Σε προηγούμενο σημείωμά μας, είχαμε αναφερθεί στην οργή ως παιδί της αλαζονείας. Στο παρόν, θα εστιάσουμε το ενδιαφέρον μας στα αδέλφια της αλαζονείας, εφόσον, όπως όλοι γνωρίζουμε, προέρχεται από μια, δυστυχώς για την ανθρωπότητα, πολύτεκνη οικογένεια.
Θα τα δούμε ένα – ένα με τη σειρά. Πριχού ξεκινήσουμε την παρουσίασή τους, να επισημάνουμε το κοινό χαρακτηριστικό όλων τους. Είναι λάτρεις της υπερβολής και του «φαίνεσθαι», ενώ αντιπαθούν το «παν μέτρον άριστον» και περιφρονούν το «είναι».
Ας ξεκινήσουμε με την κομπορρημοσύνη. Είναι αυτό που περιγράφει ο κόσμος ως ασύνετο κομπασμό και τα εξ αυτού σαν χείμαρρο ρέοντα λόγια. Τις περισσότερες φορές δεν έχει πόδια και στηρίζεται σε δεκανίκια, αλλά αυτό δεν στέκεται εμπόδιο στο να φουσκώνει σαν διάνος.
Το επόμενο αδελφάκι της αλαζονείας είναι η έπαρση. Οφείλει το όνομά της στο ότι σηκώνει ψηλά το ανάστημά της. Το πρόβλημα δεν έγκειται στο ότι το σηκώνει, αλλά στο ότι ορθώνοντάς το έχει επιθετικές βλέψεις προς τους άλλους.
Τρίτη στη σειρά έρχεται η ξιπασιά. Το να νομίζεις δηλαδή ότι είσαι κάτι, ενώ στην πραγματικότητα δεν είσαι τίποτα. Αν και είσαι ουτιδανός, εθελοτυφλείς και καμώνεσαι τον μέγαν και τον σπουδαίον.
Ακολούθως, συναντούμε την περιαυτολογία. Να έχει δηλαδή πιάσει μια ακατάσχετη λογοδιάρροια τον άλλο και να μη λέει τίποτα άλλο παρά μονάχα ο ίδιος να παινεύει διαρκώς τον εαυτό του για όλα. Μην απορήσεις αν τον ακούσεις να ισχυρίζεται ότι αυτός συμβούλεψε το Θεό να φτιάξει τον κόσμο και το ανθρώπινο γένος ή για να το πούμε πιο γήινα ότι ήταν εκείνος που ανακάλυψε την Αμερική ή τον τροχό.
Πέμπτη αδελφή της αλαζονείας είναι η εγωπάθεια. Εάν κάποιοι πουν ότι η σκούφια όλης της οικογένειας βαστά από τον αρχαίο Νάρκισσο, κοιτάζοντας την εγωπάθεια κατάματα, διαπιστώνουμε πως έχουν απόλυτο δίκιο. Η εγωπάθεια, η παθολογική δηλαδή καψούρα προς τον εαυτόν, εκδηλώνεται με τη γνώση απ’ όλη τη γραμματική μονάχα του πρώτου ενικού προσώπου της προσωπικής αντωνυμίας, «εγώ».
Στερνοπούλι της οικογένειας καταφτάνει η υπεροψία. Χρωστά το όνομά της στο ότι βλέπει τους άλλους αφ’ υψηλού, από ένα ψηλότερο σκαλοπάτι, στο οποίο, όμως, ανέβηκε όχι διά της αξίας, του ήθους και της ικανότητάς της, αλλά διά της τεθλασμένης οδού και πλαγίων μέσων. Επειδή, λοιπόν, φοβάται ότι κάποιος θα της πριονίσει το σκαλοπάτι και ότι θα σωριαστεί κατάχαμα, συνοδεύεται πάντα από δύο δορυφόρους, «μπράβους» θα τους λέγαμε στην καθομιλουμένη: από την περιφρόνηση και την υποτίμηση όλων όσοι την περιτριγυρίζουν.
Σπουδαίο πράγμα να έχεις πολύτεκνη οικογένεια! Το κακό, όμως, είναι να έχεις όλα τα παιδιά σου σκάρτα. Και δε θέλει ρώτημα ότι το χειρότερο είναι, όταν ούτε εσύ μπορείς να τα ξαναφέρεις στον ίσιο δρόμο, ούτε αυτά στήνουν «ευήκοον ους» στις γονικές σου συμβουλές. Αυτό, λοιπόν, συμβαίνει με τους αλαζόνες, τους υπερόπτες, τους επηρμένους, τους περιαυτολόγους, τους κομπορρήμονες και τους ξιπασμένους: Μονάχα δεινά προξενούν στους συνανθρώπους τους και στις κοινωνίες μας μεγαλοποιώντας τη μηδαμινότητά τους και μη δείχνοντας το πρέπον σέβας στους άξιους και καλύτερα θα ήταν να τους έχουμε έξω από την καθημερινή, δημόσια και προσωπική, ζωή μας…