■ Η επιστήμη και το δημοτικό τραγούδι
Η επέτειος των 200 χρόνων από την επανάσταση του 1821 επανέφερε στο προσκήνιο την Αντωνούσα Ι. Καμπουράκη (Καμπουροπούλα), πρωτοπόρο Χανιώτισσα ποιήτρια, φεμινίστρια και καταγραφέα της ιστορίας του Κρητικού 1821.
Η Αντωνούσα Ι. Καμπουράκη γεννήθηκε στα Χανιά το 1790 και πέθανε στην Αθήνα το 1875. Βίωσε τα γεγονότα της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη και την προσφυγιά, το 1824. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Σύρο, όπου διεύρυνε την παιδεία της και ήρθε σε επαφή με τις ευρωπαϊκές προοδευτικές ιδέες. Εκεί μάλλον συναντήθηκε με την Ευανθία Καΐρη και εμπνεύστηκε από το παράδειγμά της. Αφιέρωσε τη ζωή της για την καλυτέρευση της θέσης της γυναίκας και για την απελευθέρωση της Κρήτης. Δίδαξε την τέχνη της ζωγραφικής μαντιλιών. Δημοσίευσε μια έμμετρη Ιστορία για την επανάσταση του 1821 στην Κρήτη, ωδές και ένα πολιτικό ημερολόγιο για το αντιοθωνικό κίνημα του 1862, και τρία πατριωτικά ιστορικά δράματα (“Γεώργιος Παπαδάκης”, “Η Λάμπρω”, “Η έξοδος του Μεσολογγίου”). Λησμονημένη εντελώς ώς το 1992, την ανέσυραν από τη λήθη με δύο δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο της Κρήτης οι Ρεθεμνιώτες Γ. Εκκεκάκης και Εβ. Χατζιδάκη.
Η επιστήμη για την Α. Καμπουράκη
Ένα άρθρο της Σοφίας Ντενίση, που δημοσιεύθηκε το 2006, θεωρείται επιστημονικός σταθμός στη μελέτη της ζωής και του έργου της Α. Καμπουράκη, επισημαίνει η Βαρβάρα Ρούσσου: “Το 2006 όμως η Σοφία Ντενίση κάνει, με επιστημονικά πλέον κριτήρια, διεξοδικά λόγο για την ποιήτρια και για το έργο της […]” (2021, 161). Εν μέρει έχει δίκιο. Ας εξετάσουμε όμως τι ακριβώς γνώριζε καλά (αυτό σημαίνει επιστήμη) η Σ. Ντενίση και ποια ήταν, το 2006, η επιστημονική συμβολή της επί του προκειμένου. Η γνώση της περιοριζόταν σε τούτο, ότι η Καμπουράκη ήταν “μια μορφή των γυναικείων γραμμάτων” του 19ου αιώνα, “η κατεξοχήν εκπρόσωπος των αυτοδίδακτων γυναικών της περιόδου”, το πατριωτικό ιδεώδες της οποίας την ώθησε να γράψει τρία δράματα. Τίποτα απολύτως δεν είχε υπ’ όψει της για τον χρόνο γέννησης και θανάτου της ποιήτριας (ανέφερε γενικά ότι ήταν “γεννημένη περί το 1800”), τίποτα για τη ζωή της, την οικονομική άνεση της οικογένειάς της, την δραστηριότητά της στη ζωγραφική, την επίδραση της Ευανθίας Καΐρη στο έργο της, και πολλά άλλα. Όλη κι όλη η επιστημονική συμβολή της περιοριζόταν σε μια σύντομη παρουσίαση των τριών δραμάτων της Ποιήτριας. Για τα “Ποιήματα Τραγικά” είχε καταλάβει τούτο μόνο, ότι πρόκειται για “μια ποιητική συλλογή”(!).
Νέα γνώση και αμφισβήτηση της αυθεντίας
Μια πιο ολοκληρωμένη παρουσίαση της ζωής και του έργου της Καμπουράκη έδωσε ο Κωνσταντίνος Φουρναράκης σε διάλεξη, που διοργανώθηκε από το Ι.Α.Κ., στα Χανιά, στις 10 Μαρτίου 2010. Ήταν η πρώτη τιμητική εκδήλωση που γινόταν στη γενέτειρα πόλη της Ποιήτριας, 220 χρόνια ακριβώς μετά τη γέννησή της. Το πολυσέλιδο κείμενο της διάλεξης δημοσιεύθηκε την ίδια χρονιά στο περιοδικό “Εν Χανίοις”. Ο ίδιος ερασιτέχνης μελετητής επεσήμανε, στο Δ’ Διεθνές Συνέδριο της ΕΕΝΣ (2010), την εμβληματική θέση που κατέχει η Α. Καμπουράκη στην ιστορία της γυναικείας γραφής και στον αγώνα για την ισοτιμία των δύο φύλων. Επίσης δημοσίευσε (2013) στα Χανιά το δράμα “Η Λάμπρω” της Α. Καμπουράκη και την ανέδειξε ως ιστορικό της επανάστασης του 1821 σε επιστημονική ημερίδα της ΙΛΕΡ (27-3-2013) και στο Επιστημονικό Συμπόσιο “Γυναίκες της Κρήτης” (Χανιά, 2015). Τέλος, με πρωτοβουλία του ίδιου δόθηκε το όνομα της Α. Καμπουράκη σε κεντρικό δρόμο της πόλης των Χανίων κάνοντας έτσι περισσότερο γνωστή τη σπουδαία Χανιώτισσα ποιήτρια στην τοπική κοινωνία.
Αποσιώπηση προηγούμενων εργασιών
Στη συνέχεια, η Σ. Ντενίση θεώρησε σωστό να αποσιωπήσει στο βιβλίο της με τίτλο “Ανιχνεύοντας την αόρατη γραφή, γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού διαφωτισμού-ρομαντισμού” (2014), την μέχρι τότε συνεισφορά (θετική ή αρνητική) του Κ. Φουρναράκη. Ούτε μια βιβλιογραφική αναφορά στο τέλος της μελέτης της. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να ισχυριστεί ότι υπάρχουν για την Καμπουροπούλα “τέσσερις μόνο μονολεκτικές αναφορές” σε συγγραφείς του παρελθόντος αιώνος (σ. 157). Θα μπορούσαμε ενδεχομένως να δικαιολογήσουμε αυτή την άγνοια ή παράλειψή της, εάν οι ερευνητές περί την Καμπουράκη ήταν εκατοντάδες και εάν η διεθνής βιβλιογραφία επί του θέματος ήταν απέραντη (όπως στην περίπτωση του Καβάφη). Δεν μπορεί όμως η Σ. Ντενίση να ισχυριστεί κάτι τέτοιο και για έναν άλλο λόγο. Ήταν παρούσα στον Συνέδριο της ΕΕΝΣ, το 2010, και άκουσε την ανακοίνωση του Φουρναράκη, οι ανακοινώσεις μάλιστα και των δύο δημοσιεύονται στον ίδιο τόμο των Πρακτικών του Συνεδρίου(!).
Τι έμαθε η Σ. Ντενίση από τις εργασίες του Φουρναράκη και τα αξιοποίησε στο βιβλίο της; Εγκυρότερα βιογραφικά στοιχεία για την Α. Καμπουράκη, τη συνάντηση της Καμπουράκη με τη Δώρα ντ’ Ίστρια στο Μεσολόγγι, τη λογοτεχνική περσόνα της στο δράμα “Λάμπρω”, την επίδραση του “Ερωτόκριτου” στο έργο της. Επίσης ξεκαθάρισε ότι τα “Ποιήματα Τραγικά” δεν είναι ποιητική συλλογή. Είναι βέβαιο ότι η γνώση κτίζεται λιθαράκι λιθαράκι, με πολύ κόπο, για πολλά χρόνια και ποτέ από ένα άτομο. Η Σ. Ντενίση και μετά τα δημοσιεύματα του Φουρναράκη εξακολουθούσε να εμμένει σε κάποιες απόψεις της. Έγραψε λοιπόν στο βιβλίο της (2014) ότι η Καμπουράκη μετοίκησε στη Σύρο στα 1838 (ενώ η ποιήτρια λέει ότι έφυγε από την Κρήτη “στο άνθος της ηλικίας της”) και ότι ο μονάκριβος γιος της πέθανε στην Κρήτη. Ταύτιζε επίσης τον πρώτο και τον δεύτερο σύζυγο της Καμπουράκη, και νόμισε ότι στη μάχη στο Μελιδόνι Ρεθύμνου σκοτώθηκε κάποιος συγγενής της και όχι ο πρώτος της σύζυγος. Αν, βέβαια, ήταν προσεκτικότερη θα έπαιρνε τις απαντήσεις από την ίδια την Καμπουράκη (τα κείμενά της). Δεν θα αναφερθούν εδώ τα επιχειρήματα με τα οποία αποκαλύπτεται η αλήθεια. Όποιος ενδιαφέρεται ας διαβάσει την πρώτη ενότητα του άρθρου στη “Νέα Χριστιανική Κρήτη” του 2017.
Επιστημονικός λόγος και δημοτικό τραγούδι
Ας δούμε τώρα πώς προχώρησε η έρευνα περί την Α. Καμπουράκη. Το 2017 ο Κ. Φουρναράκης στη μελέτη του “Η Αντωνούσα Καμπουροπούλα ως ιστορικός της επανάστασης του ‘21 στην Κρήτη”, (περιοδικό “Νέα Χριστιανική Κρήτη”, 2017, τ. 35) προσκόμισε νέα στοιχεία για τον τρόπο εργασίας της Καμπουράκη, τις πηγές και τον χαρακτήρα της ιστορικής αφήγησής της, τις αντιθέσεις, τις παραλείψεις και τις αντιφάσεις της και εξήγησε γιατί συμβαίνουν. Ερεύνησε επίσης τις λογοτεχνικές συνομιλίες των “Ποιημάτων Τραγικών”, την παράλληλη σύνθεση των “Ποιημάτων Τραγικών” και του δράματος “Γεώργιος Παπαδάκης”, τη σύνταξη της ιστορικής αφήγησης και τις επιλογές της ιστορικού. Στα “Ποιήματα Τραγικά” αναφέρεται και η εργασία του “Εις σε, φιλτάτη μου, Πατρίς, θα ‘ κδώσω ιστορίαν’, Ιστορία και Ποίηση στο έργο της Αντωνούσας Καμπουροπούλας” που δημοσιεύθηκε στο γνωστότατο ηρακλειώτικο περιοδικό “Παλίμψηστον”, το 2018.
Αναμφισβήτητα τα κείμενα των συγγραφέων είναι κοινό αγαθό, ανήκουν σε όλους και οι αναγνώστες σε κάθε εποχή τα προσεγγίζουν με το δικό τους τρόπο. Υπάρχουν όμως και κείμενα τα οποία δεν τα προσεγγίζουμε ως αναγνώστες αλλά ως ερευνητές, ιστορικοί ή φιλόλογοι, προσπαθώντας να τα ερμηνεύσουμε, να τα αξιολογήσουμε, να τα τοποθετήσουμε μέσα στο σύνολο του πολιτισμού μας, και με αυτόν τον τρόπο να συμβάλλουμε στην καλύτερη κατανόησή τους. Αυτό σημαίνει επιστήμη, η πλήρης και ακριβής γνώση ενός τομέα του επιστητού.
Η επόμενη επιστημονική συμβολή επί του θέματος προέρχεται από την Βαρβάρα Ρούσσου με την έκδοση και τον σχολιασμό των “Ποιημάτων Τραγικών” (2021). Η καινούργια ερευνήτρια ακολουθώντας το παράδειγμα της Σ. Ντενίση, της επόπτριας και μέντορός της, όπως η ίδια την αποκαλεί, θεώρησε δίκαιο να κάνει επιλεκτικές παραπομπές- υποσημειώσεις, ώστε να υποβάλει στον αναγνώστη την ιδέα ότι τίποτα το αξιόλογο δεν είχε ειπωθεί για τα “Ποιήματα Τραγικά” μέχρι την εμφάνιση του βιβλίου της. Κάπου παραχωμένη βρίσκεται μια γενική βιβλιογραφική αναφορά για τη δημοσίευση της “Λάμπρως”, το 2013, αλλά για τα “Ποιήματα Τραγικά” απολύτως τίποτα. Τεχνηέντως, λοιπόν, η Ρούσσου παραπέμπει στον Φουρναράκη σε δύο μόνο περιπτώσεις. Στην πρώτη για να επισημάνει ότι ο αυτός ο μελετητής έχει ασχοληθεί κυρίως με το επίθετο της Καμπουράκη (!) και στην δεύτερη για να του υποδείξει ότι η Ποιήτρια δεν φοιτούσε σε αλληλοδιδακτικό σχολείο στα προεπαναστατικά Χανιά. Ίσως η Καμπουροπούλα, όταν ήταν παιδί, να μην πήγαινε σε κάποιο κτήριο σχολείου, για να μάθει γράμματα, είχε όμως τη δυνατότητα να μορφωθεί από δάσκαλο. Προτιμότερο όμως θα ήταν η ερευνήτρια να μας διευκρινίσει, αν αποδέχεται ακόμη την άποψη της Σ. Ντενίση για το “αυτοδίδακτο” της Καμπουροπούλας.
Με άκρα συντομία παραθέτουμε λίγα παραδείγματα για να δείξουμε τον τρόπο σύνθεσης της μελέτης της. Για να φανεί, λοιπόν, ότι η Ρούσσου δεν είχε υπ’ όψει της κάποια εργασία για τα “Ποιήματα Τραγικά” δεν παραθέτει τις δύο προαναφερθείσες εργασίες του Φουρναράκη. Διορθώνει έπειτα σιωπηρά, τα λάθη της Σ. Ντενίση, που είχαν επισημανθεί, από το 2017, και όσον αφορά στα βιογραφικά της Ποιήτριας παραπέμπει κατευθείαν στο αρχείο του Παύλου Βλαστού. Θα πρέπει όμως να μας αποκαλύψει η Ερευνήτρια σε ποια πηγή βρήκε ότι ο δεύτερος σύζυγος της Α. Ι. Καμπουροπούλας, ο Ζαραχάνης, ήταν Χιώτης, και ότι το όνομά του ήταν Εμμανουήλ (αφού ο Π. Βλαστός στο χειρόγραφό του τα έχει αφήσει κενά).
Ο Φουρναράκης είχε παρατηρήσει ήδη από το 2010 αφενός τις εξωτερικές και εσωτερικές ομοιότητες στα “Ποιήματα Τραγικά” και στο έργο του Χριστόφορου Περραιβού “Απομνημονεύματα Πολεμικά” (1836) και αφετέρου την πολιτική σκοπιμότητα που εξυπηρετούσε η δημοσίευση των Ποιημάτων Τραγικών” καθώς προετοιμαζόταν μια νέα κρητική επανάσταση, το 1841. Η Ποιήτρια δηλαδή ήθελε να υπενθυμίσει στους πολιτικούς και στρατιωτικούς της Ελλάδας να μην εγκαταλείψουν για άλλη μια φορά την Κρήτη. Αντί λοιπόν η Ρούσσου να παραπέμψει σε αυτόν που πρώτος διατύπωσε αυτές τις δύο παρατηρήσεις, παραπέμπει κατευθείαν στον Περραιβό και στην “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους” της Εκδοτικής Αθηνών αντίστοιχα, θέλοντας έτσι να δείξει ότι αυτά είναι δικά της συμπεράσματα. Και επειδή ο κάθε αναγνώστης ή ερευνητής δεν θα μπει στον κόπο να αντιπαραβάλει ή να ελέγξει την πορεία της έρευνας και την συμβολή εκάστου, γράφτηκε με ενθουσιασμό ότι η Β. Ρούσσου “μας γνωρίζει [το 2021] αυτήν τη λησμονημένη μορφή των ελληνικών γραμμάτων”.
Θα μπορούσα να γράψω σελίδα σελίδα ποια ακριβώς συμπεράσματα έχουν αποσπασθεί, με “κρυπτομνησία”, από τις εργασίες του Φουρναράκη χωρίς να τηρείται η δεοντολογία των υποσημειώσεων και παραπομπών. Έχει γίνει και με τον επιστημονικό σχολιασμό του έργου της Α. Καμπουροπούλας κάτι σαν το δημοτικό τραγούδι. Ουδείς ξέρει ποιος διατύπωσε πρώτος μια ιδέα, μια πρόταση, έναν στίχο.
Μερικές αστοχίες
Η Ρούσσου πραγματοποιεί μια πιστή μεταγραφή του κειμένου της πρώτης έκδοσης των “Ποιημάτων Τραγικών”, με τόση ευλάβεια σαν να έχει μπροστά της το αυτόγραφο της Ποιήτριας (“διπλωματική” έκδοση). Δεν διορθώνει δηλαδή τα ορθογραφικά σφάλματα της πρώτης έκδοσης, προφανώς για να αποδώσει το χαμηλό επίπεδο μόρφωσης της Καμπουράκη. Δεν πρόσεξε όμως η νέα εκδότρια ότι στη δημοσίευση του δράματος “Γεώργιος Παπαδάκης” (1847), το οποίο, όπως αποδείξαμε, η Καμπουράκη συνέθετε παράλληλα με τα “Ποιήματα Τραγικά”, δεν υπάρχουν πολλά ορθογραφικά λάθη. Μήπως στο χρονικό αυτό διάστημα, μέχρι τη δημοσίευση του δράματος, η “αυτοδίδακτη” Καμπουροπούλα έμαθε περισσότερα γράμματα;
Παρ’ όλο που η νέα έκδοση είναι “διπλωματική” (= πιστή μεταγραφή), η Ρούσσου διορθώνει όσα ονόματα Κρητών αγωνιστών αγνοεί. Ενδεικτικά: Ο Χανιώτης αγωνιστής Ταμπαρές, ο οποίος έδρασε και στην περίοδο της Γραμπούσας, μετατρέπεται σε “Τσαμπαρέ”. Ο Σελινιώτης αγωνιστής “Τζουρής” (Τσουρής) γίνεται: “Τζουράς” και στην υποσημείωση: “Ο Τζουράς είναι αταύτιστο”. Ο Τιλιάνης (ο γνωστός Χ’’ Μιχάλης Νταλιάνης) γίνεται “Τιλτάνης”. Διορθώνονται και τοπωνύμια. Ο “Κουρσώνας” της α’ έκδοσης (έτσι γράφεται και στα έγγραφα του 1821) γίνεται “Κρουσώνας”, όπως ακούγεται σήμερα, και η “Γραμπούσα” κάπως λογιότερα “Γραμβούσα”. Για τους Κρήτες αγωνιστές Συρμαλή, Ταμπαρέ, Σισίνη, Λούπη, Κουζούνη, Καζατζή και πολλούς άλλους η Ρούσσου δεν βρήκε πληροφορίες, αν και έχει μελετήσει τους παλαιότερους Κρήτες ιστοριογράφους. Τίποτα δεν είχε ακούσει για τον περίφημο Γεώργιο Δρακονιανό, τον αρχηγό της επαρχίας Κισσάμου. Ο Λουπογιώργης (Γεώργιος Λούπης) γνωστός οπλαρχηγός της Κυδωνίας, ατυχώς ταυτίστηκε με αγωνιστή από την οικογένεια των Λουπάσηδων του Σελίνου και της Κισσάμου. Αν η εκδότρια εφάρμοζε στην εργασία της το “Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν” θα έβρισκε ότι οι αγωνιστές Ταμπακολογάκης και Πιτζουδάκης μνημονεύονται από την Καμπουράκη στην ωδή της για τους πεσόντες Κρήτες στη μάχη του Φαλήρου, το 1827.
Σε άλλες περιπτώσεις η Ερευνήτρια έρχεται σε σύγκρουση με όσα θέλει να πει το κείμενο και η κοινή λογική. Ένα μικρό απάνθισμα: Η Καμπουράκη περιγράφει μια μάχη έξω από τα τείχη του Ηρακλείου και δίνει τον τίτλο: “Πόλεμος και νίκη των Ελλήνων στο Κάστρο”. Παρ’ όλα αυτά η Ρούσσου θέλει η μάχη να έχει διεξαχθεί έξω από το κάστρο του Ρεθύμνου γι’ αυτό και υποσημειώνει ότι τα στρατεύματα των Ελλήνων στρατοπέδευσαν στο λόφο του Εβλιγιά νότια της πόλεως του Ρεθύμνου (σ. 78). Η Καμπουράκη όμως δεν βρισκόταν σε σύγχυση, αφού υπήρχαν τρεις θέσεις Εβλιγιά και έξω από το Μεγάλο Κάστρο / Ηράκλειο (πληροφορία της Λ. Σταρίδα δια του Μ. Ανδριανάκη).
Στο ποίημα της Καμπουράκη μνημονεύονται ο Αρβανίτης Ζερβός (Ζερβονικόλας ή Νικόλας Ρόκκας) και ένας άλλος Ζέρβος / Ζερβός. Ο δεύτερος ταυτίστηκε από τη Ρούσσου με τον Παναγιώτη Ζερβό ή Μπογιατζάκη από το Κακοδίκι Σελίνου, ο οποίος ήταν εν ζωή και μετά την Επανάσταση του 1821. Και εδώ η Καμπουράκη δίνει τη λύση μέσα από το κείμενό της. Η αλήθεια είναι ότι εννοεί τον Σφακιανό Χ’’ Γιώργη Ζερβό, ο οποίος σκοτώθηκε, το 1823, σε μία μάχη στα Σφακιά: “O Zέρβος καθώς έβλεπε τους άλλους με μανίαν […] -Τώρα θα δείτε, βάρβαροι, των Σφακιανών ανδρείαις […] Ο Ζέβρος εσκοτώθηκε και τα βουνά βοούσι”. Ο Ζερβός αυτός έδειξε στη μάχη την ανδρεία των Σφακιανών, άρα ήταν Σφακιανός. Ζερβοί υπάρχουν ακόμη στα Σφακιά. Δεν χρειάζεται να είμαστε θεωρητικοί της Λογοτεχνίας για να κατανοήσουμε ένα κείμενο. Αρκεί να διαβάζουμε προσεκτικά.
Είναι τόσα πολλά τα λάθη στον ιστορικό υπομνηματισμό, αλλά σεβόμενος τον χώρο της εφημερίδας και την υπομονή των αναγνωστών, θα πρέπει να σταματήσω. Ο επόμενος, εξάλλου, εκδότης ή σχολιαστής που θα υιοθετήσει αυτές τις διορθώσεις δεν θα πρέπει να αναφερθεί σε αυτόν που τις επισήμανε, αφού, όπως ειπώθηκε, ισχύουν και στις φιλολογικές -ιστορικές δημοσιεύσεις οι νόμοι παραγωγής και σύνθεσης του δημοτικού τραγουδιού.
Δεν έχει σωθεί κάποια φωτογραφία της Αντωνούσας Καμπουροπούλας. Παρ’ όλα αυτά διαθέτουμε μια σύντομη αλλά εξαιρετική
περιγραφή της από τη Δώρα ντ’ Ίστρια (Ελένη Γκίκα), όταν
τη συνάντησε στο Μεσολόγγι το 1863:
“Μια σημαντική γυναίκα, ντυμένη κατάμαυρα, μου χάρισε δυο τόμους των ποιημάτων της. Παραμένει όμορφη, παρά την ηλικία της. Οι κινήσεις της είναι αργές και μιλάει λίγο. Ονομάζεται Αντωνούσα Καμπουροπούλα και κατάγεται από την Κυδωνία της Κρήτης”.
Στη φωτογραφία η καλλονή Αικατερίνα “Ρόζα” Μπότσαρη (Πινακοθήκη Μονάχου).