Από την πρώτη στιγμή της ανόδου του, στην εξουσία ο Χίτλερ ο Aρχιμπαμπούλας αυτός του κόσμου, έθεσε σε κίνηση τον τρομερό μηχανισμό του κόμματός του, εξαπολύοντας ένα πρωτοφανές όργιο τρομοκρατίας, ένα ά- νευ προηγουμένου φοβερό ανθρωποκυνηγητό σ’ ολόκληρη την Γερμανία.
Σκοπός του η συντριβή όχι μόνο των Κομμουνιστών που αποτελούσαν τον Κύριο στόχο του, αλλά και ο πλήρης εκ μηδενισμός όλων των πολιτικών του αντιπάλων.
Κάθε φιλελεύθερη προσλαλιά έπρεπε να βουβαθεί.
Κάθε φιλελεύθερη σκέψη έπρεπε να εξαφανισθεί.
Κάθε φιλελεύθερος άνθρωπος έπρεπε να πάψει να υπάρχει.
Κύριο χαρακτηριστικό των δικτατόρων η βία, η τρομοκρατία, η πλήρης εξουθένωση και συντριβή, ο συνεχής και ανηλεής διωγμός, η πλήρης εκμηδένισης της προσωπικότητας του ατόμου. Σ’ αυτά απάνω τα πρότυπα στηρίχτηκε ο Χίτλερ για να στεριώσει και να αναβιώσει το νέο Χιλιόχρονο Τρίτο Ράιχ του.
Εμπνευστής, καθοδηγητής, και εγκανιαστής της προμελετημένης και συστηματικής αυτής τρομοκρατίας μα και των Στρατοπέδων συγκεντρώσε- ως μέγας και ένθερμος υποστηρικτής ο πρώην Δεκανέας και κατοπινός Καγκελάριος Αδόλφος Χίτλερ.
Εμπνευστής λοιπόν της τρομοκρατίας και των Στρατοπέδων Συγκεντρώσεως ο Χίτλερ ο αρχηγός, ψυχρός εκτελεστής των εντολών του Αρχηγού ο Χίμλερ, ο απαίσιας μνήμης κτηνάνθρωπος και βρωμάνθρωπος, ο οποίος μαζί με τον Αρχηδήμιο-βοηθό του Χάυντριχ, είχαν αναγάγει την εξόντωση των αντιπάλων του Γ’ Ράιχ σε επιστήμη.
Ο πρώτος και κύριος σκοπός των Γερμανικών Στρατοπέδων Συγκεντρώσεως ήταν η απομόνωση κάθε αντιπάλου της Εθνικοσοσιαλιστικής παράταξης. Απλή και μόνο υποψία, απλή και μόνο καταγγελία ήταν αρκετή για να καταλήξει κανείς στα φοβερά αυτά στρατόπεδα απομόνωσης και εξουθένωσης όπου οργίαζαν οι υπεράνθρωποι του Χίτλερ, η αριστοκρατία δηλαδή του Ναζιστικού ιδεαλισμού, η αφρόκρεμα των Ευγενεστέρων Χιτλερικών οραματισμών, τα κτηνώδη και υπάνθρωπα Ες-Ες τα σαδιστικής διάθεσης και μανίας, τα διαβολικής επινόησης και φαντασίας αιμοβόρα αυτά Χιτλερικά κατασκευάσματα, τα χυδαία και απαίσια ένστικτα των οποίων στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως εύρισκαν διέξοδο.
Τα Ες-Ες:
Οι φρικιαστικές ορδές, τα αποκτηνωμένα κτήνη, οι νέοι γενίτσαροι του Γερμανικού μεγαλείου.
Τα Ες-Ες:
Η “Αφρόκρεμα” της Γερμανικής Ράτσας.Τα ρομπότ, που χωρίς να αισθάνονται καμιά απολύτως αθρώπινη συγκίνηση, έδειχναν την πιο αμείλικτη βαρβαρότητα, την πιο απαίσια σκληρότητα στους συνανθρώπους τους κρατουμένους υποτασσόμενοι σαν αυτόματα στις επιταγές του Ραισφύρερτος Χίμλερ.
Τα στρατόπεδα Συγκεντρώσεως γρήγορα γνώρισαν μια πρωτοφανή ανάπτυξη. Οχι μονάχα στη Γερμανία, αλλά και σε όλες τις χώρες που οι ναζιστικές ορδές κατελάμβαναν, τα στρατόπεδα αυτά του θανάτου όπως ονομάσθηκαν φύτρωναν σαν μανιτάρια. Στρατόπεδο ήταν ολόκληρη η Πολωνία. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για την Ευρώπη. Ηταν ολόκληρη ένα στρατόπεδο.
Το παλαιότερο στρατόπεδο ήταν του Νταχάου κοντά στο Μόναχο. Αργότερα, ιδρύθηκαν τα στρατόπεδα της Σαξωνίας, της Θουριγγίας, του Ολτεμπουργκ. Ακολουθεί το καταραμένο Μπούχενβαλ κοντά στη Βαιμάρη, το Σάσεν Χάουζεν στο Βερολίνο. Μετά το 1940 δημιουργήθηκαν τα Στρατόπεδα του Αουσβιτς, του Μπεργκεν – Μπέλσεν κοντά στο Αννόβερο, το Μάουτ – Χάουζεν κοντά στο Λίντς και άλλα.
Καθένα από τα μεγάλα αυτά στρατοπεδα χώραγε μέχρι 35.000-40.000 κρατούμενους. Εκατομμύρια άτομα κάθε ηλικίας και τάξεως πέθαναν μέσα στις… τρύπες αυτές της κόλασης. Υπολογίζεται πως μόνο στο Αουσβιτς (Πολωνία) άφησαν τα κόκκαλά τους πάνω από τέσσερα εκατομμύρια άτομα.
Κάθε κρατούμενος έφερε τον ατομικό του αριθμό, τον οποίο αποτύπωναν με πυρωμένο σίδερο πάνω στη σάρκα του. Ετσι όλοι εκείνοι που είχαν την ατυχία να… επισκεφτούν τα διάφορα Γερμανικά στρατόπεδα και που ανήκαν στις λεγόμενες κατώτερες φυλές, έβλεπαν με κατάπληξη και πόνο να έχουν την ίδια ακριβώς μεταχείρηση των γελαδιών του Φαρ – Ουέστ. Μα αυτό ήταν το μικρότερο κακό μπροστά στα άλλα που αμέσως ακολουθούσαν.
Εργάζονταν 17 ώρες το Χειμώνα και 20 περίπου ώρες το καλοκαίρι, με μια ημίωρη παύση για το μεσημεριανό τρισάθλιο γεύμα συνήθως πατατόζουμο. Πήγαιναν στο πρωινό προσκλητήριο τραγουδώντας και επέστρεφαν το βράδι στο στρατόπεδο πάλι τραγουδώντας. Η μεγαλή πύλη του Νταχάου είχε την εξής επιγραφή: “Η εργασία είναι ελευθερία…”.
Οι τιμωρίες έπεφταν βροχή. Με το παραμικρό παράπτωμα: μπουντρούμιασμα, μαστίγωμα, κρέμασμα, πρωινή γυμναστική μέσα στο πρωινό κρύο, ανάλογα με τη διάθεση του δήμιου Ες-Ες. Ειδικά γυμνασμένα σκυλιά επαναφέρουν στην τάξη τον τυχόν δυστροπούντα κρατούμενο.
Μα όλα αυτά τα μαρτύρια, όλες αυτές οι τιμωρίες και τα βασανιστήρια ήταν απλά πταίσματα, μπροστά στα άλλα τα φρικτά και τα απαίσια που ακολουθούσαν και που είχαν σαν αποτέλεσμα το μαζικό εξολοθρεμο, τον πλήρη αφανισμό όλων εκείνων των κατηγοριών των ανθρώπων που ο Χιτλερισμός έκρινε κατώτερες.
• Γέροι-τρελλοί-ανίατοι, θεωρούμενοι σαν ανώφελο βάρος για την Γερμανική πολεμική μηχανή σκοτώθηκαν με τα αέρια, ή με ειδικές ενέσεις, σε ειδικά για το σκοπό αυτό θεραπευτήρια που λειτουργούσαν σε παραρτήματα των στρατοπέδων ή και μέσα στα στρατόπεδα.
• Οσοι δεν μπορούσαν να εργασθούν, τους έστελναν κατευθείαν στα κρεματόρια. Είχαν την εντύπωση ότι τους πάνε για μπάνιο. Οταν η αίθουσα γέμιζε, τα Ες-Ες την έκλειναν αεροστεγώς, και έριχναν μεσα τα ασφυξιογόνα αέρια. Πέντε λεπτά απέραντης αγωνίας μέχρις ότου να έλθει ο θάνατος.
Πολλοί στην προσπάθειά τους να ζήσουν, βρέθηκαν σκαρφαλωμένοι στα παράθυρα σε φρικτές στάσεις, με παραμορφωμένα, αλλοιωμένα, τα χαρακτηριστικά τους σε απίστευτο βαθμό. Οσοι αντίκρυσαν τέτοιες τρομακτικές σκηνές και έζησαν, δεν μπόρεσαν να ξεχάσουν ποτέ όσα χρόνια κι αν πέρασαν τις συγκλονιστικές αυτές σκηνές του μαζικού αφανισμού τόσων εκατοντάδων ανθρώπων με τέτοιο απάνθρωπο θάνατο.
Στη συνέχεια ψείριζαν τα πτώματα. (Δεν διέφερε καθόλου το ψείρισμα των Γερμανών από το τσικάρ των Τούρκων). Τους έβγαζαν τα δακτυλίδα, τις βέρες, τα βραχιόλια, τα διαμαντικά και τα χρυσαφικά,τα χρυσά δόντια, τους έπαιρναν τα ρούχα, τα παπούτσια, τις κάλτσες, τα εσώρουχα, και έτσι γυμνά όπως ήταν τα πτώματα τα μετέφεραν στους φούρνους… για σαπούνι.
Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Ολα για το Τρίτο Ράιχ.
• Τους μετέδιδαν μικρόβια ελονοσίας, εξανθηματικού τύφου για να δόκιμά- · σουν πάνω τους διάφορα εμβόλια. Ετσι οι κρατούμενοι καταντούσαν ζωντανά πειραματόζωα.
Καμιά θηριωδία δεν απόμεινε που να μην την δοκιμάσουν οι Χιτλερικοί δήμιοι Η ανθρώπινη εγκληματικότητα σ’ όλη της τη φρίκη. Η Γερμανική ανανδρία σ’ όλη της την μεγαλοπρέπεια.
Οι τρίχες όλου του κόσμου σηκώθηκαν, όταν τα νικηφόρα συμμαχικά τμήματα μπήκαν στα πρώτα στρατόπεδα συγκεντρώσεως του Χίτλερ.
Οι ανάσες όλης της ανθρωπότητας σταμάτησαν όταν η 3η στρατιά του Πάττον μπήκε στο στρατόπεδο του Ορντουφ. Ο Μπράντλευ στα απομνημονεύματά του περιγράφει…
«Η Μυρωδιά του θανάτου μας κατέλαβε ακόμα πριν περάσουμε το συρματόπλεγμα. Περισσότερα από 3,200 γυμνά επισχνασμένα πτώματα είχαν ρηχτεί μέσα σε ρηχούς τάφους. Αλλα κείτονταν στον δρόμο όπου είχαν πέσει. Οι ψείρες σέρνονταν πάνω στο κιτρινισμένο δέρμα των κοκκαλιασμένων πτωμάτων τους. Ενας φρουρός μας έδειξε το αίμα που είχε πήξει σε μαύρες κηλίδες όπου οι κρατούμενοι πέθαιναν της πείνας. Είχαν ξεριζώσει τα εντόσθια των πεθαμένων για να φάνε.
Ο Πάττον περπάτησε σε μια γωνιά και έκανε εμετό. Εγώ ήμουν τόσο ταραγμένος που δεν μπορούσα να μιλήσω…».
Σάστισαν οι σύμμαχοι σαν ανακάλυψαν τους ομαδικούς τάφους με τις χιλιάδες άταφους νεκρούς στο στρατόπεδο του Μπέλσε, όπου κυριολεκτικά ωργίασαν οι ξανθές σκύλες.
Σε κάθε νέα φουρνιά αιχμαλώτων, παρούσες και οι σκύλες. Με μάτια ανέκφραστα στέκονταν στην είσοδο του στρατοπέδου και περίμεναν να περάσουν οι… άντρες.
Ξεδιάλεγαν όσους ήθελαν, συνήθως προτιμούσαν τους γεροδεμένους όμορφους νέους.
Οι δυστυχισμένοι νόμιζαν πως γλύτωσαν τον θάνατο, μα που νάξεραν, που να φαντάζονταν πως οι ξανθές σκύλες τους προετοίμαζαν για κάποιο άλλο ειδικό ρόλο που θα τους οδηγούσε στον θάνατο.
Ακολουθούσαν μέρες και νύχτες συνεχούς κραιπάλης, άγριων ομαδικών οργίων όπου οι ακόλαστες οι αχόρταγες νέες Μεσσαλίνες έπαιζαν τον πρώτο ρόλο. Σε ελάχιστες ημέρες οι ευνοούμενοι αιχμάλωτοι, πραγματικά ράκη δεν μπορούσαν να πάρουν τα πόδι ατούς. Τότε ερχόταν το τέλος τους. Οι ίδιες οι ακόλαστες σκύλες τους σκότωναν ή τους έστελναν στους φούρνους. Εν συνεχεία περίμεναν την νέα φουρνιά που δυστυχώς δεν αργούσε να έλθει.
Σάστισαν οι Σύμμαχοι σαν αντίκρυσαν τις σκύλες του Μπέλσεν με τα πέτσινα μαστίγια στα χέρια, τα ακόρεστα δολοφονικά ένστικτα, την ακόρεστη ερωτική δίψα και τ’ ανέκφραστα ξεθωριασμένα μάτια.
Σάστισαν οι Σύμμαχοι σαν αντίκρυσαν τους τεράστιους ομαδικούς τάφους των διαφόρων Γερμανικών Στρατοπέδων. Σάστισαν σαν είδαν τα κρεματόρια του Μπούχενβαλτ και του Άουσβιτς, τα τσιγκέλια του Νταχάόυ.
Εκατομμύρια άνθρωποι όλων των φυλών και των εθνών πέρασαν από τα στρατόπεδα αυτά της φρίκης και του θανάτου. Οι περισσότεροι πέθαναν, αφού πέρασαν όλου του είδους τα μαρτύρια, που η σαδιστική, εγκληματική Ναζιστική φαντασία επενόησε και κατασκεύασε. Ελάχιστοι γλίτωσαν…
Πέρασαν 73 χρόνια από το τέλος του Β’ παγκόσμιου πόλεμου, 73 χρόνια απο τοτε που έπαψαν να λειτουργούν τα στρατόπεδα αυτά της μαζικής εξολόθρευσης των ανθρώπων.
73 χρόνια από τότε κι ακόμη η ανάμνηση των φοβερών εκείνων Στρατοπέδων ζει… και πρέπει να ζει για να θυμίζει σ’ όλους μας τις τραγικές στιγμές που πέρασε η ανθρωπότητα.
…και πρέπει να ζει για να θυμίζει σε κάθε μικρό ή μεγάλο χιτλερίσκο- δικτατορίσκο ότι όσοι τολμήσουν να ξαναδημιουργήσουν Στρατόπεδο θανάτου, μια Χιροσίμα ένα Ναγκασάκι, ένα Κατύν θα έχουν οπωσδήποτε το τέλος που τους αξίζει, το τέλος δηλαδή που έχουν όλοι οι δικτάτορες.
*Ο Ιωάννης Κουρουτάκης είναι λογοτέχνης