» Μια χρονιά – ορόσημο για την Κρήτη, μέσα από γαλλική έκδοση του 19ου αιώνα
που φυλάσσεται στο Μουσείο Τυπογραφίας
Ένα συναρπαστικό, νοερό, ταξίδι στην ιστορία των Χανίων και της Κρήτης αποτελεί η γαλλική έκδοση του 1898 “L’ ile de Crete: Histoire & Souvenirs” (Το νησί της Κρήτης: Ιστορία και Αναμνήσεις” του Γάλλου θεολόγου, συγγραφέα και μεταφραστή
Celestin Albin, το οποίο βρίσκεται στις συλλογές του Μουσείου Τυπογραφίας Γιάννη & Ελένης Γαρεδάκη.
Λάτρης της Κρήτης, ο συγγραφέας Celestin Albin (1865-1928) ο οποίος είχε επισκεφθεί τα Χανιά, μας προσφέρει μια απολαυστική διαδρομή στο χώρο-χρόνο, μέσα από αφηγήσεις και εικόνες εκείνης της εποχής, που ξεδιπλώνονται στις σελίδες του βιβλίου, σε μια χρονιά ορόσημο για το νησί και τους κρητικούς αγώνες: μετά από 229 χρόνια οθωμανικής κατοχής η Κρήτη γίνεται ανεξάρτητο κράτος, η «Κρητική Πολιτεία», με πρωτεύουσα τα Χανιά.
Στις 241 σελίδες του βιβλίου περιλαμβάνονται πλούσιες πληροφορίες με βιβλιογραφία, χάρτης της Κρήτης, γκραβούρες, χαρακτικά και ασπρόμαυρες φωτογραφίες εκείνης της εποχής (1898) από τα Χανιά, το ενετικό λιμάνι Χανίων, τη Σούδα, το Ακρωτήρι, το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο.
Στην εισαγωγή του ο Γάλλος συγγραφέας πλέκει το εγκώμιο του νησιού, αποκαλώντας την μεταξύ άλλων «Αγία Κρήτη», «χώρα της έμπνευσης και των αναμνήσεων», «ιερό νησί», «λίκνο των αρχαίων θεών», «πατρίδα αγίων, που θρέφει ακόμη και σήμερα ήρωες!» ενώ επισημαίνει πως «Το ίδιο το όνομα Κρήτη είναι βουτηγμένο στο μυστήριο και διατηρεί μια μαγική έλξη»: «Το νησί της Κρήτης είναι, θα λέγαμε, στην παγκόσμια ιστορία, ο δακτύλιος της συμμαχίας μεταξύ της θείας Ελλάδας και της Ανατολής, ο σύνδεσμος μεταξύ των δύο μεγάλων τμημάτων του πλανήτη. Ακόμη και σήμερα, ήρωες έχουν αναδειχθεί μέσα από αυτή τη γη, τα «Λευκά όρη», για να υπερασπιστούν τη θρησκεία και την ελευθερία τους, κρατώντας το σταυρό στο ένα χέρι και το τουφέκι στο άλλο. Η ιστορία ενός τέτοιου τόπου άξιζε να γραφτεί. Προσπαθήσαμε να το κάνουμε αυτό με βάση παλιά έγγραφα και νέες πληροφορίες».
ΤΑ ΧΑΝΙΑ
«Η Κρήτη, μέσα στην εξαίσια γοητεία της, διατηρεί ένα πέπλο θλίψης. Όταν φτάσαμε στα Χανιά, μας υποδέχτηκε στο λιμάνι ένα σμήνος παιδιών με φτωχή ενδυμασία, φαίνονταν φοβισμένα αλλά το βελούδινο βλέμμα τους έκρυβε μια γνήσια ενστικτώδες αντίσταση. Αυτό το βλέμμα είναι η Κρήτη. Θα ζήσει ξανά ευτυχισμένη τη μέρα εκείνη που θα βρει την πλήρη ελευθερία και την πίστη της!» αναφέρει χαρακτηριστικά στο εισαγωγικό σημείωμα του ο Celestin Albin.
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου είναι αφιερωμένο στα Χανιά, αρχικός προορισμός και σταθμός του ταξιδιού του συγγραφέα στην Κρήτη. Στο κεφάλαιο αυτό υπάρχει αναλυτική περιγραφή του τόπου και εικόνες με την όψη των Χανίων, του κόλπου της Σούδας, του φρουρίου Ιτζεδίν, μοναστηριών του Ακρωτηρίου κ.α
Σύμφωνα με όσα αναφέρει, το 1898, στην πόλη των Χανίων ζούσαν δεκαοκτώ χιλιάδες κάτοικοι. «Η όψη της, ιδωμένη από τη θάλασσα, είναι αρκετά επιβλητική. Περιβάλλεται από ποικίλη βλάστηση, όπου κυριαρχούν οι πρόποδες των Λευκών Ορέων, των οποίων οι κορυφές είναι καλυμμένες με χιόνι το μεγαλύτερο μέρος του έτους. Η μαγεία εξαφανίζεται, όπως στις περισσότερες ανατολικές πόλεις, όταν μπαίνεις μέσα. Οι δρόμοι είναι κανονικοί, αλλά στενοί, οι επάλξεις ερειπωμένες. Κάποια παλιά σπίτια φέρουν ακόμα βενετσιάνικα οικόσημα στις προσόψεις τους και το «Λιοντάρι του Αγίου Μάρκου» φαίνεται στα ερείπια των δημοσίων μνημείων.
Το λιμάνι σχηματίζεται από μια αλυσίδα βράχων που εκτείνεται παράλληλα με την ακτή ενώ στα ανατολικά υψώνεται ένας φάρος ορατός δώδεκα μίλια έξω από τη θάλασσα. Διακρίνονται επίσης ερείπια ενός οπλοστασίου που χτίστηκε την εποχή της Ενετοκρατίας. Αυτά τα ερείπια πρέπει να έχουν δει συχνά την άφιξη των διάσημων γαλερών της Βενετίας με τις χρυσές χίμαιρες τους»
Η ΣΟΥΔΑ
«Σε μικρή απόσταση από τα Χανιά, στα ανατολικά, βρίσκεται ο περίφημος κόλπος της Σούδας» αναφέρει για την Σούδα ο συγγραφέας επισημαίνοντας πως «προσφέρει ασφαλές αγκυροβόλιο για μεγαλύτερα σκάφη. Οι διμοιρίες από όλη την Ευρώπη θα συναντιούνταν εκεί άνετα. […] Υπάρχει, ταυτόχρονα, μια ανάμνηση από τον κόλπο της Νάπολης και τα φιόρδ της Νορβηγίας, σε αυτό το λιμάνι των χιλίων ονείρων.
Η είσοδος στα στενά εμποδίζεται από ένα νησάκι που μοιάζει με μικρό καράβι αγκυροβολημένο: μερικοί φυλλώδεις θάμνοι, τα κατάρτια του πλοίου. Μόλις γυρίσουμε το νησάκι, βρισκόμαστε μπροστά σε τείχη ενός φρουρίου που βυθίζονται απότομα σε βαθιά νερά …
Εκεί, στη μέση του γαλάζιου, σχεδόν ένα κομμάτι αποκομμένο από τον ουρανό, είχαν στήσει το σπίτι τους οι Σειρήνες, θεές της θάλασσας. Μόνο οι μικρές βάρκες που διασχίζουν τον κόλπο ανά πάσα στιγμή μας κάνουν να ονειρευόμαστε αυτά τα οράματα…Για να μπείτε στο εσωτερικό του νησιού, τα θαύματα της θάλασσας διαδέχεται η απεραντοσύνη των βουνών» γράφει γοητευμένος από την ομορφιά του τοπίου της Σούδας ο Γάλλος συγγραφέας.
ΣΦΑΚΙΑ – ΦΑΛΑΣΑΡΝΑ- ΣΕΛΙΝΟ
«Νότια των Χανίων, στις πλαγιές των Λευκών ορέων εκτείνεται η επαρχία Σφακίων. Τα χωριά κατοικούνται από ζωηρούς κατοίκους των βουνών: μπορούμε να φτάσουμε εκεί μόνο ακολουθώντας τις κοίτες των χειμάρρων: περπατάμε ανάμεσα σε φαράγγια τόσο στενά που αγγίζουμε τα πέτρινα τείχη απλώνοντας τα χέρια μας. Σε αυτά τα βουνά ξεσπούσαν πάντα οι εξεγέρσεις: οι πολεμιστές είναι τολμηροί και περήφανοι…» αναφέρει ο Γάλλος συγγραφέας που επισκέφθηκε τα Σφακιά.
Για την αρχαία Φαλάσαρνα, επισημαίνει πως «φημίζεται ακόμη και σήμερα για τις πελασγικές κατασκευές: τριάντα τάφοι σκαμμένοι στο βράχο και ένας κολοσσιαίος λαξευμένος θρόνος».
Από την επίσκεψη του στο Σέλινο γράφει για την αρχαία πόλη Υρτακίνα, πως «βρίσκεται κοντά στο χωριό Τεμένια. [….]Η αρχαία πόλη βρίσκεται σε απότομο οροπέδιο, προστατευμένο από τα Λευκά όρη κοντά στην περιοχή του Βλιθιά: τρομερά τείχη την περιέβαλλαν, και μέσα σε αυτά, υπήρχαν τόσα οχυρά όσες συνοικίες, σπίτια, ένα απέραντο περιχαρακωμένο στρατόπεδο, χτισμένο σε κυκλώπεια δομή, ένα στρατόπεδο όπου οι στρατιώτες ζούσαν με τις γυναίκες και τα παιδιά τους».
Στο τέλος του πρώτου κεφαλαίου, ο Γάλλος συγγραφέας, σχολιάζει πως «Στην Κρήτη πάντα έλειπε η ενότητα. Η γεωγραφική διαμόρφωση του νησιού το ανάγκασε σε διαιρέσεις. Οι προσπάθειες που έγιναν πολλές φορές για τη σύνδεση των διαφορετικών κρητικών πόλεων μεταξύ τους παρέμειναν άκαρπες. Αυτή η ενότητα, που σκιαγραφήθηκε με το όνομα « Συγκρητισμός», δεν διαμορφώθηκε ποτέ: παρέμενε πάντα ημιτελής, εύθραυστη και δεν κατάφερε να δώσει στην πατρίδα πολιτική ενότητα».
ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Στο κεφάλαιο IV του βιβλίου, ξετυλίγονται λιγότερο γνωστές πτυχές της ιστορίας, όταν ο Γάλλος συγγραφέας, αναφέρεται στις σφαγές του 1897 και στην πυρπόληση των Χανίων από τους Οθωμανούς, γεγονότα που συγκλόνισαν όχι μόνο την Κρήτη και την Ελλάδα αλλά ολόκληρη την Ευρώπη.
«Τη νύχτα της 1ης Φεβρουαρίου 1897, τουρκικά συγκροτήματα, πυρπολήσουν το χωριό Γαλατά. Η φωτιά κατέστρεψε και το τελευταίο σπίτι. Γυναίκες και παιδιά χάθηκαν στις φλόγες. Η είδηση της πυρκαγιάς του Γαλατά ξεσήκωσε πολλούς χριστιανούς, ολόκληρα χωριά που πήραν τα όπλα και έσπευσαν να βοηθήσουν τα αδέρφια τους. Η εκδίκηση ήταν σκληρή, όπως και η επίθεση. Πέντε μουσουλμανικά χωριά γύρω από τα Χανιά πήραν φωτιές μέσα σε λίγες μέρες.
Με την σειρά τους οι Τούρκοι πήραν εκδίκηση: Στις 3 Φεβρουαρίου, άνοιξαν γενικό πυρ κατά των χριστιανών στην πόλη των Χανίων και στο προάστιο της Χαλέπας όπου εκτυλίχθηκαν φρικτές σκηνές. Πανικόβλητες γυναίκες και παιδιά όρμησαν ουρλιάζοντας προς το λιμάνι. Ήταν ένα τρομερό θέαμα. Η Καθολική Ιεραποστολή, η οποία τελεί υπό την προστασία της Γαλλίας, είχε δώσει άσυλο σε περισσότερους από δύο χιλιάδες χριστιανούς. Αλλά η φωτιά εξαπλώθηκε σχεδόν παντού, έκαιγε επί τρία συνεχόμενα μερόνυχτα… Καταφέραμε, να επιβιβάσουμε όλους αυτούς τους άτυχους πρόσφυγες, σε πλοία με κατεύθυνση τη Μήλο ή τον Πειραιά».
Τέλος στο κεφάλαιο XI, ο συγγραφέας αναφέρεται σε ένα άγνωστο επεισόδιο που συνέβη εκείνη την εποχή στα Χανιά και συγκεκριμένα στον κόλπο Σούδας, υπογραμμίζοντας το μεγαλείο της Κρητικής ψυχής : «Ένα από τα πιο συγκινητικά γεγονότα συνέβη τον Μάρτιο του 1897, με αφορμή την καταστροφή στο ρωσικό θωρηκτό Sissoy-Veliki. Το τρομερό ατύχημα συνέβη κοντά στον κόλπο της Σούδας στις 19 Μαρτίου 1897. Νωρίτερα στις αρχές Μαρτίου, το ρωσικό θωρηκτό είχε μεταβεί με άλλα πλοία της μοίρας στις ακτές του Σελίνου για να βγάλει μια διεθνή αποστολή στην ξηρά, διασώζοντας Οθωμανικά στρατεύματα και Κρητικούς Τούρκους πολίτες από την Κάνδανο. Αφού επέστρεψε στα ανοιχτά του κόλπου της Σούδας, το θωρηκτό έκανε ασκήσεις βολής με τα μεγαλύτερα πυροβόλα του που κατέληξε σε καταστροφή όταν ο πίσω πυργίσκος εξερράγη. Από την έκρηξη σκοτώθηκαν 16 άνδρες και τραυματίστηκαν άλλοι 15. Οι 6 από αυτούς πέθαναν αργότερα από τα τραύματά τους.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, την ώρα που μεταφέρονταν τα φέρετρα με τους νεκρούς από το πλοίο στη στεριά για να οδηγηθούν στην τελευταία τους κατοικία στο Χριστιανικό νεκροταφείο, από την κορυφή του βουνού, οι Κρήτες εξεγερμένοι, -αυτοί που πρόσφατα είχαν βομβαρδισθεί από τις μοίρες- θέλοντας να συμπαρασταθούν στο πένθος, απέδωσαν τιμή ρίχνοντας βολές από ένα κανόνι. Μια κίνηση συγκινητική που άγγιξε βαθιά την πομπή..»