Στο χρηµατιστήριο αξιών, όπως το ξέρουµε, γίνονται σε καθηµερινή βάση αγοροπωλησίες µετοχών, οµολόγων τυποποιηµένων προϊόντων, παρεχοµένων υπηρεσιών και ναύλων. Είναι µια οργανωµένη αγορά, από την οποία τελικώς καθορίζεται η αξία ενός προϊόντος σε σύγκριση µε άλλα οµοειδή, ανάλογα και µε τη διεθνή συγκυρία.
Από ‘κει προέρχεται και το θρυλούµενο σύστηµα ‘‘ελεύθερη αγορά’’, απ’ την οποία καθορίζεται ο περίπλοκος, ακατάληπτος και ασυνάρτητος υπολογισµός των τιµών του ηλεκτρικού ρεύµατος, που για τον απλό πολίτη είναι δύσκολο, σαν να λες στον µπάρµπα-Νιόνιο στην Άνω Αγουλινίτσα, να λύσει τον κύβο του Ρούµπικ.
Ήθελαν δεν ήθελαν οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενεργείας, έµαθαν τα καθέκαστα και το χάρηκαν(!), όταν οι αξίες του ηλεκτρισµού άρχισαν να καθορίζονται στο χρηµατιστήριο ενέργειας βάσει της τιµής, που προσφέρουν καθηµερινώς οι παραγωγοί ρεύµατος κατά τη διάρκεια µιας ηµέρας. Έχουν µπερδευτεί όλοι οι καταναλωτές µε τα έγχρωµα τιµολόγια.
Έχουµε, λοιπόν, τιµολόγια «µπλε», τα σταθερά εξάµηνης διάρκειας, τα «πράσινα» που λέγονται ειδικά, τα «κίτρινα» κυµαινόµενα και συνδεδεµένα µε το χρηµατιστήριο ενέργειας και τα «πορτοκαλί» τα δυναµικά, που µπορεί ν΄ αλλάζουν τιµές ακόµα και σε µια ηµέρα!
Όσοι δεν επέλεξαν κάποιο χρωµατιστό τιµολόγιο µέχρι 31/12/23 έχουν ενταχθεί αυτοµάτως στο ειδικό «πράσινο», στο οποίο η τιµή θα διαµορφώνεται κάθε 1η του µηνός βάσει της διακυµάνσεως της χονδρικής πώλησης στην αγορά.
Ανακοινώθηκε ότι από 1/1/25 καταργείται το νυχτερινό τιµολόγιο και αντί τούτου θα καθιερωθεί στις µεσηµβρινές ώρες. Μη µας φανεί δε παράλογο, αυτό να συµβαίνει µόνο τα Σαββατοκύριακα. Φαίνεται ότι εξυπηρετεί τις επιχειρήσεις παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιµες πηγές, τις αιολικές το πρωί αφενός και αφετέρου απ’ τα φωτοβολταϊκά τόξα, αφού δεν υπάρχουν υποδοµές αποθήκευσης τους και ό,τι παράγεται παραπάνω χάνεται.
∆εν είναι βέβαιο αν οι καταναλωτές που είχαν νυχτερινό τιµολόγιο θα µπορέσουν να προσαρµόσουν τις ανάγκες τους απ’ το χαµηλό νυχτερινό στο µεσηµεριανό. Σε αντίθετη περίπτωση οι λογαριασµοί θα πάρουν την ανηφόρα. Το ερώτηµα είναι, ποια στάση θα τηρήσουν οι πάροχοι, που πρώτα φροντίζουν για τα κέρδη τους και κατόπιν για κάθε άλλο; Στο µεταξύ ο καταναλωτής παραµένει απροστάτευτος, που στην προκειµένη περίπτωση, µόνo η κυβέρνηση µπορεί να το φροντίσει.