Καλοί μου φίλοι, καλό Σαββατοκύριακο!
“Η Αννα πρώτη μέρα στο Σχολείο”, ο τίτλος του πρώτου Παιδότοπου της περυσινής σχολικής χρονιάς. “Τα καλά παιδιά στο Σχολείο” ο τίτλος του πρώτου της φετινής. Βάση του περυσινού Παιδότοπου το θρυλικό “Αλφαβητάριον” του Ι.Κ. Γιαννέλη και Γ. Σακκά, με εικονογράφηση του Κώστα Π. Γραμματόπουλου, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1955 από τον ΟΕΔΒ κι έμεινε στα σχολεία για 23 χρόνια! Βάση του φετινού το αλφαβητάριο “τα καλά παιδιά” του Επαμεινώνδα Γεραντώνη κι αυτό με εικονογράφηση του Κώστα Π. Γραμματόπουλου, που εκδόθηκε το 1949 από τον ΟΕΔΒ κι έμεινε στα σχολεία για έξι χρόνια. Προαναγγελία κατά κάποιο τρόπο του “Αλφαβηταρίου” στο οποίο πρωταγωνιστές είναι η Αννα, ο Μίμης, η Ελλη και η Λόλα, τα “καλά παιδιά με πρωταγωνιστές μια άλλη Αννα, τον Ρήγα και τη Νίνα… Απ’ “τα καλά παιδιά” τα κείμενα και οι ζωγραφιές που φιλοξενούνται στον σημερινό Παιδότοπο…
Καλή σχολική χρονιά σε μαθητές και δασκάλους!
Σας χαιρετώ με αγάπη
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
δάσκαλος
Η οικογένεια ετοιμάζεται για φαγητό
Είναι η ώρα του φαγητού. Η μητέρα το ετοιμάζει και η Αννα, σαν καλή νοικοκυρούλα, την βοηθεί.
Η άλλη οικογένεια, ο πατέρας, ο Ρήγας, η Νίνα και η γιαγιά, ένιψαν τα χέρια των και περιμένουν.
Η γάτα στα πόδια της Νίνας ρουθουνίζει. Επειτα απο λίγο η κυρά Φανή φωνάζει: έτοιμο το φαγητό. Ολοι έπιασαν τις θέσεις τους και η κυρά ψιψίνα τη δική της, στο πιατάκι της.
Η κλώσσα
“Κλού, κλού, κλού!”, φωνάζει η κλώσσα. Βλέπει λίγα ψίχουλα, που έρριξε η Αννα, και καλεί τα κλωσσοπουλάκια της.
Εκείνα πλησιάζουν αμέσως για να φάγουν.
Να όμως πλησιάζει τώρα και ο Αράπης. Φοβήθηκε τότε η κλώσσα για τα πουλάκια της και για να τα γλυτώση ορμά επάνω του.
Το κατσικάκι
Ο τσοπάνος του κύρ Θωμά έφερε σήμερα ένα κουτσό κατσικάκι. Πονεί το πόδι του και βελάζει το καημένο. Η Αννα και ο Ρήγας λυπήθηκαν γι’ αυτό πολύ.
Του έδιναν ό,τι μπορούσαν: ψωμάκι, πίτουρα, χόρτα και τρυφερά βλαστάρια.
Ετσι ύστερα από λίγες ημέρες έγινε καλύτερα.
Κούτσα – κούτσα, πηγαίνει κοντά στα παιδιά. «Ευχαριστώ καλά μου παιδιά», θέλει να πή. Αυτά το χαϊδεύουν και παίζουν χαρούμενα μαζί του.
Νεράντζια
– Νεράντζια! ωραία νεράντζια!…, φωνάζει στο δρόμο ο μπάρμπα Θεμιστοκλής.
– Τρέξε, Ρήγα, να πάρης οκτώ νεράτζια, λέγει η μητέρα τώρα που τελείωσες το πρώτο μέρος του βιβλίου, θα σου κάμω γλυκό.
Ο Ρήγας φωνάζει χαρούμενος:
– Μπάρμπα Θεμιστοκλή, δώσε μου σε παρακαλώ οκτώ νεράντζια πόσο κάνουν;
– Τρείς δραχμές τα δυό πουλώ, τα οκτώ πόσο;
– Δώδεκα, απαντά ο Ρήγας.
– Εύγε είσαι καλός μαθητής.
Τα παίρνει ο Ρήγας και τρέχει στη μητέρα του.
Το Τριαντάφυλλο
1. Τριαντάφυλλο κλειστό
είδε ένα παιδάκι.
Ηταν τόσο γελαστό,
χαρωπό και μυριστό
το τριαντάφυλλο,
νέο τριαντάφυλλο,
τριανταφυλλάκι.
2. – Α! λουλούδι ζηλευτό,
είπε το παιδάκι
θα σε κόψω, δε βαστώ!
– Αν με κόψης, σου κεντώ
το μικρό χεράκι,
είπε το τριαντάφυλλο
το τριανταφυλλάκι.
3. Ξεκαρδίζεται γελά
το τρελλό παιδάκι.
Το τραβά, το ξεκολλά,
τί αγκάθια, τί πολλά
στο μικρό χεράκι!
– Αχ! κακό τριαντάφυλλο
αχ! τριανταφυλλάκι.
Η παρέα στο σπίτι
Η γιαγιά στη σκάλα περιμένει. Χαρούμενα καλησπερίζουν τα παιδιά και πηγαίνουν γύρω της· λέγουν κι όλο λέγουν. Ηθελαν να τα ειπούν όλα όσα είδαν. “Πήγαμε στην εξοχή, γιαγιά, και περάσαμε ωραία” λέγει ο Ρήγας.