Επειδή πολύς λόγος γίνεται για τα νέα παιδιά, τους νέους ανθρώπους. Επειδή στις περισσότερες αποφάσεις που λαµβάνονται, ένα από τα επιχειρήµατα αφορά στους νέους και στις νέες, πολύ φοβάµαι, πως η συνειδητότητά µας προς αυτά τα παιδιά, τους νέους, µάλλον έχει να κάνει µε την ηλικία τους και όχι την ανάγκη τους να δουν έναν κόσµο να αλλάζει.
Πολύ φοβάµαι ότι τα παιδιά αυτά, οι νέοι άνθρωποι, δεν έχουν γίνει στα σοβαρά, θέµα προβληµατισµού των ιθυνόντων, σχετικά µε το τι θα έπρεπε να τους αφιερωθεί, να δηµιουργηθεί, να θεραπεύσει τα ταραγµένα χρόνια που µεγάλωσαν.
Μιλάµε για τα παιδιά του millennioum που γεννήθηκαν περί το 2000. Μεγάλωναν µέχρι το νηπιαγωγείο, το δηµοτικό, το γυµνάσιο, έχοντας στα σκαριά την ανασφάλεια για µία βόµβα που η κοινωνία και οι κυβερνήσεις κρατούσαν στα χέρια τους.
Μεγάλωναν την εποχή, τα χρόνια, που έσβηναν τα φώτα από τα σαλόνια των σπιτιών και τις αίθουσες διασκέδασης. Που τα πορτοφόλια έµεναν στο τραπέζι της κουζίνας διότι απλά δεν είχαν µέσα χρήµατα. Που γνώρισαν το Καστελόριζο όχι σε διακοπές αλλά σε δελτίο ειδήσεων.
Είναι τα παιδιά, οι νέοι και οι νέες που δεν έµαθαν να µνηµονεύουν παραµύθια από τους παππούδες, ή στοιχεία της ιστορίας µας, αλλά γνώρισαν πολύ καλά τη λέξη µνηµόνιο. Τα ίδια παιδιά, οι ίδιοι νέοι και νέες που έψαχναν προσφορές για ρούχα στο διαδίκτυο µε χαµηλές τιµές, διότι οι γονείς έχασαν την εργασία τους, απολύθηκαν, οι παππούδες δεν µπορούσαν πλέον να εισφέρουν και οι δάσκαλοι τους είχαν αποκτήσει µία µεταφερόµενη γκρίνια ακόµα και µέσα στις σχολικές αίθουσες.
Οι οποίες κι αυτές δεν άργησαν να κλείσουν τις πόρτες τους λόγω covid αφήνοντας απ’ έξω κάθε ανεµελιά και πείραγµα που είναι στοιχείο κοινωνικοποίησης των παιδιών. Αφήνοντας απ’ έξω κάθε δυνατότητα των µαθητών να αποδείξουν ότι είναι έφηβοι µε όνειρα, τα οποία όµως δεν επιτρέπεται να κάθονται κουλουριασµένα και θαµπά σε έναν καναπέ.
Τα παιδιά αυτά, οι νέοι και οι νέες, µάθανε µε έµφαση στην κατανόησή τους τι αφορά ο όρος “όριο της φτώχειας” κι είναι τα ίδια άτοµα που χτύπησε το κινητό τους στο 1ο ή στο 2ο έτος των σπουδών τους για να µάθουν τη δυσπραγία της οικογένειας στο να συνεχίσει να τα στηρίζει στις σπουδές τους.
Κάθε που έβγαιναν για έναν καφέ, το κάθε παιδί, ο κάθε νέος, µετρούσε τα ψιλά στη χούφτα του και το κάθε ένα πλήρωνε ξεχωριστά τον καφέ του. Ακούγοντας αργότερα στο σπίτι από τους γονείς «εµείς ζήσαµε άλλες εποχές».
Απανωτές σφαλιάρες στα παιδιά του 2000 που οι συνθήκες τα έκανε να αδιαφορούν, χωρίς όµως να περνάει τίποτα απαρατήρητο από δίπλα τους. Όταν για παράδειγµα φίλοι τους, γνωστοί ή άγνωστοι, έχασαν τη ζωή τους στο δολοφονικό τραίνο των Τεµπών, αυτά τα παιδιά, οι νέοι και οι νέες, γέµισαν τα προαύλια όπου γινόταν αιµοδοσία για τους τραυµατίες που επέζησαν.
Είναι τα ίδια παιδιά που όταν λένε “άσε µε” εννοούν “µη φεύγεις από δίπλα µου”. Τα παιδιά του 2000 τα οποία αν και δεν κάνουν καλά το σηµείο του Σταυρού στο στέρνο τους, έχουν τον Μπέτη για να βγουν µπροστά όταν όλα µαζί το συµφωνήσουν.
Μιας και η δική τους θρησκεία, αφορά σε όλα όσα χάσανε στο µεγάλωµα τους, από όλους εµάς που τα χρησιµοποιούµε σήµερα ως άλλοθι ή επιχείρηµα για τις όποιες αλλαγές σε µία κοινωνία, που τους ανήκει αλλά πεισµατικά δεν τους την παραδίδουµε.
Μιχαήλ π. Λαµπαθάκης