« Από την κρίση οι Έλληνες θα ανακάμψουν και θα βγουν πιο δυνατοί πάλι μπροστά» λέει στις “διαδρομές” ο κορυφαίος φωτογράφος του διεθνούς ειδησεογραφικού πρακτορείου MAGNUM Κωνσταντίνος Μάνος ο οποίος πρόσφατα βρέθηκε στα Χανιά κατά τη διάρκεια του “Φull frame festivaΛ” που διοργάνωσαν η ΛΕΦΚΙ μαζί με τη Φωτοσκίαση.
Γεννημένος από γονείς Ελληνες μετανάστες στην Columbia της Νότιας Καρολίνας, με τη μοναδικότητα και την πρωτοτυπία της δουλειάς του κατάφερε να γίνει ένας από τους πιο διάσημους φωτογράφους του κόσμου. Ο ίδιος προσπαθεί να αιχμαλωτίσει στα κάδρα του
καθημερινές σκηνές ανθρώπινων δραστηριοτήτων, που όμως λόγω της ιδιαίτερης οπτικής γωνίας του καλλιτέχνη προβάλλουν υπαινικτικά το διαφορετικό, το πρωτότυπο, κάνοντάς τις μοναδικές. Άλλωστε όπως λέει, «σε κάθε τι ωραίο, υπάρχει κάτι παράξενο».
Αυτήν την περίοδο θα επέλεγε να φωτογραφίσει σε ασπρόμαυρο την Αθήνα γιατί είναι ο καθρέπτης της Ελλάδας επισημαίνει ο καταξιωμένος Ελληνας φωτογράφος, ξετυλίγοντας στις “διαδρομές” την ιστορία της ζωής του…
-
Πώς ξεκίνησατε να ασχολείστε με την φωτογραφία;
Όταν ήμουν 13 χρονών στο σχολείο μας είχαμε Λέσχη Φωτογραφίας και έναν σκοτεινό θάλαμο. Υπήρχε μια δασκάλα που ήταν η μοναδική δασκάλα που είχα στη ζωή μου. Για όλα τα άλλα είμαι αυτοδίδακτος. Διότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν workshops και εργαστήρια. Ήταν δύσκολο να μάθεις φωτογραφία. Ακόμη και οι φωτογραφικές μηχανές δεν ήταν αυτόματες άλλα έπρεπε να ξέρεις να μετρήσεις το φως με φωτόμετρο, να βάλεις ταχύτητα, να νετάρεις με το μάτι. Ελάχιστοι άνθρωποι είχαν επαγγελματικές μηχανές. Και εγώ έπεσα με τα μούτρα στον “σκοτεινό θάλαμο” γιατί τρελάθηκα μαζί του και έτσι μέσα σε δύο χρόνια ήμουν πολύ καλός στον σκοτεινό θάλαμο, εμφάνιζα φιλμ, έκανα τυπώματα. Έπειτα πήγα στο Πανεπιστήμιο. Υπήρχε σχολή δημοσιογραφίας και με ενδιέφερε το φωτορεπορτάζ.
Πήρα υποτροφία αλλά μετά από ένα μήνα το παράτησα γιατί δεν είχα να
μάθω περισσότερα από ό,τι ήδη ήξερα. Σπούδασα όμως και πήρα δίπλωμα στην Αγγλική Λογοτεχνία έτσι η μόρφωση μου ήταν πιο πνευματική, έμαθα Ιστορία της Τέχνης, Μουσική.
Και αυτό μου έκανε πολύ καλό. Όταν ήμουν 17 χρονών γνώρισα μέσα από τα περιοδικά τη δουλειά του διάσημου Γάλλου φωτογράφου Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν και άρχισα να “αντιγράφω” τον τρόπο που δούλευε, τότε αγόρασα την πρώτη μου Leica μηχανή. Είχα φιλοδοξίες να πάω στην Νέα Υόρκη και να μπω στο πρακτορείο Magnun που είχε ιδρύσει ο Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν και εν τέλει μπήκα.
-
Ποιος είναι ο καλύτερος φίλος ενός φωτογράφου; Είναι η μηχανή του, το μάτι του ή η τύχη;
Είναι όλα αυτά μαζί. Όλα χρειάζονται. Πρέπει πρώτα να ξέρεις πώς θα δουλέψεις την μηχανή σου, για καθε κατάσταση. Αυτό είναι το κυριότερο.
Στην σχολή ρωτάω τους μαθητές γιατί επέλεξαν να μάθουν να φωτογραφίζουν και όχι να παίζουν ένα μουσικό όργανο π.χ. βιολί. Διότι θέλει πολύ χρόνο να μάθεις να παίζεις σωστά τις νότες ενώ με την μηχανή είναι πολύ εύκολο να τραβήξεις μια άσχημη φωτογραφία. Ολοι νομίζουν ότι μπορούν να γίνουν φωτογράφοι αλλά είναι πολύ δύσκολο. Μετά πρέπει κάθε φωτογράφος ο οποίος είναι σοβαρός να ξέρει τι θέλει να φωτογραφίσει, να σκεφτεί πριν τραβήξει μια φωτογραφία. Τι υλικό θέλει να δουλέψει και πού θα το ψάξει.
-
Ποια είναι τα αγαπημένα σας θέματα για φωτογράφιση; Είναι ανθρωποκεντρικά; Είναι ομορφες ή παράξενες στιγμές, στιγμές ιστορίας ή κουλτούρας ενός λαού;
Σε κάθε κατάσταση ανταποκρίνομαι με διαφορετικό τρόπο. Μου αρέσει να “φτιάχνω” φωτογραφίες, βάζοντας πράγματα μαζί, και από κάτι συνηθισμένο, να κάνω κάτι παράξενο. Ο ποιητής Arthur Rimbaud είχε πει πως “In everything beautiful there is something strange, δηλαδή “Σε τι ωραίο, υπάρχει κάτι παράξενο”. Ετσι είχα την ιδέα να φωτογραφίζω αυτό
που φαίνεται συνηθισμένο και να το κάνω σπουδαίο. Να έχω συνηθισμένα υλικά και
να τα δουλεύω με το φως, να τα βάζω μαζί για να τραβήξω μια φωτογραφία που
είναι πρωτότυπη, μοναδική, που δεν έχεις ξαναδεί και δεν θα ξαναδείς ποτέ. Μια ιδιαίτερη στιγμή που δεν έχει γίνει ποτέ πριν και δεν θα γίνει ποτέ μετά. Επίσης δεν θέλω να εξηγώ τις φωτογραφίες μου, γιατί χάνεται η φαντασία. Θέλω ο καθένας να βλέπει τις φωτογραφίες, να τις αισθάνεται και να συμπεραίνει ό,τι θέλει εκείνος.
-
Τι χρειάζεται ένας φωτογράφος για να υιοθετήσει με επιτυχία το δικό σας φωτογραφικό στυλ;
Το πρώτο είναι ότι ο φωτογράφος χρειάζεται φαντασία. Πρέπει να ξέρει τι ψάχνει και να ξέρει πού να βρει το υλικό από το οποίο να φτιάξει μια φωτογραφία σαν αυτή που θέλει. Ορισμένοι φωτογράφοι φωτογραφίζουν μόνο τη νύκτα. Εγώ φωτογράφιζα για το American colour, το απόγευμα όταν πέφτει ο ήλιος με αυτό το θερμό, πλούσιο χρώμα και όμως αν παρατηρούσες προσεκτικά δεν υπήρχε κανένα σημείο ούτε μιας φωτογραφίας θαμπής,
όλες ήταν πεντακάθαρες. Το δεύτερο είναι ότι δεν υπάρχει καμία φωτογραφία όπου
κανείς κοιτάζει την μηχανή. Όλα είναι σαν να βλέπεις μέσα από τζάμι τη ζωή.
-
Εχετε πει πως θα επιλέγατε να φωτογραφίζατε αυτήν την περίοδο την Αθήνα σε ασπρόμαυρο γιατί είναι ο καθρέπτης της Ελλάδας. Πώς θα ήταν μια φωτογραφία σας που θα μπορούσε να απεικονίζει την χώρα μας αυτήν την στιγμή;
Αν ζούσα στην Ελλάδα, θα “τραβούσα” την Αθήνα σε μαυρόασπρη φωτογραφία, επειδή υπάρχει πολύ υλικό ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο, πολλές ανθρώπινες, ελληνικές στιγμές. Όμως δυστυχώς δεν έχω ούτε τη δύναμη ούτε την θέληση για να αρχίσω μια τόσο μεγάλη φωτογραφική δουλειά τώρα… Εγώ δεν είμαι πολιτικός φωτογράφος, ενδιαφέρομαι οι φωτογραφίες μου να “μιλάνε” από μόνες τους μετά από εκατό χρόνια χωρίς να υπάρχει κάποιο γραπτό σχόλιο ως λεζάντα.
-
Εσείς τι προτιμάτε, έγχρωμη ή ασπρόμαυρη φωτογραφία;
Για μένα υπάρχει διαφορά μαύρου και άσπρου. Το έγχρωμο δεν είναι τόσο ανθρώπινο σαν το ασπρόμαυρο. Διότι όταν φεύγει το χρώμα μένει ο άνθρωπος πιο πολύ. Η αλήθεια είναι πως αυτός που ανακάλυψε τη φωτογραφία αν μπορούσε θα την έκανε έγχρωμη διότι ο κόσμος δεν είναι άσπρος – μαύρος. Το άσπρομαυρο είναι πιο αφηρημένο χωρίς τα χρώματατα.
Οι άνθρωποι στο άσπρο-μαύρο είναι πιο αληθινοί και πιο συμπαθητικοί, διότι λείπει το χρώμα. Για παράδειγμα η δουλειά μου στο American colour δεν είναι τόσο ανθρώπινη όσο το Greek portfolio, το οποίο έχει μια ποίηση. Υπάρχουν κάποιες στιγμές που φωτογραφικά δεν τις περιμένεις και δεν μπορείς να τις σκεφτείς.
Οταν η μηχανή μπορεί να πιάσει μια στιγμή ανθρώπινη, αυτό “δουλεύει” (αποτυπώνεται) καλύτερα στο ασπρόμαυρο.
Εμένα τώρα, μετά από χρόνια με ενδιαφέρει και πάλι το άσπρο μαύρο. Και η νέα δουλειά που θα κάνω στην Αμερική θα είναι σε ασπρόμαυρο.
-
Πώς είδατε το επίπεδο των φωτογράφων στα Χανιά;
Είδα τα πορτφόλιο, τη δουλειά κάποιων παιδιών εδώ, οι οποίοι είναι αρκετά καλοί φωτογράφοι και προοδευμένοι. Οι καλύτεροι από αυτούς είχαν βρει τον “δρόμο” τους για να κάνουν μια μεγάλη δουλειά π.χ. κάποιος φωτογράφιζε έγχρωμο τη νύκτα με φιγούρες, σκιές και χρώματα. Αυτό είναι μια αρχή για ένα βιβλίο, μια έκθεση…
-
Ποια είναι η γνώμη σας για την εξέλιξη της τεχνολογίας στην φωτογραφία;
Πολλοί νέοι προτιμούν να δουλεύουν με φιλμ και με σκοτεινό θάλαμο αλλά εγώ ξέρω και το έχω διαπιστώσει ότι αν κάποιος γνωρίζει τι θέλει να τραβήξει και έχει την υπομονή, μπορεί με την τεχνολογία να κάνει μια φωτογραφία η οποία έχει τραβηκτει ψηφιακά να φαίνεται πως έχει βγει από τον σκοτεινό θάλαμο. Εγώ το έχω κάνει αυτό με το Greek portofolio.
Διότι η τεχνολογία εξελλίσεται συνεχώς, το ίδιο συμβαίνει με τη φωτογραφία, με
τα χρώματά της, με καλύτερο χαρτί. Για παράδειγμα εγώ μπορώ σήμερα να χρησιμοποιώ χαρτί που έχει ζωή διακόσια χρόνια.
-
Αν θέλατε να φωτογραφίσετε τα Χανιά ποιο θα ήταν το αγαπημένο σας θέμα; Θα ήταν κάποιος χώρος, μια ανθρώπινη δραστηριότητα;
Οι Κρητικοί ως Ελληνες όπως και κάθε φυλή έχουν τα δικά τους χαρακτηριστικά.
Την ιδιοσυγκρασία, τις ιδιοτροπίες τους τις ξέρω, τις καταλαβαίνω.
Υπάρχουν μικρές στιγμές τους, καθημερινές, που έχουν μια ποίηση και που εμένα
με συγκινούν, μου αρέσουν.
Είχα τραβήξει για παράδειγμα έναν Κρητικό να κοιμάται πάνω σε μια άμαξα μπροστά από τον Ενετικό φάρο στα Χανιά, και δεν ήταν καμιά σπουδαία φωτογραφία αλλά είχε κάτι το ανθρώπινο, είναι μια απλή στιγμή που εμένα με ενδιαφέρει.
-
Γεννηθήκατε από γονείς Έλληνες μεταναστών στην Columbia της Νότιας Καρολίνας. Πόσο σας επηρέασε το ελληνικό νστοιχείο της καταγωγής κατά τη διάρκειαντης διαδρομής σας;
Αυτό είναι μεγάλη υπόθεση. Η Ελλάδα και το ηθικό του Ελληνα με έχει επηρεάσει
πάρα πολύ. Επίσης μεγάλο ρόλο στη ζωή μου έχει παίξει το παράδειγμα του πατέρα
μου, ο οποίος για μένα ήταν ένας ήρωας καθώς ήρθε 17 χρονών μόνος του από την
Μικρασία εν μέσω του πολέμου. Θα μπορούσε να είχε πεθάνει αλλά επιβίωσε. Ένα ορφανό, αγράμματο παιδί από μικρό νησί κοντά στη θάλασσα του Μαρμαρά κατάφερε να επιβιώσει στην Αμερική, άνοιξε δικό του εστιατόριο, σπουδασε τρία παιδιά στο Πανεπιστήμιο.
Οι γονείς μου ήταν αγωνιστές, καλόκαρδοι άνθρωποι και πάντα με παρότρυναν να ακολουθήσω τα όνειρα μου. Δεν μου είπαν ποτέ να κάνω χρήματα αλλά μόνο να κάνω αυτό που αγαπώ. Αυτοί ήταν το παράδειγμά μου. Τώρα με τη δεινή οικονομική κρίση, νομίζω ότι οι Ελληνες θα ανακάμψουν και θα βγουν πάλι μπροστά. Όταν κάτι άσχημο γίνεται, ή θα βουλιάξεις ή θα πας ψηλά. Οι μεγάλες αλλαγές που θα γίνουν, στο τέλος, θα κάνουν καλό για το μέλλον της Ελλάδας.
Λίγα λόγια για τον Κωνσταντίνο Μάνο
O Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στην Columbia της Νότιας Καρολίνας όπου είχαν μεταναστεύσει οι γονείς του. Η φωτογραφική του δραστηριότητα ξεκινάει στην ηλικία των
13 στη φωτογραφική λέσχη του σχολείου του και σύντομα εξελίσσεται σε επαγγελματική
δραστηριότητα. Σπούδασε Αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας και
παράλληλα εργάστηκε ως επίσημος φωτογράφος της συμφωνικής ορχήστρας της Βοστώνης. Το 1961 ήρθε στην Ελλάδα για να φωτογραφίσει την πατρίδα του. Αποτέλεσμα
του ταξιδιού αυτού ήταν το βιβλίο του A Greek Portfolio, το οποίο εκδόθηκε τελικά το
1972. Το 1963 έγινε μέλος του διεθνούς ειδησεογραφικού πρακτορείου Μάγκνουμ
(Magnum). Φωτογραφίες του Μάνου εκτίθενται στις μόνιμες συλλογές του Μουσείου
Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης στο Art Institute του Σικάγου, στην Bibliotheque Nationale του Παρισίου, στο Museum of Fine Arts στο Χιούστον, στο μουσείο Μπενάκη και
σε άλλα. Το 2003 βραβεύτηκε με το Leica Medal of Excellence για τις φωτογραφίες του
με χρώμα και τη συνεχιζόμενη φωτογραφική του δουλειά για το American Color.
Από 22/05/2013 έως 25/08/2013 και με αφορμή τα 50 χρόνια από το Greek Portfolio,
το Μουσείο Μπενάκη φιλοξενεί έκθεση με τις φωτογραφίες της σειράς αυτής, ενώ παράλληλα στο Athens House of Photography, ως τα τέλη Αυγούστου, φιλοξενείται η σειρά
“American Color”.