Συμπληρώθηκαν 45 χρόνια από το προδοτικό πραξικόπημα κατά του Μακάριου στην Κύπρο και τη βάρβαρη τουρκική εισβολή στο νησί.
Δυστυχώς, ακόμη δεν άνοιξε ο φάκελος της Κύπρου, ούτε και αποδόθηκαν οι ευθύνες εκεί που έπρεπε, ακόμη και για το τραγικό γεγονός της κατάρριψης του ελληνικού μεταγωγικού αεροσκάφους από φίλια πυρά, στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας, αφού δεν είχαν ειδοποιηθεί οι επικεφαλής των αντιαεροπορικών για την άφιξη των 300 κομάντος από την Ελλάδα και είναι θαύμα πώς δεν καταρρίφθηκαν και τα άλλα 12 και μόνο σκοτώθηκαν άλλοι δυο από τους επιβαίνοντες και τραυματίσθηκαν εννέα.
Στο γεγονός αυτό θα αναφερθώ εν συντομία με στοιχεία από παλαιότερες δημοσιεύσεις μου στα “Χ.Ν.” και το θαυμάσιο βιβλίο των Γιάννη Φασούλα και Γιάννη Σκάλκου, έκδοση 2011 με τίτλο “ΝΙΚΗ στη νεκρή ζώνη” όπου μετά από έρευνες ετών παρουσιάζουν μια μοναδική εικόνα των γεγονότων και κυρίως των ιστορικών ωρών που έζησαν οι άνδρες της Α’ Μοίρας Καταδρομών (Μάλεμε).
Την 21η Ιουλίου 1974 το ΓΕΕΘΑ βρισκόταν σε πλήρη σύγχυση. Την 16.30 ο διοικητής Καταδρομών του ΓΕΣ δίδει προφορική διαταγή στον διοικητή της Α’ Μοίρας Καταδρομών στο Μάλεμε και ταγματάρχη Γεώργιο Παπαμελετίου να κινηθεί άμεσα προς την 115 Π.Μ., ενώ είχαν ήδη αρχίσει να προσγειώνονται στο αεροδρόμιο Σούδας τα γηρασμένα μεταγωγικά αεροσκάφη NORATLAS που προηγουμένως είχε δοθεί εντολή σε όλες τις αεροπορικές μονάδες να κατευθυνθούν άμεσα στη Σούδα. Τελικά από τα 20 αεροσκάφη απογειώθηκαν για Λευκωσία τα 15 και έφθασαν στην Κύπρο τα 13, με τα δύο να έχουν επιστρέψει για διάφορους λόγους. Από αυτά, τα τρία είχαν μεγάλες ζημιές και έμειναν για πάντα στην Κύπρο όπως και το καταρριφθέν, ενώ τα υπόλοιπα εννέα, που όλα ήταν διάτρητα από σφαίρες, τα δυο προσγειώθηκαν στη Ρόδο λόγω διαρροής καυσίμων.
Στη σύντομη ενημέρωση των πιλότων οι εντολές ήταν:
• Υψος πτήσεως στα 500 πόδια και ταχύτητα 150 μίλια.
• Απόλυτη σιγή ασυρμάτου και φώτα πλεύσεως σβηστά.
• Αποβίβαση των καταδρομέων χωρίς να σβήσουν οι κινητήρες και άμεση επιστροφή πριν το ξημέρωμα.
Εν τω μεταξύ η Α’ Μοίρα που ήταν σε ετοιμότητα και επικρατούσε η εντύπωση ότι θα σταλούν με αποβατικά σε κάποια νησιά, δόθηκε εντολή να κατευθυνθούν στο αεροδρόμιο Σούδας.
Στις 5.30 το απόγευμα συγκροτήθηκαν οι ομάδες που είχαν εντολή να πάρουν ελαφρύ οπλισμό και τίποτα περιττό.
Ετσι ξεκινούσε η πρώτη αεροαποβατική επιχείρηση στην ιστορία των Ενόπλων Δυνάμεών μας. Στις 8 το απόγευμα περίπου, άρχισε στο Μάλεμε η επιβίβαση των 300 στα επιταγμένα λεωφορεία και λίγο αργότερα η φάλαγγα περνούσε από τον Πλατανιά, όπου οι κάτοικοι αλλά και οι ξένοι, κατάλαβαν και χειροκροτούσαν τους καταδρομείς, ενώ στην πλατεία της Δημοτικής Αγοράς στην πόλη μας, παρ’ ότι είχε απαγορευθεί από τη δικτατορία οι καταδρομείς τραγουδούσαν το “πότε θα κάμει ξαστεριά” και ο κόσμος που είχε πλημμυρίσει τους δρόμους, τους επευφημούσε και μερικοί φώναζαν “στο καλό κοπέλια”.
Όπως ανέφερα, φθάνοντας νύχτα στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, δέχτηκαν τα καταιγιστικά πυρά των ελληνικών αντιαεροπορικών πυροβολαρχιών.
Το αεροσκάφος “ΝΙΚΗ 4” χτυπήθηκε άσχημα και άρχισε να φλέγεται. Ο πιλότος προσπάθησε να το προσγειώσει αλλά ο διάδρομος είχε τελειώσει και τσακίστηκε στην απέναντι χαράδρα παρασέρνοντας στον θάνατο 27 από τους καταδρομείς και τους τέσσερις του πληρώματος.
Μόνο ο Μακεδόνας Θανάσης Ζαφειρίου, που τον γνώρισα σε μια από τις τελετές μνήμης στο Μάλεμε, που είχε έρθει, σώθηκε. Διηγόταν το περιστατικό με τέτοια ένταση που είχε ιδρώσει και είχε γίνει κατακόκκινος.
Είπε ότι το αεροπλάνο είχε πιάσει φωτιά και στον διάδρομό του τα κιβώτια με τα πυρομαχικά άρχισαν κι αυτά να φλέγονται όπως και μερικοί από τους καταδρομείς ενώ άλλοι είχαν ήδη σκοτωθεί.
Στην απελπισία του να μην καεί, άνοιξε την πόρτα και πήδηξε. Αργότερα υπολόγισαν ότι πήδηξε από ύψος 50 μ.
Τον βρήκαν τυχαία και τον “μάζεψαν” σε μια κουβέρτα, αφού είχε υποστεί δεκάδες συντριπτικά κατάγματα.
Στον τόπο της τραγωδίας δεν βρέθηκαν παρά τρία σχεδόν ανέπαφα πτώματα.
Τα υπόλοιπα είχαν αποτεφρωθεί και μόνο αποκαΐδια και σκόνη υπήρχε, που αναγκάστηκαν με μπουλντόζα να συγκεντρώσουν σε λάκκο όλα αυτά.
Στους φονευθέντες συμπεριλαμβανόταν και ο Χανιώτης λοχίας Στέφανος Τζιλιβάκης που γι’ αυτόν έχει στηθεί μνημείο στο μικρό εκκλησάκι της Χαλέπας απέναντι από την Αγία Μαγδαληνή.
Θυμάμαι στην πρώτη τελετή μνήμης στο Μάλεμε να έχουν έλθει και πολλές μανάδες ή άλλοι συγγενείς των πεσόντων και θα μου μείνει αλησμόνητο το τραγουδιστό μοιρολόι μιας Ηπειρώτισσας μάνας, που για πολλή ώρα καλούσε τον γιο της και όλοι παρακολουθούσαν άφωνοι.
Επίσης σε κάποιες από τις τελετές είχε παρευρεθεί, σαν απόστρατος ταξίαρχος πλέον και ο ηρωικός διοικητής της Μοίρας Γ. Παπαμελετίου, ασπρομάλλης καθώς και ο αρχηγός του ΓΕΣ Ν. Ντούβας, που τότε έλαβε μέρος στην επιχείρηση σαν υπολοχαγός, Υποδιοικητής της Μοίρας ήταν ο αλησμόνητος φίλος των Χανιωτών ορειβατών Άγγελος Αβραμίδης, που αργότερα έχασε τη ζωή του σε τροχαίο δυστύχημα.
Ο τότε κυβερνήτης του αεροσκάφους “ΝΙΚΗ 13”, Ρεθεμνιώτης Ευάγγελος Πετρουλάκης, διηγήθηκε ότι επειδή η τελευταία πτήση για Κύπρο έπρεπε να είναι μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα, παραβαίνοντας τις διαταγές, απογειώθηκε τελευταίος από την πίστα των Αμερικανών στο αεροδρόμιο Σούδας, οι οποίοι, με δική των πρωτοβουλία, τον φούλαραν με καύσιμα και φόρτωσαν τις βόμβες για τα Φάντομ.
Στη Λευκωσία προσγειώθηκε τελευταίος, αφού αντιμετώπισε τα αντιαεροπορικά πυρά Ελλήνων και Τούρκων και με αναμμένες τις μηχανές, τα τρία μέλη του πληρώματος ξεφόρτωσαν σε 20 λεπτά τρεισήμισι τόνους πυρομαχικών και απογειώθηκαν με επιτυχία για τη Σούδα.
Υ.Γ. Εκτός από τον ηρωικό Τζιλιβάκη, υπήρξαν και άλλοι Χανιώτες που ήταν στους νεκρούς.
Την 23η Ιουλίου, οι επιζήσαντες άνδρες της Μοίρας έδωσαν και κέρδισαν καθοριστική μάχη στο αεροδρόμιο.
Την 23η Ιουλίου, οι επιζήσαντες άνδρες της Μοίρας έδωσαν και κέρδισαν καθοριστική μάχη στο αεροδρόμιο.
Εξαιρετικό άρθρο. Συντηρεί την μνήμη των πεσόντων και υπενθυμίζει στους νεότερους τις αξίες και τις θυσίες των προγόνων μας.
θα μου επιτρέψετε μόνο να πω ότι η φωτογραφία δεν είναι του αείμνηστου διοικητή της μοίρας καταδρομών Παπαμελετίου, ο οποίος ήταν αντισυνταγματάρχης (υπάρχει άφθονο οπτικό υλικό στα αφιερώματα του Κώστα Φασουλά στην ΕΡΤ στην εκπομπή “Επόμενη μέρα” και του Σαχίνη στις “Αντιθέσεις”) και δεν είχε μουστάκι. Η φωτογραφία πιθανότατα είναι του υποδιοικητή ταγματάρχη Μανουρά (στο γιακά έχει το διακριτικό του βαθμού του).