(Στον αγαπητερό φίλο Βαγγέλη Κακατσάκη
για τη “μεταλαβιά τση ποίησης”
μ’ αρίφνητες ευχαριστίες)
“Τα χελιδόνια μοναχού” θωρούν τα δυο μου χέρια,
την άνοιξη τση ποίησης γροικώ και κηλαηδούνε,
Μαρταπριλομαγιάτικη βιόλα η κάθα λέξη
απού το Γουτεμβέργιο τον ουρανό φωτίζει.
“Τα χελιδόνια μοναχού” στση ποίησης την τρούλα
σπερνιάζουνε το πρόσαργο κι όρθρο βαθύ ξυπνούνε
χερουβικό τση ποίησης να ψάλλουνε με σέβος
να μεταλάβει καθαείς τση ποίησης το νάμα.
“Τα χελιδόνια μοναχού” ψηλόρανα πετούνε,
καμπανοτελαλίζουνε ύμνους ευχαριστίας
και φραίνουνε και την καρδιά και την ψυχή συνάμα
με “τ’ άρωμα τ’ αροσμαρή” Βαγγέλη Κακατσάκη.