Τρίτη, 17 Σεπτεμβρίου, 2024

Τα µαλωµένα ποτάµια

∆υο ποτάµια µαλωµένα ο Τριάρης κι η Βεστίνα, συναντιώνται και πιάνουν το ανακάτεµα των νερών. Γίνονται ένα, λίγο πρίν καταλήξουν στην θάλασσα κι’ ύστερα αντί να ζευγαρώνουν µαλώνουν για το όνοµα. Όχι εγώ έβαλα περισσότερο νερό και θα’χει τ’ όνοµά µου, όχι εγώ έβαλα περισσότερο, κι έτσι καυγαδίζουν και πάνε, µέχρι που πέφτουν στην θάλασσα και τα µουγκαίνει το αλάτι και η µεγαλοσύνη της.

 

Όλα σ’ αυτό το χωριό µαλωµένα είναι µεταξύ τους. Πώς καταφέρνουν και συνυπάρχουν ποτέ δεν το κατάλαβα. Οι τρείς λόφοι που το περιβάλουν αγριοκοιτάζονται κι’ αυτοί µεταξύ τους. Τα πουλιά µαλώνουν για φωλιές, Ο αέρας δεν εγκαταλείπει ποτέ το χωριό, βοηθάει κι’ αυτός όσο µπορεί στο ανακάτεµα. Οι καληµέρες στέρεψαν, και οι λίγες που µείνανε να θυµίζουν χαιρετούρες ανθρώπινες, είναι µες το ξύδι. Ακόµα και τα λιγοστά αυτοκίνητα κορνάρουν το ένα τ’ άλλο διεκδικώντας προτεραιότητες κι’ ένα ρέµα χωρίζει το χωριό στα δυό. Το καλοκαίρι δεν µπορείς να περάσεις απέναντι αν δεν κάνεις το γύρω και το χειµώνα κινδυνεύεις ακόµα και να το πλησιάσεις από την ορµή του νερού. Άσε δε οι άνθρωποι, χειρότεροι από το ρέµα.

∆ε βαριέστε, άνθρωποι παντού ίδιοι, είπε ο κουρέας που κούρευε µετά από 3 χρόνια τον Αναστάση. Ναι ήταν µαλωµένοι κι αυτοί 3 χρόνια τώρα και ο Αναστάσης κουρεύονταν στην πόλη. Πέρασαν τα χρόνια, ξέχασαν γιατί παρεξηγήθηκαν και ξανακάνανε χωριό. Ο Αναστάσης τού πήγε και τον τράγο του, για να πάρουν οι κατσίκες του κουρέα και δεν του πήρε γρόσια. Όµως αντέδρασε για το σχόλιο του κουρέα.
«Ε όχι και παντού ίδιοι οι άνθρωποι! (του είπε µε ύφος έτοιµος για νέο καυγά). Στο Πολέντι που είναι και χωριό µεγαλύτερο από το δικό µας όλοι είναι αγαπηµένοι και συντρέχει ο ένας τον άλλο. Εγώ κάθε που πήγαινα στη πόλη για κούρεµα και ψώνια, περνούσα και καθόµουν στο καφενείο τους για καφέ. Άνθρωποι καλοδιάθετοι, ευγενικοί, µε µια καλοσύνη που την προσφέρουν χωρίς άλλη σκέψη. Κι’ εµένα οι συναναστροφές µαζί τους, µου άλλαξαν µυαλά σε πολλά θέµατα. Αν δεν σταµατούσα εκεί για καφέ, ακόµα θα σου κρατούσα µούτρα και θα κουρευόµουνα στην πόλη».

«Βρέ Αναστάση σαν να έχεις δίκιο. Πρέπει όντως αυτή η καλοσύνη να είναι µεταδοτική! Βλέπω βέβαια κι εσένα που έχεις αλλάξει αρκετά, αλλά βλέπω και το µισό χωριό πάνω από την ρεµατιά, έχουν αλλάξει κι αυτοί. Κόλλησαν συµπεριφορά από την οικογένεια του Παράσχου που µετακόµισαν από το Πολέντι εδώ και λίγους µήνες στο χωριό µας. Φτιάχνουν λέει πίτες και πηγαίνουν ο ένας στον άλλο, δανείζονται πράγµατα µεταξύ τους. Τα παιδιά τα στέλνουν όλα µαζί να πάνε στο σχολείο για να προσέχει το ένα το άλλο. Πρωτόγνωρα πράγµατα για το χωριό σου λέει! Κι εγώ εδώ που τα λέµε, τόσα χρόνια στον καυγά, νόµιζα πως εµείς ήµασταν οι φυσιολογικοί. Τι να σου πω βρε Αναστάση τους ζηλεύω και δεν πίστευα ποτέ πως θα έλεγα κάτι τέτοιο. Ναι τους ζηλεύω γιατί το είδα, το είδα και είναι όµορφο πράγµα η Αγάπη».

Ε, αν συµµορφώθηκε και ο κουρέας που ήταν ο αρχηγός των διενέξεων, τότε πραγµατικά η καλοσύνη έχει βαριάς µορφής µεταδοτικότητα. Η αλήθεια είναι πως αν την δοκιµάσεις εστω µια φορά δεν ξεχνάς ποτέ την γεύση της. Φτάνει µόνο να βρίσκει ανταπόκριση, γιατί αλλιώς µια µέλι και µια ξύδι θα τρώει ο άνθρωπος. Αλλά ή έχει ή δεν έχει ανταπόκριση η καλοσύνη πρέπει να παραµένει ίδια, γιατί είναι αδελφή της Αγάπης. Ανιδιοτελής χωρίς να περιµένει ανταπόδοση, χωρίς να αγανακτεί. Και που θα πάει θα αλλάξουν και οι κουρείς θα γίνουν καλύτεροι, αν όχι οι κουρείς όλου του κόσµου, τουλάχιστον αυτοί του χωριού ή της πόλης µας. Ε, θα δούν ότι τους αφήνεις να περάσουν κι ας µην έχουν προτεραιότητα και η καλοσύνη αυτή, συνδυασµένη µε ταπείνωση θα τους προβληµατίσει. Επίσης αν τους ρίξεις δίκιο στο άδικο, τότε να δεις, αρνάκια γίνονται. Αν έχεις και το κουράγιο να µην διαφωνήσεις για ανούσια ζητήµατα, θα αισθανθούν άρχοντες της κουβέντας. Ο Άρχοντας λοιπόν δεν µπορεί να είναι άδικος πρέπει να είναι δίκαιος και σιγά-σιγά που θα πάει θα ειρηνεύσει. Θα καταλάβει πως δεν µπορεί να ζεί σε µια κοινωνία που έχει µόνον αυτός δίκιο. Κάπου καταλαβαίνει πως πρέπει να έχουν και άλλοι πότε-πότε δίκιο.

Και όλα αυτά διότι να ξέρετε πως η καλοσύνη, η Αγάπη δηλαδή, είναι πάνω από την εξυπνάδα, πάνω από δίκιο κι άδικο και πάνω και πιο πάνω από το συµφέρον.
Όπου υπάρχει Αγάπη είναι θαµµένος ο εγωισµός. Χωρίς αυτόν η εξυπνάδα παύει να είναι πονηριά, το δίκιο και το άδικο δεν είναι αντιδικία και το συµφέρον δεν είναι ρίξιµο.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα