Στὴν Παλαιὰ καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη συναντᾶμε πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις, ἀκόμη καὶ τόπους ποὺ ἔχουν ἀποκτήσει συμβολισμὸ καὶ χρησιμοποιοῦνται, ὅταν θέλουμε νὰ δώσουμε ἔμφαση στὸ λόγο.
Ἀπὸ τὸν Ἰούδα, τὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, τὸν Γολγοθᾶ, τὸν Κρανίου τόπο, τὸν Ἡρώδη, τὸν ἄπιστο Θωμᾶ, τοὺς ὑποκριτὲς Φαρισαίους καὶ τὸν Σίμωνα τὸν Κυρηναῖο (ποὺ τὸν ἀγγάρεψαν νὰ σηκώσει τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ) μέχρι τὸν πύργο τῆς Βαβέλ, τὰ Σόδομα καὶ Γόμορα, τὶς Ἱερεμιάδες, τὸν Βενιαμίν, τὶς “πληγὲς” τοῦ Φαραώ, τὸν Ἰὼβ καὶ τὴν ὑπομονή του, τὸν Μαθουσάλα καὶ τὰ ἑκατοντάδες χρόνια ποὺ ἔζησε μποροῦμε νὰ βροῦμε πολλὰ ἀκόμη παραδείγματα. Ὅλα δείχνουν τὸ ἰσχυρὸ ἀποτύπωμα ποὺ ἔχουν ἀφήσει στὴ μνήμη καὶ στὴ συνείδηση τῶν ἀνθρώπων οἱ σχετικὲς μὲ αὐτὰ τὰ θέματα ἀναφορὲς καὶ διηγήσεις τῶν Γραφῶν. Διόλου ἀνεξήγητο αὐτό, ἂν ἀναλογιστοῦμε ὅτι περιλαμβάνονται κατὰ κάποιο τρόπο στὶς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτὸ τὸ τελευταῖο δὲν συμβαίνει μὲ τὰ κείμενα ποὺ ἔχουν διασωθεῖ ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα – ἀπὸ τὴν πρώιμη μέχρι καὶ τὴν ὕστερη. Διότι καὶ ὁ χῶρος αὐτὸς ἔχει δώσει πλούσιο ὑλικὸ γιὰ συμβολισμοὺς καὶ ὑποδηλώσεις. Ὑλικὸ ποὺ ἐπίσης χρησιμοποιεῖται εὐρύτατα – ἴσως χωρὶς νὰ εἶναι γνωστὴ σὲ ὅλους ἡ προέλευσή του. Τὸ νὰ ἐπιχειρήσει δὲ κάποιος νὰ παρουσιάσει ἔστω καὶ μὲ συντομία τὸ θέμα εἶναι κάτι ποὺ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια ἑνὸς ἄρθρου σὲ ἐφημερίδα. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ θὰ ἀναφέρω κατ’ ἐπιλογὴν παραδείγματα μὲ σύντομες παρατηρήσεις. Χωρὶς νὰ λείπουν ὀνόματα ὑπαρκτῶν/ἱστορικῶν προσώπων, τὰ περισσότερα προέρχονται ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς Μυθολογίας. Εἶναι τοῦτο φυσιολογικό, ἀφοῦ μέσω τῶν μύθων εἶχαν προσπαθήσει νὰ ἑρμηνεύσουν τὰ ἀνεξήγητα προσδίδοντας ποικίλες ἰδιότητες (καὶ συμβολισμοὺς) σὲ πρόσωπα τοῦ κόσμου τόσο τῶν θνητῶν ὅσο καὶ τῶν ἀθανάτων (ἡ ἔλλειψη γνώσεων ἐπιστημονικῶν ἢ προεπιστημονικῶν εἶχε αὐτὴν τὴ συνέπεια).
Πρόσωπα καὶ χαρακτηρισμοί τους μὲ βάση τὶς πράξεις των εἶναι ὁ Ἐφιάλτης, ὁ Σάτυρος, ἡ Μέγαιρα (μία ἀπὸ τὶς Ἐρινύες), ἡ Μήδεια, οἱ Λωτοφάγοι. Στὴν ἴδια σχεδὸν κατηγορία ἀνήκουν πρόσωπα τῶν ὁποίων ἐπιλέγονται καὶ τονίζονται τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦν καὶ ἡ συμπεριφορά: Κέρβερος, Κασσάνδρα, Πυθία, Σφίγγα, Σίβυλλα.
Γιὰ καταστάσεις τῆς ζωῆς συνηθίζονται οἱ Συμπληγάδες, ἡ Λερναία Ὕδρα, ὁ Σίσυφος, ἡ Χίμαιρα, οἱ Εἵλωτες, ἡ Σκύλα μὲ τὴ Χάρυβδη, οἱ Σειρῆνες, ὁ Ἑρμαφρόδιτος. Γιὰ συνέπειες πράξεων οἱ ἀσκοὶ τοῦ Αἰόλου, οἱ Ἐρινύες. Σὲ εἰδικὲς περιπτώσεις, καὶ γιὰ νὰ δοθεῖ ἔμφαση, ἐπιστρατεύεται ὁ Προκρούστης, ἐνῶ ἡ πρόθεση γιὰ διδαχὴ βρίσκει ὑλικὸ στὸ δίδυμο Προμηθέας – Ἐπιμηθέας.
Ἡ Ἀμάλθεια μὲ τὸ Κέρας, ἡ Γοργόνα, ὁ Ἴκαρος (Σχολὴ Ἰκάρων προετοιμάζει τοὺς ἀεροπόρους), ἡ Πανάκεια ἔχουν, ἐπίσης, πολὺ συχνὴ παρουσία στὴ γλώσσα μας.
Θεωρῶ περιττὸ νὰ ὑπενθυμίσω συμβολισμοὺς ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν θεῶν καὶ (πέραν τῶν ὀλίγων ποὺ ἤδη ἀνέφερα) θεοτήτων. Ἀπὸ τὴ μικρὴ ἡλικία μας, ἀπὸ τὰ χρόνια στὸ Δημοτικό, διδασκόμαστε τὰ σχετικὰ μὲ τὸ τί κάθε θεὸς ἢ θεὰ ἀντιπροσώπευε (“προστάτευε”, μᾶς ἔλεγαν). Ἀθηνᾶ-σοφία, Ἥφαιστος-φωτιά, Ἄρης-πόλεμος, Ἑστία-οἰκογένεια εἶναι λίγα ἀπὸ τὰ δεκάδες ἢ καὶ ἑκατοντάδες σχήματα. Παραπομπὴ ὅμως στὸ χῶρο αὐτό, ὅταν γίνεται, λειτουργεῖ μὲ τρόπο διαφορετικὸ σὲ σχέση μὲ ὅσα προαναφέρθηκαν: ἁπλῶς εἶναι συγγνωστὴ ἐπίδειξη γνώσεων ποὺ ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ δώσουμε ποικιλία, εὖρος καὶ βάθος στὸ λόγο.
Στὴν ὁμάδα τῶν ἄλλων ὀνομάτων βρίσκουμε συμβολισμοὺς ποὺ ἀναφέρονται στὴν οὐσία τῶν συζητήσεών μας. Πρόκειται ὅμως μόνο γιὰ μέσον τὸ ὁποῖο χρησιμοποιοῦμε, προκειμένου νὰ ἀποκτήσει ὁ λόγος μεγαλύτερη σαφήνεια καὶ ἀκρίβεια. Ἡ παρομοίωση, ἡ μεταφορὰ ἢ ἀλληγορία εἶναι τὰ σχήματα ποὺ ὁδηγοῦν στὸ ἐπιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Λέμε π. χ. ὅτι κάποιος συμπεριφέρεται σὰν τὸν Προκρούστη (προσαρμόζοντας μιὰ κατάσταση στὰ μέτρα ποὺ τὸν ἐξυπηρετοῦν) ἢ ὅτι βασανίζεται ὅπως ὁ Σίσυφος ἢ ὅτι ἡ ζωή του μοιάζει μὲ τὴ ζωὴ ποὺ εἶχαν στὴ Σπάρτη οἱ Εἵλωτες ἢ ὅτι συνηθίζει νὰ μιλάει μὲ ἀμφίσημες κουβέντες ὅπως ἡ Πυθία, κ.λπ. Ἐννοῶ ὅτι σὲ κανέναν δὲν “ἀλλάζουμε” τὸ ὄνομα βάζοντας στὴ θέση του ἐκεῖνο ποὺ ταιριάζει στὴ συμπεριφορά του.
Αὐτὸ γιὰ τὰ ὀνόματα ποὺ προανέφερα. Ἐπειδὴ σκόπιμα παρέλειψα ἕνα (ἴσως εἶναι καὶ τὸ μοναδικὸ) ποὺ χρησιμοποιεῖται μὲ τρόπο διαφορετικό. Εἶναι τὸ ὄνομα ποὺ εἶχε ὁ γιός, κατὰ τὴ Μυθολογία, τῆς νύμφης Λειριώπης καὶ τοῦ ποταμοῦ Κηφισοῦ τῆς Βοιωτίας. Νάρκισσος τὸ ὄνομά του, καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα τὰ χαρίσματά του ἡ σωματικὴ ὀμορφιά του.
Παρένθεση γιὰ τὴ σημασία τῶν ὀνομάτων: Λειριώπη ἡ μητέρα, ἐπειδὴ ἡ ὄψη της ἦταν σὰν “λείριο”. Καὶ “λείριον” ὀνομαζόταν ὁ “λευκὸς κρίνος”, ἦταν ὅμως καὶ ἄλλη ὀνομασία τοῦ λουλουδιοῦ “νάρκισσος”. Μητέρα, δηλαδή, καὶ γιὸς ὄχι μόνο εἶχαν τὴν ὀμορφιὰ τοῦ ἴδιου ἄνθους, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπενθύμιζαν μὲ τὸ νὰ ἔχουν τὰ δύο ὀνόματά του. Τὰ ὁποῖα, σημειωτέον, εἶναι ἄγνωστης ἐτυμολογίας, πιθανολογεῖται δὲ ὅτι ἡ καταγωγή τους βρίσκεται σὲ γλώσσα τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου.
Ἐπιστρέφουμε στὸν υἱὸ Νάρκισσο. Οἱ σχετικὲς μὲ αὐτὸν παραδόσεις ποικίλλουν, τὶς συνδέει ὅμως τὸ σωματικό, καὶ μάλιστα τὸ τοῦ προσώπου, κάλλος τοῦ νεανία. Τὴν πιὸ διαδεδομένη παράδοση σώζει ὁ Ρωμαῖος ποιητὴς Ὀβίδιος. Σύμφωνα μὲ αὐτήν, ὁ Νάρκισσος πῆγε στὶς ὄχθες μιᾶς λίμνης καὶ ἔμεινε ἐκεῖ νὰ θαυμάζει τὸ πρόσωπό του ποὺ καθρεφτιζόταν στὸ νερὸ τῆς λίμνης. Ἡ νύμφη Ἠχὼ βλέποντάς τον τὸν ἐρωτεύθηκε, αὐτὸς ὅμως ἦταν ἀφοσιωμένος στὸν αὐτοθαυμασμὸ καὶ δὲν ἀνταποκρινόταν στὸν ἔρωτά της. Καὶ τῆς μὲν νύμφης ἡ φωνὴ σιγὰ σιγὰ ἐξασθενοῦσε, ὥσπου ἀκούγονταν οἱ τελευταῖες μόνο λέξεις, ὁ δὲ Νάρκισσος στὸ τέλος πέθανε δίπλα στὸ νερὸ ποὺ χρησιμοποιοῦσε γιὰ καθρέφτη. Σύμφωνα μὲ ἄλλη ἐκδοχή, ὁ Νάρκισσος ἐρωτεύθηκε τὸν ἑαυτό του, μέχρι ποὺ στὸ τέλος ἀπελπισμένος αὐτοκτόνησε.
Στὴ μυθικὴ αὐτὴ διήγηση γιὰ τὸν Νάρκισσο ὀφείλεται ὁ ὅρος “ναρκισσισμός”, ποὺ δηλώνει ἰδιότητα ἢ συνήθεια ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, ὄχι ἁπλῶς αὐτό: εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ διακρίνεται ἀπὸ μεγαλομανία, ἐγωπάθεια, ὑπερβολικὴ αὐταρέσκεια, ἐγωλατρία, αὐτοθαυμασμό, ἀπεριόριστη φιλοδοξία. Φτάνει στὸ σημεῖο νὰ μὴν ἀναγνωρίζει κανένα λάθος ἢ ἐλάττωμά του, καμία ἀτέλειά του. Ἔχει ἰσχυρὴ τὴν ἐπιθυμίὰ γιὰ κυριαρχία πάνω στοὺς ἄλλους, τοὺς ὁποίους θεωρεῖ κατώτερους. Ὁ ἴδιος δὲν φταίει ποτὲ γιὰ τίποτε, ἐνῶ “ξέρει” νὰ δίνει συμβουλὲς γιὰ τὰ πάντα. Τελικά, χωρὶς νὰ ὑποβάλλει τὸν ἑαυτό του στὴν κριτική, (πιστεύει ὅτι) εἶναι τὸ κέντρο τοῦ κόσμου.
Γιὰ ἄνθρωπο μὲ τέτοια συμπεριφορὰ δὲν λέμε ὅτι μοιάζει μὲ τὸν μυθικὸ Νάρκισσο, ἀλλὰ ὅτι εἶναι Νάρκισσος – καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκεται ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ ὄνομα αὐτὸ καὶ σὲ ὅσα σημειώθηκαν νωρίτερα.
Ὡς ἐπίμετρο ἀξίζει νὰ προστεθεῖ τοῦτο:
Εὔκολα διαπιστώνεται (ὅπως ἤδη ἀνέφερα) ὅτι ὅσα ὀνόματα σημειώθηκαν προέρχονται (μόνο) εἴτε ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα εἴτε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή. Μὲ συντομία ἐξηγήθηκε γιατί συνέβη αὐτό. Θὰ μποροῦσε ὅμως κάποιος νὰ ρωτήσει: “ἀνάλογες περιπτώσεις γιὰ τὴ μετέπειτα ἐποχὴ καὶ μέχρι τὶς μέρες μας δὲν ὑπάρχουν;”. Ἡ ἀπάντηση εἶναι “ὑπάρχουν· λίγες ὅμως, ἂν λάβουμε ὑπόψη ὅτι πρόκειται γιὰ μιὰ χρονικὴ περίοδο περίπου δύο χιλιετιῶν”.
Καὶ πράγματι, πρόχειρα εἶμαι σὲ θέση νὰ μνημονεύσω τὸν Χρυσόστομο (“πές τα, Χρυσόστομε! “, εἶναι ἡ γνωστὴ φράση), τοὺς Βανδάλους (καὶ τὸ παράγωγο βανδαλισμός), τὶς Σταυροφορίες (“ἔχει ξεκινήσει σταυροφορία γιὰ καταπολέμηση τῶν ναρκωτικῶν”), τὴν Μαρία Ἀντουανέτα (γιὰ ἀκατάδεκτες πλούσιες-ἀριστοκράτισσες), τὸν Τσάρο (“ὁ τσάρος τῆς οἰκονομίας”), τὸν Ἀινστάιν (γιὰ διάνοιες-εὐφυΐες), τὸν Λούη (“ἔγινε Λούης”), τὸν Τόφαλο (γιὰ πολὺ εὔσωμους), τὸν Πτωχοπρόδρομο (γιὰ ὑπογράμμιση τῆς φτώχειας ἑνὸς ἀνθρώπου καὶ τῆς μεμψιμοιρίας του), τὸ ἐπίθετο ὁσία (“μᾶς κάνει τὴν ὁσία Μαρία, ἀλλὰ ξέρουμε τί εἶναι”), ἀπὸ τὰ γεγονότα τοῦ 1453 τὴν Κερκόπορτα. Καὶ ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς λογοτεχνίας ἀναφέρω ἁπλῶς τὰ ὀνόματα Κουασιμόδος, Σάυλοκ, Ροβινσώνας, Παπατρέχας, Δον Κιχώτης, Γαργαντούας, Μόγλης.
Ἡ ἐξήγηση γιὰ τὸν περιορισμένο ἀριθμὸ εἶναι προφανής: δὲν ὑπάρχει πλέον ὁ χῶρος τῆς Μυθολογίας μὲ τὸ πλούσιο ὑλικό του καὶ μὲ τὴν ἔξαψη τῆς φαντασίας ποὺ προκαλοῦσε. Ἐνῶ, ὡς πρὸς τὴν Ἁγία Γραφή, τὸ ὑλικό της ἀναπαράγεται κατὰ τὸν τρόπο ποὺ σημειώθηκε στὴν ἀρχή. Ἄλλες πηγές, καὶ ἂν ἐντοπιστοῦν, λίγα θὰ ἔχουν νὰ προσθέσουν.
*Ο Γεώργιος Ἰ. Λουπάσης είναι
Φιλόλογος
Οι Νάρκισσοι δεν χάνουν ευκαιρία να δείχνουν πόσο θαυμάζουν τον εαυτό τους. Φροντίζουν και να τον προβάλλουν όπως γίνεται συχνά με άντρες και γυναίκες που γράφουν διάφορα και που νομίζουν πως είναι σπουδαία ποιήματα ή διηγήματα κλπ. Έτσι κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.