Στην τραγικότητα του δυστυχήµατος αρµόζει η σιωπή. Σιωπή πόνου, πένθους και περισυλλογής.
Όµως δεν πρέπει αυτή η σιωπή να εκληφθεί ως αγόγγυστη αποδοχή της µοίρας µας. Αυτής που, εν πολλοίς, άλλοι έχουν προδιαγράψει για εµάς. Πολύ δε περισσότερο όταν διαπιστώνονται ανατριχιαστικές οµοιότητες του συγκεκριµένου ατυχήµατος µε εκείνο των Τεµπών.
Ας µου συγχωρεθεί λοιπόν ένα σύντοµο σηµείωµα πάνω στις διαπιστώσεις:
Είναι φανερό ότι και στις δύο περιπτώσεις έχουµε προβληµατικά συγκοινωνιακά δίκτυα. ∆ίκτυα παλαιά και ασυντήρητα, στα οποία όλο το ρίσκο της µετακίνησης πρέπει να αναλάβουν οι οδηγοί και οι µηχανοδηγοί. Κάτι σαν «Πάµε κι όπου βγει…». Στην περίπτωσή µας δε, έχουµε επί πλέον, αυτόν τον καιρό, ένα υπερφορτωµένο από οχήµατα δίκτυο και οδηγούς σε διάθεση διακοπών.
Η έλλειψη τεχνικών προδιαγραφών και στις δύο περιπτώσεις είναι γνωστή και πολυσυζητηµένη. Εκεί η έλλειψη φωτεινής σήµανσης, εδώ η έλλειψη συντήρησης, φωτισµού και κυρίως διαχωριστικής νησίδας µεταξύ των δύο ρευµάτων κυκλοφορίας. Η ύπαρξη ενός τέτοιου διαχωριστικού των ρευµάτων κίνησης µε µεγάλη βεβαιότητα θα µείωνε τις συνέπειες του δυστυχήµατος.
Ένα θέµα και στις δύο περιπτώσεις είναι η τήρηση ή όχι της νοµοθεσίας που σχετίζεται µε την ικανότητα των άµεσα εµπλεκοµένων να ενεργούν µε ασφάλεια. Μπορούσε ο σταθµάρχης µε τη διαπιστωµένη υστέρηση προσόντων να χειρίζεται ασφαλώς το σιδηροδροµικό δίκτυο; Μπορούσαν τα παιδιά, αν είχαν εργαστεί επί πολλές ώρες και άυπνα να οδηγούν µε ασφάλεια το αυτοκίνητο;
∆ιαπιστώνεται ακόµα ότι και στις δύο περιπτώσεις απουσίαζε η εποπτεία του συγκοινωνιακού δικτύου. Εκεί δεν υπήρχε κάποιος να εντοπίσει τις µοιραίες πορείες των τρένων. Εδώ δεν υπήρχε τροχονόµος να ρυθµίσει τη ροή των οχηµάτων, να ελέγξει τις ταχύτητες και κυρίως να αποθαρρύνει τα επικίνδυνα προσπεράσµατα.
Τέλος, αλλά όχι λιγότερο σηµαντική, είναι η πολιτική κάλυψη της (αν)ασφάλειας των επικίνδυνων δικτύων. Τότε µεν από την κατηγορηµατική και ανεκδιήγητη δήλωση του αρµόδιου υπουργού, τώρα δε από την από πολλών ετών πρακτική της πολιτικής ηγεσίας, ντόπιας και του κέντρου των Αθηνών, η οποία δεν είδε το αναγκαίο του έργου κατασκευής ενός σύγχρονου ΒΟΑΚ και για τον λόγο αυτό το άφησε πανελλαδικά τελευταίο. Τραγική ειρωνεία και σηµειολογία της λογικής αυτής είναι ότι λίγες ώρες πριν, σύµπασα η πολιτική ηγεσία του τόπου και της χώρας, τη «νοµιµοποίησε» δια της διελεύσεώς της από το σηµείο του τραγικού συµβάντος.
Θα σταµατήσω εδώ. Είναι όµως βέβαιο ότι αν το αναλύσει κανείς περισσότερο, θα βρει και άλλα κοινά στα δύο δυστυχήµατα. Όπως επίσης µπορεί να βρει πάµπολλα τραγικά δυστυχήµατα που έχουν την αιτία τους στις παραπάνω επισηµάνσεις και στην ίδια λογική των αρµοδίων. Μοιάζει σαν να υπάρχει ένα σύστηµα που δηµιουργεί τις συνθήκες να συµβεί το ατύχηµα. Ένα σύστηµα που αφήνει τραγικά περιθώρια να επισυµβούν µικρά ή µεγάλα Τέµπη.
(*) ∆ρ. Μηχανικός τ. ∆/ντής ∆Ε∆∆ΗΕ Α.Ε.
«Θρήνος και οδύνη στα Χανιά καθώς 3 νέοι άνθρωποι …»
Χανιώτικα Νέα (17-8-2024)