Οι τέσσερεις αιώνες Ενετοκρατίας στα Χανιά (1252-1645) άφησαν ισχυρά αποτυπώματα με καλαίσθητα κτίσματα, μεγαλοπρεπή και επιβλητικά -εκτός εκείνων που καταστράφηκαν για διάφορους λόγους- στην εντός των τειχών πόλη που και σήμερα ακόμη αντέχουν και μαρτυρούν το πέρασμά τους.
Αλλά κι έξω από τις ενετικές οχυρώσεις στην καλόβολη γη της Νέας Χώρας στην οποία υπήρχε συνεχής ανθρώπινη παρουσία, τουλάχιστον από τα τέλη του 16ου και τον 17ο αιώνα, που άφησε αποτυπώματα τα οποία έχει σχεδόν εξαφανίσει η φθορά του χρόνου.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΕΤΡΙΝΕΣ ΣΤΡΑΤΕΣ ΚΑΙ Η ΕΝΕΤΙΚΗ ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΛΑΔΙΣΟΥ
Κατά την Ενετοκρατία διαμορφώθηκαν τρεις πέτρινες στράτες (καλντερίμια) που διέσχιζαν την περιοχή της Νέας Χώρας από τα ενετικά τείχη προς τα δυτικά. Οι στράτες διακρίνονται ολοκάθαρα σε χάρτη του 1645 της Μαρκιανής βιβλιοθήκης της Βενετίας, που απεικονίζει την πολιορκία των Χανίων από τους Τούρκους.
• Η πρώτη ήταν η παραλιακή που ξεκινούσε από τη μικρή πύλη του προμαχώνα San Salvatore, περνούσε από το εβραϊκό νεκροταφείο (Ιουδαϊκό κοιμητήριο), το οποίο εξυπηρετούσε, συνέχιζε από τους παραλιακούς χαμηλούς λόφους κι έφτανε μέχρι τις εκβολές του Κλαδισού ποταμού όπου, όπως θρυλείται, υπήρχε μια κρεμαστή γέφυρα για να διαβαίνουν πεζοί και καβαλάρηδες και… «οδηγούσε, σύμφωνα με χάρτη του 1645 στον παραθαλάσσιο οικισμό Γωνιές, απέναντι από τα Θοδωρού, που θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον Κάτω Σταλό ή την Αγία Μαρίνα»1.
• Η δεύτερη, η μεσιανή, ξεκινούσε από τον επιπρομαχώνα Priuli ή San Nicola2 στο μέσον περίπου της δυτικής πλευράς των τειχών της πόλης, περνούσε μέσα από το σημερινό πάρκο των «Πευκακιών»3 και πλησίαζε διαγώνια τη νότια στράτα καταλήγοντας στην κεντρική γέφυρα του Κλαδισού. Τη στράτα αυτή τη χρησιμοποιούσαν κυρίως κατά την Τουρκοκρατία για ν’ αποφύγουν τη συνάντηση με τους λεπρούς4 (μεσκίνηδες) που ζούσαν σε τρώγλες νότια της τρίτης στράτας.
• Η τρίτη, η νότια στράτα (Strada Comuna), ξεκινούσε από τον προμαχώνα του Αγ. Δημητρίου, ακολουθούσε την πορεία της σημερινής οδού Κισάμου και κατέληγε στην ενετική γέφυρα του ποταμού Κλαδισού.
Στην εποχή των Ενετών στον Κλαδισό, τον αρχαίο Κεδρισό ή αλλιώς Όδερο ποταμό που με τα πλούσια νερά του έκανε εύφορη τη νεοχωρίτικη γη, φτιάχτηκε μια εντυπωσιακή πέτρινη τρίτοξη γέφυρα, που ένωνε τις δύο όχθες, «εξαιρετικής κατασκευής, ένα από τα πολύ σημαντικά μνημεία της Βενετοκρατίας στην Κρήτη» (Μιχ. Ανδριανάκης), που «η δόμησή της θυμίζει αρκετά την κατασκευή των νεωρίων» (Μαν. Μανούσακας). Στην ιστορική αυτή γέφυρα που οδηγούσε προς τις δυτικές επαρχίες και διατηρήθηκε μέχρι σήμερα, διαδραματίστηκαν τους επόμενους αιώνες συγκλονιστικά γεγονότα με τελευταία αυτά στη Μάχη της Κρήτης, την Κατοχή και τον Εμφύλιο.
Ο ΚΟΛΠΙΣΚΟΣ ΣΤΗΝ ΑΒΕΑ
Την ίδια περίοδο ο χώρος του πρώην εργοστασίου της ΑΒΕΑ, όπως φανερώνουν χάρτες της εποχής (φωτ. εξωφύλλου) αλλά και η μορφολογία του εδάφους, καλύπτονταν από θάλασσα, σχηματίζοντας ένα μικρό λιμανάκι – καταφύγιο των πλοίων σε άσχημες καιρικές συνθήκες. «[…] Ο Francisco Basilicata, το 1618, απεικονίζει τους κήπους και τα χωράφια της Νέας Χώρας και καταγράφει στη θέση της σημερινής Α.Β.Ε.Α. έναν μικρό κόλπο που χρησίμευε ως σκάλα και ναυτική φόλα. Δηλαδή, ένα μικρό φυσικό λιμάνι, στο οποίο ναυλοχούσαν δύο – τρεις πολεμικές γαλέρες. […]»5. Μετά την κατάκτηση των Χανίων από τους Τούρκους και καθώς αυτοί δεν απειλούνταν από άλλους εχθρούς, ο μικρός κολπίσκος εγκαταλείφθηκε, μπαζώθηκε σιγά σιγά κι εξαφανίστηκε.
Η ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΑ ΛΑΖΑΡΕΤΟ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΛΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΧΩΡΑΣ
Το 1639 η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας στέλνει για στρατιωτικούς σκοπούς τον Ιερώνυμο Σεμιτέκολο στην Κρήτη και ο ρέκτορας των Χανίων του αναθέτει τη μελέτη της μορφολογίας των ακτών του διαμερίσματος των Χανίων. Αφού κάνει τις μετρήσεις στον κόλπο της Κισάμου από το Ραβδούχα ως τον κάβο Σπάθα και από εκεί, στο Χανιώτικο κόλπο μέχρι το λιμάνι των Χανίων, για τα βάθη των νερών, τα σημεία των άκρων και παραλιών, των ακρωτηρίων και των τόπων στους οποίους υπάρχει γλυκό νερό, περιγράφει το θαλάσσιο χώρο αναλυτικά. Για το τμήμα από τη Χρυσή Ακτή έως το Ενετικό Λιμάνι, αναφέρει: «[…] Από τους Αγίους Αποστόλους μακριά ένα ρίξιμο του μοσκέτου6 για να παραπλέεις προς τα Χανιά είναι παντού μικρά βάθη και βράχια κάτω από το νερό, γι’ αυτό δεν μπορείς να κοστάρεις7. Βρίσκεις μια κοιλάδα που λέγεται Αυλάκι που είναι ένα μικρό λιμάνι όπου θα μπορούσαν να μείνουν περισσότερες από εικοσιπέντε γαλέρες. Υπάρχει ένα ξερονησάκι στο στόμιο με μερικές ξέρες, που βρίσκονται προς τα ΒΔ (γρέγο)8. Η είσοδος του είναι προς το βορά. Ο βόρειος άνεμος θα έδινε ταρακούνημα. Έχει καλό βάθος και καλή περιοχή, έχει ακόμη γλυκό νερό αρκετά κοντά. Αυτός ο κόλπος είναι ρηχός, αλλά ιδιαιτέρως πάνω στους βράχους που είναι στο δεξιό μέρος. Για να μπεις σ’ αυτό το λιμάνι και να καταλήξεις σε απόβαση θα ήταν πολύ ενδιαφέρον επειδή τα Χανιά είναι πολύ κοντά και θα έβγαινες αμέσως σ’ αυτή την πεδιάδα[…]»9. Η περιγραφή του Σεμιτέκολο είναι ακριβέστατη. Προχωρώντας δυτικότερα προς την αμμουδιά της Νέας Χώρας, σημειώνει: «Έξω απ’ αυτό το λιμάνι λίγο μακρύτερα είναι η μύτη που λέγεται Βουκολέα γύρω από την οποία γυρίζεις προς νοτιοανατολικά σε τόξο, που κάνει αυτή η μύτη με τα Χανιά. Αμέσως αρχίζει να γυρίζει προς αυτόν τον άνεμο (ΝΔ). Αν και υπάρχουν βράχοι παντού μπορείς να πιάσεις σκάλα στην ακτή και να αποβιβασθείς πάνω στην πεδιάδα κοντά στην πόλη. Συνεχίζεται αυτή η ευκολία, του να κάνεις σκάλα, μέχρι που διαρκούν οι βράχοι. Έπειτα αρχίζει αμμουδιά, όπου δε μπορείς να κοστάρεις μόνο αρκετά μακριά γιατί είναι ρηχά και πηγαίνεις μέχρι τα Χανιά χωρίς να μπορείς να κοστάρεις στην ξηρά, και θα είναι δύο μίλια. Αφήνουμε λίγο μακρύτερα από τη ξηρά το ξερονησάκι, όπου είναι το Λαζαρέτο, μέσα από το οποίο μπορείς όμως να περάσεις»10 .
Η βραχονησίδα Λαζαρέτο ή Λαζαρέτα απέχει ένα χιλιόμετρο και κάτι από την παραλία της Νέας Χώρας. Κατά την ενετοκρατία έπαιξε σημαντικό ρόλο διότι πάνω στην όποια ελεύθερη επίπεδη επιφάνειά της κτίστηκε «νοσοκομείο» – λοιμοκαθαρτήριο, επειδή εκείνη την εποχή οι λοιμοί και οι επιδημίες και κυρίως της πανώλης θέριζαν το νησί. Έτσι συμπληρώθηκε ο αριθμός των ιδρυμάτων περίθαλψης του υγειονομικού συστήματος των Χανίων της εποχής για τα οποία η καθηγήτρια Ιστορίας Νέου Ελληνισµού (από τον 13ο αι. έως την Ελληνική Επανάσταση) του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αναστασία Παπαδία-Λάλα, αναφέρει11: «[…] Τα στοιχεία αυτά οδηγούν στην πιστοποίηση ενός οργανωμένου συστήματος κοινωνικής μέριμνας και στο τοπικό επίπεδο. Ωστόσο, η απώλεια του μεγαλύτερου μέρους των περιφερειακών αρχείων της βενετοκρατούμενης Κρήτης, επίσημων και συμβολαιογραφικών, δεν επιτρέπει την πρόσβαση σε επιμέρους εκφάνσεις του φαινομένου, έξω από το χώρο της κρητικής πρωτεύουσας. […]». Τα υπόλοιπα ήταν: α) Το ίδρυμα περίθαλψης απροστάτευτων παιδιών (hospitale della Pieta) και β) Το στρατιωτικό νοσοκομείο ή «νοσοκομείο των Λατίνων» (hospital de Latini) που ιδρύθηκε στα τέλη του του 16ου αιώνα και «είχε ως αποστολή την παροχή ιατρικής περίθαλψης αποκλειστικά στους μισθοφόρους στρατιώτες της περιοχής, που το 1583 ανέρχονταν σε 1100 περίπου άνδρες».
Η ίδια, σχετικά με το Λαζαρέτο, γράφει12: «[…] Εξίσου περιορισμένες είναι οι ειδήσεις για το λοιμοκαθαρτήριο της πόλης. Η ίδρυσή του, στις αρχές του 17ου αιώνα, ήταν εύλογη, εφόσον τα Χανιά αποτελούσαν σημαντικό κέντρο εμπορικών και ναυτιλιακών δραστηριοτήτων. Οι διαδικασίες της ανέγερσης επιταχύνθηκαν, ύστερα από τον ισχυρό κλονισμό που επέφερε στην κρητική κοινωνία ο λοιμός των ετών 1592 – 1595 καίτοι οι βενετικές Αρχές είχαν επιτύχει να παρεμποδίσουν την επέκτασή του στη δυτική Κρήτη. Το λοιμοκαθαρτήριο των Χανιών στεγάστηκε σε βραχονησίδα, στο δυτικό τμήμα της πόλης […]. Η κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων δεν υπήρξε απρόσκοπτη. Στα 1603 μαρτυρείται ότι οι εργασίες είχαν διακοπεί, λόγω της έλλειψης κεφαλαίων. Τα προβλήματα συνεχίστηκαν και στα επόμενα χρόνια, παρά την αποστολή οικοδομικών υλικών από τη Βενετία. Στα 1606, σύμφωνα με αναφορά του ρέκτορα των Χανιών η κατασκευή των κτισμάτων είχε προχωρήσει αρκετά, αλλά για την αποπεράτωσή τους απαιτούνταν σημαντικά ποσά. Με έγγραφό της, της 27ης Μαΐου του ίδιου έτους, η βενετική Γερουσία αναγνώρισε τη σημασία του έργου και ανέθεσε στην κεντρική Διοίκηση της Κρήτης να διαθέσει τους απαιτούμενους οικονομικούς πόρους για την ολοκλήρωσή του. Ειδικότερα στοιχεία για τη διοικητική δομή και τη λειτουργία του δεν εντοπίστηκαν, αλλά, ασφαλώς, ως πρότυπο της οργάνωσης του χρησίμευε το, αναρδιαρθρωμένο στα 1597, λοιμοκαθαρτήριο του Αγίου Γεωργίου στο Χάνδακα. […]».
Ο γεωλόγος Αιμίλιος Δασύρας, συμπληρώνει13: «[…] Το νησάκι Λαζαρέτο οικοδομήθηκε τον 17ο αιώνα, χάρη στη φροντίδα των υπευθύνων του Βασιλείου της Κάντιας. Το 1603, παρόλο που η οικοδομή είχε φθάσει στο ύψος των τριών (3) μέτρων, οι εργασίες διακόπηκαν ελλείψει υλικού. Στις 27 Μαρτίου του 1604, η Βενετική Γερουσία εξουσιοδότησε την άμεση αποστολή ξυλείας και σιδηρικών για να ολοκληρωθεί το έργο. Παρ’ όλα αυτά, οι εργασίες αργοπορούσαν τόσο που η Γερουσία αναγκάστηκε να πιέσει – αποτελεσματικά αυτή τη φορά – τον Γενικό Προβλεπτή Κάντιας, Γενικό Διοικητή, (Provveditore Generale), για να περατωθεί το έργο. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα θεόρατα κύματα του Κρητικού πελάγους, πολλές φορές έφθαναν και μέχρι το κτίσμα αυτό, το οποίο είχε κτισθεί στο νότιο μέρος της νησίδας και 2,50 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας […]». Επιπρόσθετα, σημειώνει: «[…] Η παρουσία κοκκινοχώματος στη Νότια Πλευρά συνδυάζεται με τη μεταφορά του από τη στεριά, από τους Τούρκους, για τη δημιουργία μιας επικλινούς βατής ανάβασης για να συρθεί επάνω το μεγάλο κανόνι που βομβάρδιζε ανηλεώς – από τη θάλασσα – τη Δυτική Πλευρά του χανιώτικου τείχους […]»14.
Το 1739 επισκέφθηκε την Κρήτη και το Λαζαρέτο ο Άγγλος κληρικός Ριχάρδος Πόκοκ ο οποίος στο τρίτομο έργο του αναφέρει σχετικά15: «[…] Μισό μίλι δυτικά των Χανίων είδα ένα μικρό επίπεδο νησί, με περίμετρο μισό περίπου μίλι, που λέγεται Λαζαρέτα. Σ’ αυτό γινόταν συνήθως η λοιμοκάθαρση την εποχή των Ενετών. Τώρα όλα τα κτίσματά του είναι κατεστραμμένα και το νησάκι είναι έρημο […]».
Αναφορά στο Λαζαρέτο κάνει και ο Γάλλος φιλέλληνας περιηγητής και συγγραφέας Νικόλαος Σαβαρύ (Savary 1750-1798), ο οποίος ταξίδεψε στην Κρήτη και τα ελληνικά νησιά στα 1779-1781 και στο τρίτομο σύγγραμμά του «Επιστολαί περί της Ελλάδος», σημειώνει: «[…] Αναχωρώντας κάποιος από τα Χανιά και πηγαίνοντας προς νότο, αφήνει δεξιά του το κτισμένο πάνω σε βράχους λοιμοκαθαρτήριο, όπου οι Βενετοί υποχρέωναν τα πλοία, πριν μπουν στο λιμάνι, να καθαρίζονται […]»16.
Ο Ιταλός αρχαιολόγος Guseppe Gerola στάλθηκε το 1900 στην Κρήτη από το Ινστιτούτο Επιστημών Γραμμάτων και Τεχνών της Βενετίας, με εντολή να μελετήσει τα ενετικά μνημεία της Κρήτης, πριν καταστραφούν από το χρόνο. Ο Αιμ. Δασύρας γράφει: «[…] Ο Gerola, όταν επισκέφθηκε τη νησίδα, περίπου στα 1900, μπόρεσε να διακρίνει τοίχους που απείχαν ο ένας από τον άλλο και με διεύθυνση από Νότο προς Βορρά, 10,20 μ. επί 5,70 μ. και 13 μ. επί 5,70 μ. Το δε πάχος των τοίχων ήταν 1,15 μ. Τον πρώτο χώρο, του οικήματος, τον βρήκε τελείως ανοιχτό. Τον δεύτερο, περικλειόμενο Δυτικά από έναν χαμηλό τοίχο 0,70 εκ. πάχος, τον τρίτο περικλειόμενο Ανατολικά από ένα παρόμοιο τοίχο ολίγων εκατοστών πάνω από τη γη και τον τελευταίο χώρο περικλειόμενο τόσο από τη μεριά του Βορρά όσο και από τη μεριά του Νότου. Παρατήρησε, επίσης, ο Gerola, μία στέρνα πελεκημένη στον βράχο στην περιοχή του τρίτου χώρου […]». Σήμερα, από τον επισκέπτη της νησίδας, είναι ευδιάκριτα τα ίχνη των εξωτερικών και εσωτερικών θεμελίων των τοίχων του κτίσματος.
ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΝΕΡΟΜΥΛΟΙ
Στα ύστερα χρόνια της Ενετοκρατίας, με βάση τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία, στο γεωγραφικό τόπο της Νέας Χώρας εκτός από το Λαζαρέτο, τις τρεις στράτες και τη γέφυρα του Κλαδισού, υπήρχαν η εκκλησία του San Constantino και το μοναστήρι του San Lazaro όπως και τουλάχιστον ένας νερόμυλος στις όχθες του Κλαδισού. Ένας ολόκληρος κόσμος ζούσε και κυκλοφορούσε σε μιαν εύφορη περιοχή, κατάφυτη με διάφορα δέντρα, που καλλιεργούνταν με αρκετά είδη λαχανικών. Μπορούμε εύκολα να φανταστούμε σε ένα νοητικό ταξίδι – βουτιά στο παρελθόν, εικόνες και σκηνές της εποχής που δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Για παράδειγμα πως θα γινόταν η επαφή της στεριάς με κάποια βάρκα με το απέναντι λοιμοκαθαρτήριο του Λαζαρέτου, ή όταν ναυλοχούσε μια γαλέρα «στον κολπίσκο της ΑΒΕΑ» και οι ναυτικοί βγαίνοντας για να πάνε στην πόλη συναντούσαν δίπλα τους το San Constantino, είτε πως γινόταν η κίνηση προς και από τους νερόμυλους του Κλαδισού για να τους προμηθεύσουν με τα δημητριακά ή να παραλάβουν τ’ αλεύρι που αλέθονταν σ’ αυτούς.
Κι έξαφνα ένα πρωινό του Ιούνη του 1645, φάνηκε από τον κάβο Σπάθα ο τουρκικός στόλος αποτελούμενος από 378 πλοία με σκοπό την κατάκτηση της Κρήτης που τότε είχε πληθυμό διακόσιες χιλιάδες κατοίκους17. Eπλευσε στο Κολυμπάρι, αποβίβασε αρκετό στρατό και προχώρησε ανατολικά. Αφού ξεπέρασε το εμπόδιο της νησίδας Θοδωρού (Turlulu) οχυρωμένης με δυο ενετικά κάστρα, με αρκετές απώλειες, αποβίβασε τα υπόλοιπα στρατεύματα και τα πολεμοφόδια με τα κανόνια στις εκβολές του Κλαδισού και πήρε θέσεις μάχης στη νεοχωρίτικη γη όπου διαδραματίστηκαν τα κύρια γεγονότα για την πολιορκία των Χανίων.
San Constantino, San Lazaro και η πολιορκία των Χανίων
Στη θέση του σημερινού ναού του Αγ. Κωνσταντίνου στην περίοδο της Ενετοκρατίας υπήρχε και λειτουργούσε εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου και αρκετές γραπτές πηγές και μαρτυρίες πιστοποιούν την παραπάνω αναφορά: α) Στην εκκλησιαστική απογραφή των Χανίων του 163718 αναφέρεται η ύπαρξη ναού του Αγίου Κωνσταντίνου στον Κλαδισό, που υπαγόταν στη Μονή του Αγίου Ιωάννη κοντά στο Βαμβακόπουλο19. β) «[…] Στο χειρόγραφο για την πολιορκία των Χανίων του 1946, που δημοσίευε ο Μ. Σακελλαρίου, αναφέρεται ότι ο προβλεπτής των Χανίων Antonio Navagiero “βλέπει ότι πίσω από τον Άγιο Κωνσταντίνο μέχρι το νεκροταφείο των Εβραίων και σε απόσταση μισού μιλίου, ήταν γεμάτες οι κοιλάδες με τα εχθρικά στρατεύματα”.
Την ίδια πληροφορία αναφέρει στην “Ιστορία της Κρήτης” και ο Βασίλειος Ψιλάκης (“το πρώτον δε κανονιοστάσιον από έξι πυροβόλα εφάνη επί του υψώματος απέναντι του Αγίου Κωνσταντίνου και επυροβόλησε την πύλην του Ρεθύμνου”). […]»20.
Για τη μονή του Αγίου Λαζάρου δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες. Ο Μαν. Μανούσακας, γράφει και παράλληλα παραθέτει σχετικό χάρτη που δείχνει τη μονή και τον γύρω χώρο: «Η μονή του Αγίου Λαζάρου βρισκόταν δυτικά των οχυρώσεων και επί της σημερινής οδού Κισάμου κοντά στο “Πανελλήνιο”. Πρόκειται για μια λατινική μονή που χρησιμοποιούνταν κυρίως ως λεπροκομείο και αποτέλεσε τον πυρήνα της συνοικίας Βαρούσι, πολύ κοντά στα μεταγενέστερα Κομμεναριά».
Σχετικά με την πολιορκία των Χανίων ο Μιχάλης Ανδριανάκης, αναφέρει21: «[…] Η σχετικά σύντομη πολιορκία των Χανίων ήταν ένας άνισος και εξαιρετικά σκληρός αγώνας. […] Το κύριο βάρος της επίθεσης ρίχτηκε από την πλευρά της σημερινής Νέας Χώρας εναντίον του προμαχώνα του Αγ. Δημητρίου […] Ο εχθρός αναφέρεται ότι είχε εγκαταστήσει μια πυροβολαρχία με πέντε μεγάλα κανόνια σε ύψωμα μπροστά από τον Άγιο Κωνσταντίνο, απ’ όπου θα μπορούσαν να πλήξουν και τον προμαχώνα του San Salvatore. Η κίνησή τους αυτή δεν είχε τα αποτελέσματα που περίμεναν και για το λόγο αυτό αναζήτησαν μια πιο προστατευμένη περιοχή, στο νεκροταφείο των Εβραίων, όπου τοποθέτησαν νέα πυροβολαρχία με πέντε κανόνια, πλήττοντας καίρια τον προμαχώνα του San Salvatore. Μια ακόμα πυροβολαρχία εγκαταστάθηκε προς την πλευρά των Λαζαρέτων. […]».
Οι αναφορές των ενετικών πηγών για το θέμα, κατά κύριο λόγο, σχετίζονται με την πολιορκία των Χανίων από τους Τούρκους:
1. Στο Frammenti Istorici Della Guera di Candia που τυπώθηκε στη Bologna το 1647, αναφέρεται: «[…] Αφού εγκατέστησαν το πρώτο χαράκωμα με 6 μεγάλα κανόνια και σε μικρή απόσταση από την εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου σε χώρο πάνω σε ύψωμα […]»22.
2. Στην δεκατετράτομη «Ιστορία της Βενετίας» γράφεται23: «[…] Την επόμενη μέρα, στις 24 του μήνα (σ.σ. Ιουνίου) εμφανίστηκε το στράτευμα του εχθρού, πολυπληθές, ίσως πάνω από εξήντα χιλιάδες στρατιώτες, με πορεία προς τα Χανιά. Από την πόλη, ο κόμης Albano Governatore (Αλμπάνο Γκοβερνατόρε), με τον λοχαγό La Fontana (Λα Φοντάνα), επικεφαλής διακοσίων «πεζικάριων» και ο ίλαρχος Vizzamano (Βιτζαμάνο) με το φεουδαρχικό ιππικό βγήκαν από τα τείχη και κάνοντας πολλή φασαρία κατευθύνθηκαν απειλητικά προς τους Τούρκους. Έτσι πέτυχαν να υποχωρήσει η εμπροσθοφυλακή του εχθρού. Οι ίδιοι, μετά από αυτή την εξέλιξη, γύρισαν με τάξη στην Πόλη. Το ίδιο πράγμα έκαναν και τις επόμενες μέρες για να καθυστερήσουν τις επιχειρήσεις του εχθρού, αλλά αναγκάστηκαν να σταματήσουν και να κλειστούν στα τείχη της πόλης λόγω του μεγάλου αριθμού των Τούρκων. Ο εχθρός, επωφελήθηκε στρατηγικά, καταλαμβάνοντας κατά τη διάρκεια της νύχτας την τοποθεσία επ’ ονόματι San Lazaro, στα περίχωρα της πόλης σε απόσταση περίπου μισού μιλίου από αυτήν. Από εκεί μετακινήθηκαν και σήκωσαν ένα ανάχωμα σε ένα σημείο που το έλεγαν Άγιο Κωνσταντίνο, μοναστήρι καλογήρων, και μετέφεραν εκεί τρία μεγάλα κανόνια. Στις 27 του ίδιου μήνα, τα ξημερώματα, οι άπιστοι άρχισαν να χτυπάνε την πόλη από τη μεριά της Ρεθεμνιώτικης πόρτας. Παρ’ όλο που από τα προπύργια της πόλης χτυπούσαν όλη την ημέρα το ανάχωμα με τα κανόνια των Τούρκων, αυτοί τα βράδια το ξαναέφτιαχναν, συνεχίζοντας να βομβαρδίζουν την πόλη νυχθημερόν. Οι Χριστιανοί με τη σειρά τους χτυπούσαν τους Τούρκους με τα μουσκέτα και με την πάροδο των ημερών αυξάνονταν οι νεκροί και οι τραυματίες. Οι Τούρκοι βλέποντας πως δεν έκαναν πολλά πράγματα πέρα από τη Ρεθεμνιώτικη Πόρτα έχοντας φτιάξει ένα μικρό τείχος σε σχήμα μισοφέγγαρου, αποφάσισαν να σηκώσουν άλλα τρία χαρακώματα για να τοποθετήσουν κανόνια. Ένα ήταν στους Αγίους Αποστόλους όπου τοποθέτησαν έξι μεγάλα κανόνια που χτυπούσαν το προπύργιο του Αγίου Αθανασίου. Ένα άλλο κάτω από την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου όπου τοποθέτησαν τέσσερα μεγάλα κανόνια, στοχεύοντας με αυτά τον προμαχώνα του Αγίου Δημητρίου. Και το τρίτο το έφτιαξαν κοντά στον Άγιο Κωνσταντίνο όπου τοποθέτησαν τέσσερα κανόνια που χτυπούσαν τη Ρεθεμνιώτικη πόρτα. Με αυτό τον τρόπο οι βάρβαροι προωθούσαν σιγά σιγά τις δυνάμεις τους προς το μέρος της πόλης, από τη μεριά του Αγίου Δημητρίου που το σφυροκοπούσαν διαρκώς μέρα και νύχτα. Επίσης οι βάρβαροι δημιούργησαν ένα «Fortino» μικρό φρούριο στη μεριά της Sabbionara σε ένα μετόχι ονομαζόμενο Santo Tanourio (σ.σ. πιθανώς να εννοεί Άγιος Φανούριος), τοποθετώντας τέσσερα κανόνια με τα οποία χτυπούσαν την πόρτα Σαμπιονάρα. Με άλλα λόγια η πόλη είχε πολιορκηθεί εντελώς από τη στεριά. Και σε συνδυασμό με τον συνεχιζόμενο αποκλεισμό από τη μεριά της θάλασσας, άρχισε να γίνεται όλο και πιο δύσκολος ο ανεφοδιασμός της πόλης […]».
Ο Galeazzo Gualdo στο βιβλίο του «Historia delle guerre di Ferdinando Secondo, c Ferdinando Terzo Imperatori, e del Re Filippo Quarto di Spagna, Venetia 1653» μτφρ. Σπύρος Τζανάκης, αφιερωμένο στους πολέμους των αυτοκρατόρων Φερδινάνδου 2ου και 3ου, στον δέκατο τόμο, σελίδα 441 αναφέρει ότι οι Τούρκοι αφού προώθησαν το στόλο τους στα λιμάνια των Αγίων Αποστόλων και Tavlacchi (σ.σ. Αυλάκι κατά Σεμιτέκολο) στρατοπέδευσαν στο χωριό του San Lazaro όπου σήκωσαν λάβαρα στις σκεπές των σπιτιών. Οι κάτοικοι της πόλης μόλις τα είδαν ειδοποίησαν τις αρχές για να πάρουν μέτρα. Στο ίδιο βιβλίο αναφέρει την ηρωική στάση των ορθόδοξων ιερέων που βρισκόταν στην πόλη κατά τη διάρκεια της πολιορκίας και οι οποίοι με πρωτοβουλία των αρχών σχημάτισαν ιδιαίτερη μονάδα με επικεφαλής Ενετό αξιωματικό. Προκάλεσε δε θαυμασμό το θάρρος αλλά και η στρατιωτική τους αποτελεσματικότητα για παπάδες. Ο συγγραφέας στις σελίδες 456 – 457 εξιστορεί ακόμη με επαινετικά λόγια την ηρωική θυσία μιας γυναίκας της πόλης, της Regina Caneuse (σ.σ. η Ρεγγίνα από τα Χανιά) που χωρίς να λυπηθεί τη ζωή της γέμισε τη φούστα της με πέτρες και πηγαίνοντας μπροστά από την πρώτη σειρά των στρατιωτών που υπεράσπιζαν την πόλη, τις έριχνε με δύναμη στους Τούρκους που προσπαθούσαν ν’ ανέβουν τα τείχη στον προμαχώνα του San Dimitri. Μια σφαίρα από μουσκέτο έδωσε τέρμα στη ζωή της, αλλά η πράξη της ενέπνευσε και τις άλλες γυναίκες μα και τους άντρες της πόλης για να υπερασπίσουν με σθένος τα τείχη24.
Νερόμυλοι στον Κλαδισό
O Andrea Valiero στο βιβλίο του «Historia Della Guera di Candia, σελ. 49 – 50, Venetia 1679», σχετικά με τους νερόμυλους στην περιοχή του Κλαδισού, αναφέρει: «Αντιθέτως (με τη δράση στη θάλασσα) προτάθηκε κάποια απόπειρα στη στεριά, (στην περιοχή των Χανίων και κυρίως στα δυτικά της πόλης) ελπίζοντας πως με την καταστροφή μερικών νερόμυλων (σ.σ. τους έκαψαν) κοντά στην πόλη, θα δυσκόλευαν σοβαρά τους Τούρκους». Στο χάρτη του Dom. Mocenigo (1692) και με βάση το υπόμνημα σημειώνεται η ύπαρξη ενός νερόμυλου στη δυτική όχθη και κοντά στην κεντρική γέφυρα του ποταμού.
Η ζωή συνεχίστηκε στο γεωγραφικό χώρο της Νέας Χώρας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, έως ότου στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα οικήθηκε από μουσουλμάνους της υπαίθρου των Χανίων με επίκεντρο το μουσουλμανικό τέμενος25 της Νέας Συνοικίας ή Νεοχώριον όπως αναγράφονταν στα έγγραφα του ιεροδικείου και «έλαβε τη μορφή μιας τυπικής επαρχιακής μουσουλμανικής συνοικίας» και με την εγκατάσταση χριστιανών κατοίκων λίγα χρόνια αργότερα διαμορφώθηκε, με το πέρασμα του χρόνου, η σημερινή Καινούργια ή Νέα Χώρα.
*Θέλω να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στον αγαπητό φίλο και ερευνητή Σπύρο Τζανάκη που μετάφρασε κείμενα από ιταλικές πηγές με αρκετές πληροφορίες για το θέμα μας. Επίσης ευχαριστώ τους καλούς φίλους Μιχ. Ανδριανάκη και Μαν. Μανούσακα για τις διαφωτιστικές όσο και πολύτιμες διευκρινίσεις τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ
• «Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα», Συλλογικός τόμος τοπικής ιστορίας της Νέας Χώρας , εκδ. Δήμου Χανίων, Χανιά 2012.
• Γρηγοράκης Μιχ., Τα Χανιά όπως τα είδαν οι ξένοι, εκδ. Χαν. Νέα, Χανιά 2003.
• Δασύρας Αιμίλιος, Η νησίδα Λαζαρέτο των Χανίων, Χανιώτικα Νέα, 20 Δεκεμβρίου 2010.
• Παπαδία-Λάλα Αναστασία, Ευαγή και νοσοκομειακά ιδρύματα στη βενετοκρατούμενη Κρήτη, Η ιδρυματική πολιτική στην Κρητική περιφέρεια, Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας – Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου (συνέκδοση), Βενετία 1996.
• Πιτσιτάκης Γιώργος, Η ιστορία του Τζαμιού της Νέας Xώρας, Χανιώτικα Νέα, ένθετο «Διαδρομές», 18 Φεβρουαρίου 2017.
• Φουρναράκης Γ. Κων., Τα Χανιά μας, έκδ. Αντ. Μπορτολή, Εν Χανίοις 1925.
• Francesco Sansovino – Givstiniano Martinioni, Venetia, citta nobilissima, et singolare: Defcritta in XIIII Libri, [Βενετία, πόλη ευγενέστατη και μοναδική: Περιγραφόμενη σε 14 βιβλία], Venetia, 1663. (Συλλογές του University of Michigan Books, και Συλλογές του Getty Research Institute, California, USA), μτφρ: Σπύρος Τζανάκης.
• Galeazzo Gualdo, Historia delle guerre di Ferdinando Secondo, c Ferdinando Terzo Imperatori, e del Re Filippo Quarto di Spagna, Venetia 1653, μτφρ. Σπύρος Τζανάκης.
• Giovanni, S. 1715, “Historia Della Sacra Religione”, Venetia 1715.
• Valiero A. 1679, “Historia Della Guera di Candia”, Venetia 1679.
1. Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Μιχάλης Ανδριανάκης, Οι Δυτικές Οχυρώσεις των Χανίων και η Νέα Χώρα, σελ. 87, εκδ. Δήμου Χανίων, Χανιά 2012.
2. Βλ. Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Μιχάλης Ανδριανάκης, ό. π. σελ. 91: «Στο μέσο περίπου της δυτικής cortina και μετά την ολοκλήρωση του προμαχώνα Gritti ή San Salvatore, ο νέος Ρέκτορας Andrea Priuli (1540-1543) συνέχισε την κατασκευή της δυτικής πλευράς των τειχών της πόλης, στο μέσο της οποίας κατασκεύασε τον επιπρομαχώνα που πήρε τ’ όνομά του […]».
3. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γιάννη Καλογεράκη (μαθηματικού-ερευνητή), κατά την αναμόρφωση του πάρκου τη δεκαετία του 1990 από το Δήμο και στο σκάψιμο για την τοποθέτηση σιντριβανιού στο κέντρο του πάρκου, βρέθηκαν τα ίχνη της στράτας καλά διατηρημένα.
4. Βλ. Κων. Γ. Φουρναράκης, Τα Χανιά μας, σελ. 9, έκδ. Αντ. Μπορτολή, Εν Χανίοις 1925: «[…] Η θέα των λεπρών των οποίων τας σάρκας είχε κατασπαράξει η βροτολοιγός (σ.σ. η ολέθρια, η καταστροφική), αύτη νόσος προϋκάλει τον οίκτον και την φρίκην. Η λέπρα την οποίαν εκόμισαν αι Σταυροφορίαι εις την Ευρώπην εξ Ανατολής ήτο πολύ διαδεδομένη εις όλη την Κρήτην […]».
5. Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Γιάννης Γ. Καλογεράκης, Νέα Χώρα – Εικόνες του Χώρου και του Χρόνου, σελ. 102, εκδ. Δήμου Χανίων, Χανιά 2012.
6. μοσκέτο και μουσκέτο: το φορητό πυροβόλο όπλο με λεία κάννη, κατά κανόνα εμπροσθογεμές, πρόδρομος του τυφεκίου. Το βεληνεκές του ήταν 80-100 γυάρδες δηλ. 75-90 μέτρα. (πηγή: Encyclopaedia Britannica, λήμμα: Musket).
7. κοστάρω ή ακοστάρω: ναυτικός όρος για πλοίο, πλευρίζω στην ακτή ή σε άλλο πλεούμενο.
8. Γραίγος, ή Μέσης είναι ο βόρειο – ανατολικός άνεμος και κατά συνέπεια και η κατεύθυνση. Ο βόρειο δυτικός άνεμος και κατεύθυνση λέγεται: Σκείρων ή Μαΐστρος.
9. Γρηγοράκης Μιχ., Τα Χανιά όπως τα είδαν οι ξένοι, Ιερ. Σεμιτέκολο, Περιγραφή του διαμερίσματος Χανίων 1639, (μετάφρ. Δήμητρα Σπίθα – Πιμπλή), σελ. 26, εκδ. Χαν. Νέα, Χανιά 2003.
10. Γρηγοράκης Μιχ., ό. π., σελ. 27.
11. Παπαδία-Λάλα Αναστασία, Ευαγή και νοσοκομειακά ιδρύματα στη βενετοκρατούμενη Κρήτη, Η ιδρυματική πολιτική στην Κρητική περιφέρεια, σελ. 189-195, Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας – Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου (συνέκδοση), Βενετία 1996.
12. Παπαδία-Λάλα Αναστασία, ό. π. σελ. 192-193.
13. Βλ. «Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα»: Αιμίλιος Δασύρας, Το νησάκι Λαζαρέτο, σελ. 16, Χανιά 2012. Επίσης Βλ. Αιμίλιος Δασύρας, Η νησίδα Λαζαρέτο των Χανίων, Χανιώτικα Νέα, 20 Δεκεμβρίου 2010.
14. «Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα»: Αιμίλιος Δασύρας, ό. π. σελ. 16.
15. Γρηγοράκης Μιχ., Τα Χανιά όπως τα είδαν οι ξένοι, Ριχάρδος Πόκοκ, Χρονικό περιηγήσεων 1739, (μετάφρ. Λίζα Εκκεκάκη), σελ. 46, έκδ. Χαν. Νέα, Χανιά 2003.
16. Γρηγοράκης Μιχ., Τα Χανιά όπως τα είδαν οι ξένοι, Νικόλαος Σαβαρής, Κρητικές επιστολές 1779, Επιστολή ΙΖ΄, (μετάφρ. Ν. Γ. Ζυγομαλάς), σελ. 50, έκδ. Χαν. Νέα, Χανιά 2003.
17. Τα στοιχεία για τα πλοία και τον πληθυσμό προέρχονται από ενετικές πηγές, ενώ άλλες πηγές όπως ρωσική εγκυκλοπαίδεια (http://www. vokrugsveta. ru/encyclopedia/index.php) αναφέρουν για 400 πλοία και ότι «στην Κρήτη σύμφωνα με την απογραφή του 1644, κατοικούσαν 287.165».
18. Βλ. Χαιρέτη, Μαρία, «Η απογραφή των ναών και των μονών της περιοχής Χανίων του έτους 1637», Επετηρίς Εταιρίας Βυζαντινών Σπουδών, 36 (1968), 335-388.
19. Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Μιχάλης Ανδριανάκης, Οι Δυτικές Οχυρώσεις των Χανίων και η Νέα Χώρα, σελ. 87 και Γιάννης Γ. Καλογεράκης, Νέα Χώρα – Εικόνες του Χώρου και του Χρόνου, σελ. 102, έκδ. Δήμου Χανίων, Χανιά 2012.
20. Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Μιχάλης Ανδριανάκης, Οι Δυτικές Οχυρώσεις των Χανίων και η Νέα Χώρα, σελ. 87, έκδ. Δήμου Χανίων, Χανιά 2012.
21. Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Μιχάλης Ανδριανάκης, Οι Δυτικές Οχυρώσεις των Χανίων και η Νέα Χώρα, σελ. 93-94, έκδ. Δήμου Χανίων, Χανιά 2012.
22. Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Γιάννης Γ. Καλογεράκης, Νέα Χώρα – Εικόνες του Χώρου και του Χρόνου, σελ. 102, εκδ. Δήμου Χανίων, Χανιά 2012.
23. Francesco Sansovino – Givstiniano Martinioni, Venetia, citta nobilissima, et singolare: Defcritta in XIIII Libri, [Βενετία, πόλη ευγενέστατη και μοναδική: Περιγραφόμενη σε 14 βιβλία], 13ο βιβλίο, σελ. 692, Venetia, 1663. (Συλλογές του University of Michigan Books, και Συλλογές του Getty Research Institute, California, USA). μτφρ. Σπύρος Τζανάκης.
24. Αυτές είναι δύο μικρές ενδεικτικές ιστορίες από το πλήθος που υπάρχουν στις βενετικές πηγές καθώς ιστορείται η πολιορκία των Χανίων το 1645.
25. Βλ. Χανιώτικα Νέα, Γιώργος Πιτσιτάκης, Η ιστορία του Τζαμιού της Νέας Xώρας, ένθετο Διαδρομές, 18 Φεβρουαρίου 2017.