Πώς χρησιμοποιείται το πυξάρι στους κήπους;
Το πυξάρι ή τσιμισίρι είναι ένας αειθαλής καλλωπιστικός θάμνος που ξεχωρίζει για το πυκνό, στρογγυλό και γυαλιστερό καταπράσινο φύλλωμα του. Χρησιμοποιείται εκτεταμένα στην κηποτεχνία για τη δημιουργία χαμηλών φρακτών, διαδρόμων και διαχωριστικών παρτεριών. Το πυξάρι θα το συναντήσουμε συχνά και σε μεμονωμένες φυτεύσεις στον κήπο ή σε γλάστρα όπου μπορεί να διαμορφωθεί σε διάφορα σχήματα όπως μπάλα, κύβος και κώνος. Το πυξάρι έχει αργή ανάπτυξη, φτάνει σε ύψος το 1-2 μέτρα και πολλαπλασιάζεται με μοσχεύματα.Το πυξάρι προτιμά ελαφρά γόνιμα εδάφη με καλή αποστράγγιση και ευδοκιμεί σε ηλιόλουστες και ημισκιερές θέσεις. Το πυξάρι δεν είναι κατάλληλο να φυτευτεί σε παραθαλάσσια μέρη, καθώς είναι ευαίσθητο στην αλμύρα της θάλασσας. Είναι, επίσης, σχετικά ευαίσθητο και στους ατμοσφαιρικούς ρύπους και γι’ αυτό δεν είναι κατάλληλο ως διαχωριστικό λεωφόρων και εθνικών οδών. Το πυξάρι είναι ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες, αν και πολλές φορές τα φύλλα του παίρνουν ένα κόκκινο-καφέ χρώμα στον έντονο παγετό που επανέρχεται σε πράσινο μόλις ανέβει η θερμοκρασία.
Ποιο φυτό είναι αυτό που έχει πορτοκαλί καρπούς, σαν ντοματάκια;
Το σολάνουμ ή στρύχνος είναι πολυετές καλλωπιστικό φυτό, με χαρακτηριστικούς μικρούς πορτοκαλί καρπούς που εύκολα μπορεί να μπερδέψει κανείς με ντοματάκια. Αειθαλές ποώδες τροπικό φυτό με καταγωγή από το Περού και τον Ισημερινό, θα το συναντήσουμε να αναφέρεται ως «το κεράσι της Ιερουσαλήμ» ή «το κεράσι του χειμώνα». Αγαπημένο φυτό για ερασιτέχνες και επαγγελματίες κηπουρούς, θα το δούμε σε γλάστρες και ζαρντινιέρες αλλά και σε παρτέρια στον κήπο. Έχει βοτανική ονομασία Solanum pseudocapsicum και είναι μια ποικιλία πιπεριάς, συγγενικό είδος με την ντομάτα. Με ύψος που φτάνει το ένα μέτρο, εμφανίζει τα λευκά του άνθη στα τέλη της άνοιξης. Σε αρκετές περιοχές του κόσμου, όπως στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, θεωρείται ανεπιθύμητο ζιζάνιο των καλλιεργειών. Ζει αρκετά χρόνια, μέχρι και δέκα, και παράγει καρπούς από το δεύτερο χρόνο της ζωής του. Επιλέγουμε ηλιόλουστες ή ημισκιερές θέσεις για να αναπτυχθεί καλύτερα το σολάνουμ και να μας χαρίσει τους όμορφους καρπούς του. Αντέχει ψυχρούς χειμώνες και παγετούς ενώ είναι ανθεκτικό και σε υψηλές θερμοκρασίες. Ο πολλαπλασιασμός του σολάνουμ γίνεται με σπόρους.
Μπορούμε να φυτέψουμε το παντζάρι σε γλάστρα;
Το παντζάρι είναι από τα χαρακτηριστικά φθινοπωρινά λαχανικά που καλλιεργούμε, κυρίως, για την εδώδιμη σαρκώδη ρίζα (γουλί), αλλά και για τα τρυφερά φύλλα του. Ιδιαίτερα δημοφιλείς είναι οι ποικιλίες παντζαριού που δίνουν κόκκινες ρίζες και γι’ αυτό λέγεται και κοκκινογούλι. Η καλλιέργεια του παντζαριού δεν απαιτεί πολύ βαθιές γλάστρες, καθώς 20-25 εκατοστά βάθος είναι αρκετά για να μας δώσουν ποιοτική παραγωγή. Θα χρειαστούμε αφράτο γόνιμο φυτόχωμα, ειδικό για κηπευτικά που να εξασφαλίζει παράλληλα καλή αποστράγγιση. Επιλέγουμε μια ηλιόλουστη θέση για τη γλάστρα που θα φυτέψουμε τα παντζάρια την φθινοπωρινή περίοδο και περισσότερο ημισκιερή αν τα φυτέψουμε νωρίς την άνοιξη. Το παντζάρι ευδοκιμεί σε ένα εύρος θερμοκρασιών 14-25°C για να έχει καλή ανάπτυξη του φυλλώματος και σχηματισμό της σαρκώδους ρίζας του. Αντίθετα, πολύ χαμηλές ή πολύ υψηλές θερμοκρασίες προκαλούν υποβάθμιση της ποιότητας και της ποσότητα της παραγωγής
Τι είναι το αγουρέλαιο και τι ιδιότητες έχει;
Αγουρέλαιο ονομάζεται το ελαιόλαδο που παράγεται πρώιμα κατά τη συγκομιδή των ελαιοδέντρων, από άγουρους καρπούς ελιάς, που δεν έχουν ωριμάσει και παραμένουν πράσινοι. Στις ελαιοκομικές ζώνες της χώρας, η συγκομιδή του αγουρέλαιου συνήθως ξεκινά από τις αρχές Οκτώβρη μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου. Το αγουρέλαιο έχει την χαρακτηριστική γεύση της άγουρης ελιάς και, τα τελευταία χρόνια, έχει αναδειχτεί ως προϊόν πολύτιμης διατροφικής και φαρμακευτικής αξίας.Το αγουρέλαιο ξεχωρίζει από το έντονο λαμπερό πράσινο χρώμα του που οφείλεται στη μεγάλη ποσότητα χλωροφύλλης του άγουρου ελαιοκάρπου. Διαθέτει χαρακτηριστική έντονα πικρή γεύση και φρουτώδες άρωμα που θυμίζει άρωμα φρεσκοκομμένης άγουρης ελιάς. Βέβαια, αυτή η πικράδα είναι που “καίει” τον ουρανίσκο μας και για το λόγο αυτό το αγουρέλαιο δεν είναι τόσο δημοφιλές στους καταναλωτές ελαιολάδου. Πάντως, το αγουρέλαιο διατηρεί τις ξεχωριστές ιδιότητες του για ένα χρονικό διάστημα λίγων μηνών. Ακόμα και αν διατηρηθεί στις πιο κατάλληλες συνθήκες, μετά τον Μάρτιο το αγουρέλαιο έχει αρχίσει να χάνει το έντονο χρώμα και την έντονα πικρή φρουτώδη γεύση του.Το αγουρέλαιο, όπως και το ελαιόλαδο περιέχει πολυφαινόλες, βιταμίνες και μέταλλα που έχουν αντιοξειδωτική δράση. Όμως, το αγουρέλαιο περιέχει σε υψηλότερη περιεκτικότητα την ελαιασίνη και την ελαιοκανθάλη από το συμβατικό ελαιόλαδο, δύο ουσίες με έντονη φαρμακευτική δράση, καθώς διαθέτουν αντιφλεγμονώδεις, αντιοξειδωτικές και καρδιοπροστατευτικές ιδιότητες.
Για περισσότερα άρθρα επισκεφθείτε το Garden blog που επιμελείται ο Κώστας Λιονουδάκης στο www.mistιkakipou.gr