Ετερόκλητα άτομα βρέθηκαν σε μια γιορτή. Ο εορτάζων ριζοσπάστης. Εκτός από τους πολύ κοντινούς του δεν κάλεσε αναγνωρίσιμους και αναγνωρισμένους. Κάλεσε παιδιά ενός κατώτερου Θεού. Το έκανε με αγάπη, του άρεσε να προκαλεί χαμόγελα και ανακούφιση.
Απλοϊκά κι΄ ανάλαφρα περάσανε, με κρασάκι αλλά πολύ κέφι, γλέντι, γέλια και χορό.
Δεν έκαναν φιλοσοφικές και πολιτικές συζητήσεις.
Αστεία, πειράγματα, ανέκδοτα. Άλλος το είχε με τα ανέκδοτα, άλλος με το χορό και το τραγούδι.
Η κοπελιά της παρέας, μη προνομιούχα κι αυτή, είπε κάτι σαν αστείο, μα αποδείχτηκε καταλύτης για τους αδύναμους όχι σε σθένος αλλά κοινωνικά και οικονομικά, αν θέλεις, μη προνομιούχους και τυχερούς της ζωής.
Εγώ παιδιά ζω πολυτελώς έως χλυδάτα.
Τέντωσαν τα αυτιά τους να την ακούσουν με έντονο ενδιαφέρον και συνεχίζει…. Είναι τόσο πειστική.
Δεν έχω πολλά, έως ελάχιστα, μπορεί να μην τα έχω ποτέ. αλλά εγώ τα έχω και τα χαίρομαι γιατί τα δημιουργώ. Πως; Να… όταν ήμουν μικρή, στην εφηβεία με τις ανησυχίες και αργότερα με τα προβλήματα, αισθηματικά, επαγγελματικά, άλλοτε επιβίωσης μου έλεγε η μάνα μου.
Από χωριό χωριάτισσα και θυμόσοφη.
«Κλείσε τα μάτια σου και ονειρέψου όλα όσα θέλεις να έχεις. Χτίσε σπίτι με κήπους, λουλούδια νερά, πουλιά, ζώα και ζήστο σα νάναι αλήθεια. Ταξίδεψε σε τόπους μακρινούς, ζήσε όλα όσα θέλεις και… δεν ξέρεις. έχε δίπλα σου κι ένα σύντροφο όπως τον θέλεις εσύ και ποτέ δεν ξέρεις… μπορεί και να τα φέρεις στη ζωή σου. Αν όχι ζήσε το όνειρο, θα σε ξεκουράσει θα σου φτιάξει τη διάθεση. Τουλάχιστον θα κοιμηθείς ήρεμα».
Κοντά στα ξημερώματα και φεύγοντας όλοι με ανεβασμένοι διάθεση, με αισιοδοξία, υποσχέθηκαν ότι θα βρεθούν πάλι όλοι στη γιορτή του Κωστή. Εκτός απροόπτων βέβαια.
Δεν συνέβησαν απρόοπτα και ξαναβρέθηκαν.
Διηγήθηκαν με τη σειρά τα όνειρά τους, που έβλεπαν και ζούσαν με κλειστά μάτια χωρίς να κοιμούνται, μέχρι που βυθίζονταν στον ύπνο χαλαροί και ήρεμοι.
Ο Μάνος με καταγωγής από ένα πολύ μικρό άγονο χωριό και πολύ φτωχούς γονείς. Φοιτητής και στερημένος, πέρυσι πήρε το πτυχίο του, φέτος πήρε και το μεταπτυχιακό του. πεισματάρης από φύση είχε στόχους.
Το σκηνικό που έστηνε κάθε βράδυ και το ζούσε, ήταν μια εταιρεία κι εκείνος στέλεχος επί των οικονομικών. Είχα το γραφείο μου λέει, πολυτελές γραφείο. Η ιδιαιτέρα μου κάθε πρωί μου είχε τον καφέ μου με κρουασάν και είχε πάντα λουλούδια στο βάζο.
Ο διευθυντής μου ευγενέστατος και άνθρωπος. Με καλούσε συχνά στο σπίτι του για φαγητό. Επειδή ήμουν πολύ καλός στη δουλειά η Εταιρεία, μου έκανε δώρο το αυτοκίνητο. Είχα αγαπήσει τόσο πολύ αυτόν το χώρο και τους ανθρώπους που κάθε βράδυ το ζούσα έντονα.
Η παρέα τον άκουγε με τόσο ενδιαφέρον λες και διηγούνταν μια αληθινή κατάσταση.
Άντε και να το δεις να ξετυλίγεται μπροστά σου, του είπε ο Τάσος.
Ήδη ξεκίνησε απαντά ο Μάνος γιατί δεν έμεινα στο όνειρο μπήκα και σε δράση. Ειδικεύτηκα στο αντικείμενο, δούλευα τις νύχτες του σκοτωμού και την ημέρα παρακολουθούσα σεμινάρια. Έστειλα βιογραφικά σε πολλές εταιρίες. Πήρα απάντηση, ήδη εργάζομαι και… το μέλλον θα δείξει. Αυτοκίνητο δεν έχω ακόμη αλλά τώρα μπορώ να το αγοράσω. Και τα καλύτερα έρχονται!!!
Το χάρηκαν όλοι, τον χειροκρότησαν.
Η Άρτεμις που τους έδωσε το ερέθισμα και το έναυσμα να ονειρεύονται, είπε ότι στο ονειρικό της εφηβείας και μεταφηβείας πρόσθεσε ένα σύντροφο. Ως τώρα δεν είχε τολμήσει να ονειρευτεί το σύντροφο που χρειαζόταν γιατί δεν είχε προσδιορίσει την εικόνα του. από το βράδυ της γιορτής του φίλου τους αποκρυστάλλωσε την εικόνα αυτού που θα ήθελε να είναι δίπλα της στο κάθε μέρα της. Η καθημερινότητα ήταν σημαντική με έρωτα, αγάπη, ρομάντζο, μοίρασμα, νοιάξιμο και απλότητα.
Και τι έγινε, τη ρωτά επίμονα ο Κωστής, ενώ γνώριζε ότι ήταν μοναχικό άτομο, ζούσε μόνη και μοναχικά.
Στο όνειρό μου έβλεπα μια φιγούρα αέρινη με απροσδιόριστα χαρακτηριστικά. Αλλά τον έβλεπα να έχει χιούμορ, να γελάμε, να παίζουμε. Να συμπίπτουν τα θέλω μας. τον έβλεπα νάχει τόση ευγένεια, τόση γλύκα στη βραχνή φωνή του.
Ακόμα δεν καταλάβατε; Ποιος από την παρέα έχει χιούμορ με βραχνή φωνή και είναι γλυκομίλητος; Πονηρούλα τι έγινε; Ειδύλλιο; Πως; πότε; λέγε λεπτομέρειες.
Θα σας πω εγώ λέει ο Ανδρέας. Από την επομένη της γιορτής τηλεφωνιόμασταν, βλεπόμασταν συχνά. Έτσι προέκυψε έρωτας. Ήρθε και η αγάπη και τώρα ζούμε το κάθε μέρα μας γλυκά και απλά. Το σπίτι που ονειρευόταν η Άρτεμις μας έκατσε λαχείο. Την αγάπησε τόσο πολύ μια άτεκνη θεία μου και μας κληροδότησε το σπίτι με κήπους, νερά, πουλιά.
Άντε να φάμε κουφέτα και στα δικά μας οι ελεύθεροι. Αλλά εσύ Ανδρέα δεν μας είπες τι όνειρα έκανες;
Δεν θα το πιστέψετε, εγώ δεν ονειρευόμουν σπίτια με κήπους, λουλούδια και πουλιά. Εγώ έβλεπα μια φιγούρα που μ΄ αγαπούσε πολύ, με φρόντιζε σαν μάνα, με κατανοούσε σαν φίλη. Μ΄ ανέβαζε σαν ερωμένη και ζητούσε πάντα τη γνώμη μου σαν να ήμουν ο δάσκαλός της.
Σκέφτηκα πολλές φορές ν΄ αλλάξω όνειρο, γιατί το θεωρούσα απίθανο να συμβεί στη ζωή μου, αλλά χανόμουν στα χάδια της και στην αγάπη της κι έμεινα να τα ζω.
Όπως γνωρίζετε δεν αγαπήθηκα παιδί. Εγκαταλελειμμένο από τους ανεύθυνους γονείς μου, μεγάλωσα στα ιδρύματα μέχρι τα 18 μου. Μετά πείσμωσα κι είπα να πάρω τη ζωή στα χέρια μου. Έμαθα μια τέχνη, Υδραυλικός. Δόξα το Θεό καλά πάω. Ωστόσο διάβαζα πολύ, παρακολουθούσα σεμινάρια, αλλά δεν αγαπήθηκα από τους γονείς μου και τους κοντινούς συγγενείς, γιατί ήμουν παιδί ενός παράνομου έρωτα.
Ας είναι… τώρα βρήκα την αγάπη. Η Άρτεμις είναι θεά. Έρριξε το βέλος της, στόχευσε την καρδιά μου και την κέρδισε. Η παρέα βούρκωσε. Για να το ελαφρύνουν πήραν τα ποτήρια τους ήπιαν, χόρεψαν, αστειεύτηκαν.
Κοιτάχτηκαν για μια στιγμή μίλησαν με τα μάτια και κάθησαν χωρίς να μιλάνε.
Έσπασε τη σιωπή ο Τάσος. Σηκώθηκε όρθιος, πήρε κάτι που να μοιάζει με μικρόφωνο κι άρχισε να τραγουδάει και να χορεύει σε ρυθμούς ροκ. Τους μάγεψε με τη φωνή του και τις γρήγορες ρυθμικές κινήσεις του, χόρευε σαν επαγγελματίας.
Τώρα… θέλετε να ακούσετε το δικό μου σενάριο. Με πήρανε λέει για οντισιόν για ένα μιούζικαλ που θα γυρίζονταν στο νησί απ΄ όπου κατάγομαι. Τους άρεσα πολύ και με προσέλαβαν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Είναι που από μικρός ήθελα να γίνω ηθοποιός, τραγουδιστής και χορευτής.
Οι γονείς μου συντηρητικοί, δεν διανοούνταν ότι ο μοναχογιός τους θα έφευγε από κοντά τους και θα άφηνε πίσω του τα κτήματα και την παραγωγή. Οπότε τα όνειρά μου δεν πραγματοποιήθηκαν. Εδώ κι ένα χρόνο το ζούσα στον ύπνο μου και στον ξύπνιο μου και ξυπνούσα μ΄ ένα διαβολεμένο κέφι. Δούλευα στο σούπερ μάρκετ με κέφι. Πριν δυο μήνες άκουσα ότι θα γυρίζονταν μια ταινία αμερικάνικης παραγωγής στο νησί μου. Πήγα να δω. Ζητούσαν ένα Έλληνα τύπου Ζορμπά. Βρήκα το θάρρος, μπορείς να το πεις και θράσος και ζήτησα το ρόλο και ω του θαύματος τους άρεσα. Τα υπόλοιπα επί της οθόνης.
Πριν με ρωτήσετε, θα σας πω κι εγώ, είπε ο Αλέξης. Εγώ δεν έκανα όνειρα. Ένα ρεμάλι είμαι. Μετά τη γνωριμία μας και νάστε όλοι καλά, προσευχόμουν να γίνει κάτι και για μένα. Και ω του θαύματος με πήρε το Τάσος στο σούπερ μάρκετ. Φεύγοντας εκείνος πήρα τη θέση του, έγινα υπεύθυνος. Εγώ ο παραβατικός, με κλοπές, με πρέζα, με φυλακές. Τώρα εντάχτηκα στην κοινωνία, μετανοημένος αληθινά και αποφασισμένος να δουλεύω έντιμα. Τώρα πια… έχω δουλειά… έχω κι εσάς. Είμαι ευγνώμων. Τον αγκάλιασαν και του είπαν μ΄ ένα στόμα. Τώρα δεν είσαι πια μόνος.
Εμένα δεν με ρωτήσατε; είπε ο Κωστής.
Εσύ δεν χρειαζόταν να ονειρεύεσαι, να ονειροπολείς να φαντασιώνεις. Εσύ τάχεις όλα του λέει η Άρτεμις. Σπίτια, αυτοκίνητα, καριέρα. Είσαι ένας πετυχημένος άντρας.
Νομίζετε. Αν πιστεύετε πως όλα αυτά σε κάνουν και ευτυχισμένο, τότε να τ΄ ανταλλάξουμε. Εμένα μου έλειπαν τα απλά πράγματα. Σαν αυτά που χαιρόσασταν και που χαίρεστε εσείς τώρα.
Γιαυτό σας κάλεσα πριν ένα χρόνο, για να μπω στον κόσμο σας. Θέλω να χαίρομαι με αυτά που θεωρούνται μικρά κι ασήμαντα, που όμως είναι μεγαλειώδη. Να… αυτά που ζήσαμε μαζί. Απλά φαγητά, κέφι, γέλιο, γλέντι, χορός, αστεία, πειράγματα. Αυτά που σε κάνουν να βγάλεις το παιδί από μέσα σου. Άρα την αθωότητα. Νάστε όλοι καλά, νάμαστε όλοι καλά να ανταμώνουμε συχνά.
Με υγεία χαρά κι αγάπη η ζωή μας να κυλά.
Δώσανε τα χέρια. Σφραγίστηκε η φιλία τους.