγάλα συμφέροντα.
Οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες. Ο πληθωρισμός δύσκολα θα υποχωρήσει και αν ακόμα οι τιμές των καυσίμων επανέλθουν στα προ του Ρωσοουκρανικού πολέμου επίπεδα. Ένας άλλος παράγοντας, που ενισχύει του λόγου το ασφαλές είναι ότι η κυβέρνηση δεν τολμά να συγκρουσθεί με τους ισχυρούς, διότι «διολισθαίνει σε μια εθελούσια πολιτική ικανοποίησης δημαγωγικών αιτημάτων».
Ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας δεν μπορεί να γίνει με αποσπασματικές κινήσεις και μεμονωμένα μέτρα. Χρειάζεται συνολική πρόταση, που θα στηρίζεται σε πολιτική βάση, αλλά δεν το βλέπουμε.
Ας μη χαθούμε, λοιπόν, στους μαιάνδρους της δαιμονολογίας, που μερικοί κυβερνητικοί προσπαθούν να μας εγκλωβίσουν χαρακτηρίζοντας ύποπτους, όσους τολμούν κριτική στο κυβερνητικό έργο.