Πρώτα, μια βαθιά σιωπή απλώθηκε στην οδό Χαμανί, πρώην Σαρράς. Τέτοια γαλήνη είναι σπάνια σε μια πόλη σαν το Αλγέρι, πάντα με κίνηση και θόρυβο, που δεν σταματά να πάλλεται, να παραπονιέται, να βογκάει. Ύστερα κάποιοι άντρες κατέβασαν τα ρολά στη βιτρίνα του βιβλιοπωλείου Τα Αληθινά Πλούτη και η σιωπή έσπασε. Ω, έχει πάψει να είναι βιβλιοπωλείο από τη δεκαετία του 1990 και από τότε που το Κράτος το πήρε από την κυρία Σαρλό, τη νύφη του παλιού ιδιοκτήτη. Είναι ένα απλό παράρτημα της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Αλγερίου. Ένα μέρος χωρίς όνομα, μπροστά στο οποίο σπάνια στέκονται οι διαβάτες. Αλλά συνεχίζουμε να το λέμε το βιβλιοπωλείο Τα Αληθινά Πλούτη, όπου συνεχίσαμε για χρόνια να λέμε οδός Σαρράς αντί οδός Χαμανί. Είμαστε οι κάτοικοι τούτης της πόλης και η μνήμη μας είναι το άθροισμα των ιστοριών μας.
Κάποτε στο Αλγέρι υπήρχε ένα βιβλιοπωλείο, Τα Αληθινά Πλούτη, στην οδό Σαρράς, πλέον οδός Χαμανί. Η, γεννημένη το 1986, Αλγερινή συγγραφέας Αντιμί περπατώντας μια μέρα στους δρόμους του Αλγερίου θα πέσει πάνω σε ένα μικρό κατάστημα, πλέον παράρτημα της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Αλγερίου, στην πρόσοψή του υπάρχει ακόμα το έμβλημα που χάραξε ο εκδότης Εντμόντ Σαρλό: Ένας άνθρωπος που διαβάζει αξίζει για δύο. Η συγγραφέας θα γοητευτεί από την ιστορία του βιβλιοπωλείου και θα αποφασίσει να γράψει το παρόν μυθιστόρημα. Μελετώντας και επινοώντας, στηριζόμενη στην εικασία πως ένα τέτοιο μέρος σήμερα θα έκλεινε για να δώσει τη θέση του σε ένα κατάστημα με λουκουμάδες, θα επιχειρήσει να διηγηθεί την ιστορία του βιβλιοπωλείου, του εκδότη του, της εποχής και τελικά του Αλγερίου.
Ο Σαρλό υπήρξε ο πρώτος εκδότης αρκετών γνωστών συγγραφέων, ανάμεσα στους οποίους δεσπόζει ο Αλμπέρ Καμύ, ο οποίος πέρασε ώρες στο πατάρι του βιβλιοπωλείου διορθώνοντας και γράφοντας, πριν περάσει στη Γαλλία και από εκεί στο πάνθεον της λογοτεχνίας και της διανόησης. Ανάμεσα στα επινοημένα αποσπάσματα από το προσωπικό ημερολόγιο του Σαρλό και την ιστορία του νεαρού μηχανικού που θα αναλάβει ως μέρος της πρακτικής του άσκησης να έρθει από το Παρίσι για να αδειάσει το βιβλιοπωλείο και να κάνει τις απαραίτητες εργασίες μετατροπής του σε κατάστημα με λουκουμάδες η Αντιμί θα επιτύχει την αναβίωση μιας ολόκληρης εποχής, με ελάχιστα διαστήματα γαλήνης, μιας εποχής όμως που έφερε μια ελπίδα για το μέλλον και μια πίστη για τα βιβλία.
Ο ντοκουμενταρίστικος χαρακτήρας της πλοκής, στηριγμένος εν πολλοίς σε επινοημένα περιστατικά, αν και στον πυρήνα του εμπνευσμένος από την πραγματική ιστορία του βιβλιοπωλείου Τα Αληθινά Πλούτη, δίνει αυτό το κάτι παραπάνω στο μυθιστόρημα της Αντιμί, ένα μυθιστόρημα νοσταλγικό αλλά όχι μελό, μία ιστορία γλυκιά παρότι πικρή. Ο τρόπος με τον οποίο η νεαρή συγγραφέας διαχειρίστηκε την έμπνευσή της είναι άξιος αναφοράς, επιτυγχάνοντας να παραμερίσει την προσωπική της συναισθηματική εμπλοκή στην ιστορία, επιμένοντας αρκετά στη δομή, στον σχεδιασμό και στην αληθοφάνεια των γεγονότων, καταφέρνοντας έτσι να παραδώσει ένα όμορφο μυθιστόρημα, το οποίο, χωρίς να διεκδικεί δάφνες αριστουργήματος, θα γοητεύσει τους αναγνώστες, ιδιαίτερα εκείνους για τους οποίους τα βιβλία και η ανάγνωση αποτελούν τρόπο ζωής.