Πέμπτη, 14 Νοεμβρίου, 2024

Σύντομες συνεντεύξεις με απαίσιους άντρες

» David Foster Wallace (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, εκδόσεις Κριτική)

Είσαι, δυστυχώς, συγγραφέας μυθοπλασίας. Δοκιμάζεις να γράψεις έναν κύκλο αποτελούμενο από πολύ σύντομα λογοτεχνικά κομμάτια, κομμάτια που συμβαίνει να μην είναι contes philosophiques ούτε και βινιέτες ή σενάρια ή αλληγορίες ή μύθοι ακριβώς, μολονότι δεν μπορούν να προσδιοριστούν ως “διηγήματα” (ούτε καν ως παρεμφερή με εκείνα τα Αστραπιαία Διηγήματα ή Διηγήματα Μπονζάι της λογοτεχνικής μικροζυθοποιίας, που έχουν γίνει τόσο δημοφιλή τα τελευταία χρόνια […]). Το πώς ακριβώς υποτίθεται ότι λειτουργούν αυτά τα σύντομα κομμάτια του εν λόγω κύκλου είναι δύσκολο να περιγραφτεί. Μπορούμε ενδεχομένως να πούμε ότι συνιστούν, τρόπον τινά, ένα ορισμένο είδος διερεύνησης του ανθρώπου που τα διαβάζει -ήγουν, συνιστούν ψηλαφήσεις, κεραίες αναζήτησης στα διάκενα της λογικής της αναγνώστριας για κάτι κτλ. … καίτοι παραμένει εξωφρενικά δύσκολο να εντοπιστεί αυτό το “κάτι”, ακόμα και για σένα τον ίδιο, καθώς δουλεύεις τα κομμάτια […].

Το παραπάνω απόσπασμα, μέρος του διηγήματος(;) Οκτέτο, σύνθεση που αποτελείται από τέσσερα απροειδοποίητα τεστ, θα μπορούσε να αποτελέσει εμμέσως μία πρώτη απάντηση περί τίνος πρόκειται αυτό το βιβλίο του Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας. Για χάρη ευκολίας ας συμφωνήσουμε πως θα αποκαλούμε διηγήματα τα κείμενα που αποτελούν τις Σύντομες συνεντεύξεις με απαίσιους άντρες, τίτλος που εν πολλοίς συνοψίζει το περιεχόμενο του βιβλίου, καθώς τα περισσότερα από τα διηγήματα αποτελούν τρόπο τινά συνεντεύξεις αντρών, με τις ερωτήσεις να παραλείπονται. Άντρες τωόντι απαίσιοι, ή χωρίς μακιγιάζ αν προτιμάτε, γιατί η ειλικρίνεια είναι συχνά απαίσια, η μύχια, καλά κρυμμένη, ειλικρίνεια, για να είμαστε ακριβείς. Είναι άντρες απαίσιοι, όπως απαίσιοι είναι διάφοροι χαρακτήρες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, με εκείνους του Ουελμπέκ να διατηρούν μάλλον τα πρωτεία, απαίσιοι άντρες που ξεσηκώνουν διαμαρτυρίες ανάμεσα στους αναγνώστες και μέσω των οποίων τοποθετούνται λόγια στο στόμα των συγγραφέων. Είναι όμως η απαισιότητα ένα αποκλειστικά αντρικό χαρακτηριστικό; σίγουρα όχι. Όμως εδώ οι γυναίκες διατηρούν τον ρόλο της παραλήπτριας/στόχου. Σε αυτό το βιβλίο βρήκαν “δικαίωση” όσοι/όσες κατηγόρησαν ανά διαστήματα -εν ζωή ή μετά θάνατο- τον Γουάλας για μισογυνισμό, αποσπώντας αποσπάσματα φράσεων και ερμηνεύοντας κατά το δοκούν, βεβαιότατοι πως οι απαίσιοι αυτοί άντρες διαλαλούν τις απόψεις του συγγραφέα. Ας είναι.
Μία από τις αναγνωστικές -και όχι μόνο- ηδονές που μπορεί κανείς να απολαύσει είναι εκείνη της συναναστροφής με έναν ευφυή αφηγητή, και ο Γουάλας είναι ίσως ο πλέον ευφυής συγγραφέας με τον οποίο έχω μέσω της ανάγνωσης συναναστραφεί, ένα τετραπέρατο μυαλό με την ικανότητα της ταυτόχρονης εγκεφαλικής διεργασίας σε διάφορες γωνιές του εγκεφάλου. Δεν νομίζω πως η λέξη φαντασία -με όποιο επίθετο και αν συνδυαστεί- είναι η κατάλληλη αναφερόμενος κανείς στον Γουάλας, κάποιο παράγωγο της λέξης εγκέφαλος θα έπρεπε να βρεθεί ώστε να περιγράψει αυτή τη σαρωτική διεργασία που οδηγεί σε μια τέτοια γραφή, σαρωτική σε τέτοιο βαθμό που σαρώνει όμως και τον ίδιο της τον εαυτό. Και αυτό είναι το τίμημα της διάνοιας. Στη Σύντομη Συνέντευξη #59 του 04-98, ο -απαίσιος- άντρας εξηγεί πώς συνειδητοποίησε κάποια στιγμή ότι η σειρά της αμερικανικής τηλεόρασης Μάγισσα, την οποία με μανία παρακολουθούσε όταν ήταν μικρός, επηρέασε καθοριστικά τον τρόπο με τον οποίο δομούσε το σκηνικό των φαντασιώσεών του όταν αυνανιζόταν. Εκείνο που τον καθιστούσε σούπερ ήρωα, ικανό να συνευρεθεί με το αντικείμενο του πόθου του, ήταν το πάγωμα του γύρω κόσμου στο γυμναστήριο, στο οποίο η μητέρα του και ο αδερφός του τον έσερναν κάθε απόγευμα και τον παρατούσαν σε μια γωνιά να διαβάζει. Εκείνος, αφού επέλεγε την παρτενέρ του στη φαντασίωση, με μια κίνηση της μύτης, όπως η μάγισσα στη σειρά, ακινητοποιούσε τους πάντες δημιουργώντας έτσι τις κατάλληλες συνθήκες. Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όταν υπάρχει η ανάγκη για λογική υποστήριξη της φαντασίας, γιατί, δεν άργησε να σκεφτεί ο -απαίσιος- άντρας, πως το πάγωμα του εσωτερικού χώρου δεν απέτρεπε τον κίνδυνο να ανοίξει η πόρτα και κάποιος να μπει, αλλά και με αυτό να έβρισκε κάποια λύση θα υφίστατο το πρόβλημα του χρόνου, του πώς θα περνούσαν οι ακινητοποιημένοι από μια ώρα σε μια επόμενη, γεγονός που θα τους κινούσε την περιέργεια, και για να μην τα πολυλογεί κανείς, οι μαθηματικοί υπολογισμοί δεν είχαν τελειωμό κάνοντας όλο και πιο περίπλοκη τη δημιουργία ενός κατάλληλου σκηνικού για αυνανισμό.
Το παραπάνω παράδειγμα με τον αυνανισμό, εκτός του ότι καθιστά σαφή τη διάκριση φαντασίας και λογικής, της οποίας στην πραγματικότητα τα όρια διερευνά -αν όχι επεκτείνει- με τη γραφή του ο Γουάλας, αποτελεί επίσης και ένα καλό παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιεί το χιούμορ στο έργο του. Σε μια πρώτη αντανακλαστική αντίδραση θα γελάσει κανείς με τον άντρα εκείνο που δυσκολευόταν να αυνανιστεί, επιχειρώντας να συλλάβει το κατάλληλο μαθηματικό μοντέλο που θα έκανε λειτουργική την απαραίτητη συνθήκη για τη φαντασίωσή του. Είναι όμως πραγματικά αστείο κάτι τέτοιο; Υπάρχουν κάποιοι που θα απαντήσουν ναι, εκείνοι που γελάνε παρακολουθώντας βίντεο ατυχημάτων για παράδειγμα. Θεωρώ πως ο Γουάλας δεν απευθύνεται σε αυτό το κοινό. Το αντανακλαστικό αυτό γέλιο δημιουργεί μια ενοχή, μια πρώτη γέφυρα ενσυναίσθησης με τον ήρωα, όχι ταύτισης, όχι δικαιολόγησης, όχι συμφωνίας. Η λογοτεχνία του Γουάλας είναι βαθιά ανθρώπινη, αντίθετα με την εποχή που ζούμε. Και ακριβώς επειδή περιγράφει τον κόσμο που ζούμε, τον παράλογα περίπλοκο κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε, με τις νευρώσεις και τα λογιστικά φύλλα να απλώνονται, τη σεξουαλικότητα και την τεχνολογική υπεραιχμή να σκίζουν, οι ήρωες του Γουάλας είναι τόσο αληθινοί.
Ανάμεσα στα διηγήματα υπάρχουν δύο ή τρία που ως ήρωα έχουν μια γυναίκα. Στα δίχτυα της κατάθλιψης ο παντογνώστης αφηγητής διηγείται την ιστορία της καταθλιπτικής κοπέλας, με έναν τρόπο που φλερτάρει με την κοροϊδία, με τον εξευτελισμό της κοπέλας, με τον τρόπο που ένας απαίσιος άντρας -ή γυναίκα- θα προσέγγιζε την κοπέλα αυτή που παρότι είναι πλούσια και δεν της λείπει τίποτα εντούτοις είναι καταθλιπτική, προσέγγιση απαίσια μα τόσο διαδεδομένη, που στερεί από τον κάθε άλλο το δικαίωμα στον πόνο αφήνοντας τον θρόνο αδειανό για να καθίσουμε άνετα εμείς. Και δεν σταματά εκεί ο αφηγητής αλλά ενθουσιάζεται με το γεγονός πως η ψυχοθεραπεύτρια της κοπέλας αποφασίζει να αυτοκτονήσει, ακόμα ένα πολύ αστείο περιστατικό, ένας ειδικός ο οποίος αποτρέπει τον κόσμο από το να αυτοκτονήσει, που μιλάει για ευτυχία και να που δεν τα καταφέρνει τελικά. Στη Σύντομη Συνέντευξη #20 του 12-96 ο -απαίσιος- άντρας διηγείται πώς ερωτεύτηκε μια κοπέλα αφού εκείνη του εξιστόρησε την αποτρόπαιη εμπειρία της με έναν άντρα που τη μάζεψε με οτοστόπ, για να διαπιστώσει σχεδόν αμέσως πως ήταν επικίνδυνος, με μάτι που γυάλιζε, και παρά τρίχα γλίτωσε τη ζωή της. Κοπέλα που μοιάζει να ξέφυγε από το κεφάλαιο με τις δολοφονίες γυναικών στο Μεξικό του 2666 του Μπολάνιο, να ξέφυγε και να γλίτωσε τη ζωή της, σύνδεση που ενισχύεται από την αναφορά πως ο οδηγός ήταν μουλάτος. Βέβαια, το 2666 εκδόθηκε πέντε χρόνια μετά τις Συνεντεύξεις, αλλά ποιος είπε πως και οι διακειμενικότητες δεν είναι λογοτεχνία;
Ακατάτακτο και άναρχο, το βιβλίο αυτό αποτελείται από κείμενα που αναδεικνύουν την ικανότητα του Γουάλας να συνδυάζει την ποπ κουλτούρα με τη φιλοσοφία, να αποτυπώνει με λεπτομέρεια τον κόσμο γύρω μας, ακόμα και το άυλο εκείνο μέρος αυτού, φέρνοντας στην επιφάνεια κρυμμένα καλά ένστικτα, ξύνοντας με το νύχι τη βρώμα από τα τείχη του μυαλού και πλησιάζοντάς την στο πρόσωπο του αναγνώστη, που αναγνωρίζοντας το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένος αποστρέφει το βλέμμα, επιδιώκοντας να διαχωρίσει τη θέση του. Με πρόζα καλπάζουσα, που θυμίζει το σόλο ενός μουσικού ή το λεκτικό κρεσέντο ενός ράπερ, χωρίς ποτέ να χάνει τον έλεγχο, ο Γουάλας υπονομεύει και αποθεώνει ταυτόχρονα τον μεταμοντερνισμό, την αυτοαναφορικότητα και την αποδόμηση, υποσημειώνει μανιωδώς, συνομιλεί με τον συγγραφέα και τον αναγνώστη, ένα μυαλό που γεννά διαρκώς αντίλογο, ενώ επεκτείνει διαρκώς τον συλλογισμό του, προσθέτοντας καινούρια δεδομένα, καινούριες παραμέτρους και συνδέσεις, φανερώνει τον παράλογο κόσμο εκεί έξω, φωτίζει ανεξερεύνητα κομμάτια του εγκεφάλου, εντοπίζει απολήξεις απενεργοποιημένων από τον καιρό νεύρων, ικανοποιεί την ανάγκη του να αφηγηθεί, στρέφεται ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό επιχειρώντας να σωθεί.
Και για το τέλος, ένας από τους πλέον ευφάνταστους τίτλους: Η αενάως κυμαινόμενη ισοτιμία του Γιεν.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα