» Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης, Εκδόσεις Οδός Πανός. 2020, Αθήνα
Τα ταξίδια έχουν περισσότερο ενδιαφέρον, όταν είναι στοχευμένα και καλά μελετημένα. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά των προορισμών που επιλέγει ο γιατρός Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης, γι’ αυτό και αποφέρουν γλυκείς «καρπούς» για όλες τις αισθήσεις.
H επιθυμία του, αυτά που βλέπει, ακούει και μαθαίνει, να τα μοιράζεται με τους αναγνώστες του, «γιατί τότε μόνο έχουν αξία», τον έχει αναδείξει έναν σύγχρονο ταξιδιωτικό συγγραφέα, πολλά υποσχόμενο. Οσοι τον παρακολουθούν και επιλέγουν, ως φιλαναγνώστες, τα βιβλία του πραγματοποιούν ατέλειωτα ασάλευτα ταξίδια, απολαμβάνοντας τον παραστατικό λόγο του και τις λεπτομερείς περιγραφές του, όπως τις αποτυπώνουν σε μοναδικές στιγμές, εικόνες των πολιτισμικών αποθεμάτων και των πολιτιστικών δράσεων των λαών που ο συγγραφέας επισκέπτεται και μελετά. Με εφόδιο τις πλούσιες εμπειρίες του, από τη θέση του Δ/ντή Χειρ/κής του ΠαΓΝΗ, την έρευνα και μελέτη της ιστορίας της ιατρικής, την γνώση των πολιτισμών των λαών που επισκέπτεται και μελετά, ανακάλυψε και τα τραγούδια των σκλάβων, τα τραγούδια του πόνου και της μελαγχολίας, που τραγουδήθηκαν απ’ όλο και σε όλο τον κόσμο, κυρίως όμως στις ατέλειωτες φυτείες του Νότου, από τους δημιουργούς τους, τους Αφροαμερικανούς.
Αυτή η νέα «σοδειά» καταχωρήθηκε στο πρόσφατο βιβλίο του, «Τα νέγρικα μπλουζ και οι ιατρικές τους αναφορές» και κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Οδός Πανός. Πρόκειται για ένα αντικείμενο, ένα πρωτότυπο κεφάλαιο, σχεδόν άγνωστο αλλά πολύ ελκυστικό, ιδιαίτερα για τον Γεώργιο Νικ. Σχορετσανίτη, ο οποίος έχει ενσκήψει αρκετά στη ζωή και την κουλτούρα των Αφροαμερικανών. Τα τραγούδια αυτά γεννήθηκαν στο Δέλτα του Μισισιπή, λίγο μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο, με ρίζες στην Αφρική, και για πολλά χρόνια δεν ήταν παρά μνήμες, στίχοι και ιστορίες που διατηρήθηκαν ως προφορική παράδοση και διαδόθηκαν από στόμα σε στόμα. Πολλά εξελίχτηκαν σε έναν προσωπικό διάλογο του τραγουδιστή με την κιθάρα του. Συχνά ένα παράπονο με στίχο, που λαχταρούσε μια απάντηση! Η κακή τύχη και τα προβλήματα δίνουν πάντα το παρόν στα μπλουζ, συνέπεια της καταπίεσης επάνω σε ψυχές άτυχες, που μιλούν για την απελευθέρωσή τους.
Καλός γνώστης του θέματος, ο ταξιδευτής-συγγραφέας, προσέχει ιδιαίτερα και τη δομή του βιβλίου, βάζοντας στη θέση τους τις 37 ενότητες που προωθούν με εξαιρετικά αβίαστο τρόπο την εξέλιξή του. Αρχίζει από τις απαρχές της αναγνώρισης της μαύρης μουσικής και τονίζει πως ο μαύρος μουσικός έδειχνε να απολαμβάνει έναν ελαφρώς καλύτερο τρόπο ζωής, σε σχέση με τις άλλες ομάδες των μαύρων εργαζομένων, γεγονός που προμήνυε και την απαρχή της βελτίωσης στις φυλετικές σχέσεις μεταξύ λευκών και μαύρων. Οι λευκοί θαύμαζαν την ικανότητα των μαύρων στη μουσική, και τους χορηγούσαν ειδικά προνόμια σε πολλές φυτείες του Νότου. Αυτή η ευνοϊκή μεταχείριση συνεχίστηκε και διευρύνθηκε. Τα μπλουζ εκείνης της πρώιμης εποχής έγιναν γέφυρα άμβλυνσης των φυλετικών διαφορών και το ενδιαφέρον των λευκών για τη μαύρη μουσική έγινε εντονότερο. Οι λευκοί άρχισαν να βλέπουν και να διαισθάνονται την αξία των μαύρων ως συνεισφέροντες με τον δικό τους τρόπο στην αμερικανική πολιτιστική ανάπτυξη. Έτσι η ωρίμανση και η μίξη των μουσικών δεν άργησε. Κι αυτό άνοιξε το δρόμο για την επίλυση και άλλων θεμάτων. Οι διασκευές τραγουδιών και οι χοροί στον αμερικάνικο νότο, αποτέλεσαν κοινό έδαφος για μαύρους και λευκούς.
Πρωτοπόρος σε αυτή την εξέλιξη υπήρξε η πόλη του Μέμφις. Στις επόμενες δεκαετίες καθιερώθηκαν τα μπλουζ για όλους. Από το 1950 και 1960 οι έφηβοι και των δύο φυλών αποδέχτηκαν τα μπλουζ ως ενιαία μουσική έκφραση. Τα μπλουζ των βόρειων διαδρομών έπαιξαν τον δικό τους ρόλο. Η μεγάλη μετανάστευση από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο άλλαξε εντελώς την πορεία της αμερικάνικης ιστορίας. Πολλοί μπλουζίστες εγκατέλειψαν το Νότο μαζί με τους εργάτες στις αρχές του εικοστού αιώνα και εγκαταστάθηκαν στις μεγάλες πόλεις του Βορρά, σημαδεύοντας τη μουσική σκηνή της νέας τους πατρίδας. Εκείνη την περίοδο τα τραίνα ταξίδευαν πάντα βόρεια! Κι’ ήταν εξαιρετικά δυσάρεστο έργο, να βρίσκει και να κατεβάζει βίαια ο επιφορτισμένος με αυτό το έργο, τους μαύρους λαθρεπιβάτες. Ο πόλεμος του Βιετνάμ κράτησε βαθιά αποτυπωμένα τα νέγρικα μπλουζ. Πολλά απ’ αυτά εξέφρασαν την ανησυχία όλων των πλευρών. Κάποια έθεταν ευθέως το ερώτημα: «Αφού δεν μας δίνετε τα πολιτικά μας δικαιώματα, γιατί μας στέλνετε να πολεμήσουμε;» Ταξίδια και μπλουζ στους αυτοκινητόδρομους του Μισισιπή δεν έλειπαν. Η επιστροφή ήταν πάντα μπροστά στους μετανάστες. Οι ηχογραφήσεις των μπλουζ από τον Harry Oster, στη φυλακή της Angola στη Λουϊζιάνα, διακρίνονται κυρίως για το ομιλητικό τους ύφος και έλκουν ακόμα και σήμερα την προσοχή των ειδικών. Είναι πάντως γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία μορφή μουσικής στη σύγχρονη Δύση που να μην έχει επηρεασθεί από τα νέγρικα μπλουζ… Αυτό που κάποτε θα καταλάβουν οι δημιουργοί τους, όταν αντιληφθούν τον πλούτο που κληροδότησαν στον κόσμο! Τα μπλουζ του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου επηρεάστηκαν από τα γεγονότα του. Μήπως όμως δεν έγινε το ίδιο και κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε ο συνολικός αριθμός Αφροαμερικανών στρατιωτών που επιστρατεύτηκαν και υπηρέτησαν σε διάφορες θέσεις ανήλθε σε τετρακόσιες χιλιάδες;
Οι ειδικοί βρίσκουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και στα μπλουζ που ενέπνευσε το θρυλικό ναυάγιο του Τιτανικού, καθώς και η μεγάλη πλημμύρα του Μισισιπή το 1927, όταν οι μαύροι συνελήφθησαν από τους δρόμους των πόλεων και οδηγήθηκαν να εργασθούν για τη δημιουργία αναχωμάτων. Ανάλογο ήταν το αποτέλεσμα των καταστροφών και από τον φονικό ανεμοστρόβιλο, στο Frost του Τέξας, στις 6 Μαΐου 1930. Εμβληματικά είναι τα μπλουζ των μεγάλων αυτοκινητοδρόμων, καθώς και αυτά του λαθρεμπορίου του αλκοόλ. Τα μπλουζ κατέγραψαν και το βοήθημα που ψηφίστηκε για τους βετεράνους του πολέμου κατά την πολιορκία της Ουάσιγκτον. Τα μπλουζ του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου έχουν το δικό τους ενδιαφέρον, καθώς κι’ αυτά της μεγάλης ξηρασίας του 1930. Οι καταγραφές δεν παρέλειψαν ούτε τα μπλουζ του Πολέμου της Κορέας, αλλά κι’ αυτά της επιθετικής συμπεριφοράς του Νότου. Ένα παράδειγμα είναι αυτό των «γυναικών του δρόμου» στα νέγρικα μπλουζ. Ξεχωριστά είναι κι’ αυτά που αφορούν στις μετακινήσεις με τα τραίνα. Τα νέγρικα μπλουζ στη φυλακή είναι τα πιο εμβληματικά. Όλα διασώζουν μοναδικές ιστορίες. Τα ιατρικά σώου έδωσαν άλλες διαστάσεις στη μαύρη μουσική. Η αμφιφυλοφιλία των μπλουζ οδήγησε στη σεξουαλική απελευθέρωση των γυναικών. Τα μπλουζ ήταν και είναι η τέχνη ενός πραγματικά καταπιεσμένου και ταλαιπωρημένου λαού, με τη μουσική να εκφράζει την αντίδρασή του σε μια τέτοια πολιτική και κοινωνική κατάσταση. Τα μπλουζ ασχολούνταν κυρίως με τις ετεροσεξουαλικές και πολύ σπάνια με την ομοφυλοφιλία και τον λεσβιασμό. Το Νοσοκομείο του Αγίου Ιακώβου έδωσε την αφορμή για την ιστορία των δικών του μπλουζ. Η κακοποίηση των γυναικών στα μπλουζ αποτελεί μια άλλη κατηγορία. Οι αρρώστιες και οι γιατροί αποτελούν αφορμές για τη δημιουργία τους. Η φυματίωση υπήρξε μεγάλος σταθμός. Το ίδιο και οι πνευμονοπάθειες. Τα ναρκωτικά και η μουσική φαίνεται ότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Η κοκαΐνη αποτελεί το πιο κουραστικό ταξίδι μέσα στα μπλουζ. Η ανακάλυψη του Skip James και η ανάδειξη νέων μουσικών έδωσε νέες διαστάσεις στα μπλουζ. Οι σκόρπιες αναμνήσεις του B. B. King, ρίχνουν φως στην ιστορία των μπλουζ, αλλά και στην κατασκευή αυτοσχέδιων μουσικών οργάνων… Ψηφίδες στην ιστορία των μπλουζ προσθέτουν οι βιογραφικές πινελιές του W.C. Handy (1873-1958).
Η συμπλήρωση εκατό χρόνων μπλουζ, δίνει και επετειακό χαρακτήρα στο βιβλίο του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη. Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης, είναι ο πρώτος που τόλμησε να ερευνήσει, να μελετήσει και να καταγράψει την ιστορία των μπλουζ, διαχρονικά και οικουμενικά, αλλά και να προβλέψει ότι τα μπλουζ θα συνεχίσουν να ελκύουν την φαντασία των ενδιαφερομένων, των πιστών, και να τονώνουν την έρευνα κατά τη διάρκεια του δεύτερου αιώνα της ιστορίας τους, και ακόμα να κρατούν ζωντανές όλες τις μελλοντικές αλλαγές που θα συμβούν στο πολιτιστικό και πολιτικό τοπίο, και τέλος, όπως πάντα, θα πιστοποιούν την ουσιαστική ανθρωπιά που αυτή η καταπληκτική δημώδης μουσική μετέδωσε και εμφύτευσε στις αμέτρητες στρατιές των οπαδών της, σε όλον τον κόσμο, για ένα ολάκερο αιώνα τώρα! Όλα τα παραπάνω δείχνουν και κάτι ακόμα πιο σημαντικό, πως η μουσική μπορεί να εμπνεύσει τον λογοτέχνη και να εκφραστεί λογοτεχνικά, αλλά και πως ο λογοτέχνης μπορεί να εμπνευστεί από τη μουσική και να δώσει τόσο μελωδικές σελίδες…