Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφεί για τις πολιτικές προτιμήσεις του γνωστού Αθηναίου κωμωδιογράφου των κλασικών χρόνων Αριστοφάνη. Η φιλοπατρία του αναφαίνεται από τη συντριπτική πλειοψηφία των σωζόμενων έργων του. Δεν μας έχει σωθεί, να σημειωθεί αυτό, καμιά μαρτυρία ή κανένα έργο με το όνομα τού Αριστοφάνη γραμμένο ούτε τα χρόνια του μεσοπολέμου (420 – 414 π.Χ.), ούτε την περίοδο που άσκησαν την εξουσία στην Αθήνα οι «Τριάκοντα Τύραννοι» (404 – 403 π.Χ.).
Ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης είναι ο ίδιος Ολιγαρχικών φρονημάτων. Στα έργα του, εμφανίζεται «πολέμιος» των δημαγωγών, εμφορείται υπό συντηρητικών αρχών, ενώ είναι ειρηνόφιλος και φιλόπατρις. Σε πολλούς στίχους του, είναι ευδιάκριτο το ότι δεν στρέφεται κατά του λαού μήτε είναι θιασώτης μιας αυταρχικής ολιγαρχικής διακυβέρνησης της πατρίδας του, αλλά κείται εναντίον εκείνης της μορφής της Δημοκρατίας η οποία, στην αύξουσα πορεία της, ήταν, μεταβαλλόμενη σε αλαζόνα ιμπεριαλίστρια, διαρκώς σε πόλεμο και, στην φθίνουσα, υποθάλπει λαοπλάνους.
Ο Αριστοφάνης νοσταλγεί, όπως διαφαίνεται σε όλα τα έργα του, την εποχή των νικητών των Περσικών Πολέμων και έμμεσα ή άμεσα εγκωμιάζει τα ήθη αλλοτινών αρχόντων της πόλης σαν του μαραθωνομάχου Μιλτιάδη και του δίκαιου Αριστείδη. Δεν είναι «οπισθοδρομικός», αλλά όσοι θέλουν την κοινωνική ευταξία και την ειρήνη θα επιδοκιμάσουν το έργο του και θα συμφωνήσουν με τις ιδέες του και ότι στις κωμωδίες του διακρίνουμε ανά πάσα στιγμή και τη φλογερή αγάπη προς την πατρίδα του και την ειρήνη, προς τούτο γυρεύει να «φύγουν από τη μέση» όσοι με την πολιτική τους τις βλάπτουν, και το διάχυτο με νοσταλγία σεβασμό προς τις πατροπαράδοτες ηθικές και πνευματικές αξίες, εξ ου και η μνεία και προς τον Αισχύλο, και, τέλος, τα αρνητικά συναισθήματα που ξεκινούν από το θυμό και φτάνουν στα όρια του μίσους για τους πολιτικούς που θεωρεί πολεμόχαρους και δημαγωγούς ή τους ανθρώπους – «παράσιτα» της κοινωνίας.
Κατόπιν τούτων, θεωρείται μάλλον απολύτως φυσιολογικό το ότι δεν έχουμε στα χέρια μας κάποια κωμωδία του να στηλιτεύει αιχμηρά ή να εμπαίζει την μετριοπαθή ολιγαρχική παράταξη, μολονότι πολλά ακραία μέλη των ολιγαρχικών είχαν δώσει πολλά δείγματα, ιδίως μετά το 421 π.Χ., «αντικοινωνικής» δράσης. Επομένως, για τις «πληροφορίες», που μας παρέχει ο Αριστοφάνης για τους σύγχρονούς του πολιτικούς, οι περισσότεροι των οποίων συνήθως προέρχονται από το λαϊκό – δημοκρατικό «κόμμα» και εκτρέπονται, κατά τον κωμωδιογράφο μας, σε δημαγωγούς, πρέπει να είμαστε πάντοτε επιφυλακτικοί και να γυρεύουμε στοιχεία που θα μαρτυρούν εάν οι κωμωδίες του απεικονίζουν την πραγματικότητα όπως αυτή ήταν ή εάν αντανακλούν την προσωπική αντιπάθειά του στην αναγνώριση και αποδοχή τους από τους Αθηναίους και προβάλλουν μιαν εικονική πραγματικότητα.
Εάν θέλουμε, όμως, να σταθούμε περισσότερο στο διάστημα των «Τυράννων», δεν έχουμε σχετικές μαρτυρίες ώστε να μπορούμε να ξέρουμε με βεβαιότητα εάν τωόντι ο μεγάλος ποιητής δεν έγραψε εναντίον του καθεστώτος από τη μια ως πολέμιός του ή εάν από την άλλη ότι φοβούμενος κυρώσεις έγραψε κάτι υπέρ του και το οποίο τα επόμενα χρόνια της Δημοκρατίας οδήγησε τον ίδιο στο «περιθώριο» και το ίδιο δε διασώθηκε ως τις ημέρες μας, αφού οι αντιγραφείς ήθελαν μόνον τα επί Δημοκρατίας έργα του να προβάλουν.
Μέχρι να αποδείξει κάτι σχετικό και να λυθεί η παραπάνω απορία από έρευνα των μελετητών του αριστοφανικού έργου, ας δεχτούμε ότι – όπως όλοι οι ανέκαθεν ενσυνείδητοι και ευσυνείδητοι φιλοπάτριδες πνευματικοί άνθρωποι και ταγοί ενός τόπου – ο Αριστοφάνης θα τήρησε «πνευματική αργία», δηλαδή δεν θα είχε γράψει κάποιο έργο, αλλά θα απείχε από κάθε συγγραφή νέας κωμωδίας και διδασκαλία παλαιοτέρου έργου του, διαμαρτυρόμενος για την κοινωνικοπολιτική ανελευθερία. Βέβαια, κάποιος θα πει ότι οι «Τριάντα Τύραννοι» είχαν απαγορέψει τη διδασκαλία έργων με πολιτικά θέματα ή υπονοούμενα, αλλά, θα θεωρείτο προς τιμήν του Αριστοφάνη εάν δεν έγραψε κάποιο άλλο έργο με μη πολιτικό θέμα αφενός και εάν αφετέρου δεν ανέβασε κάποιο έργο του με υπαινιγμούς κατά των δημοκρατικών έπειτα από «έμμισθη παραγγελία» των «Τυράννων» στο διάστημα της εξουσίας τους.
Για τις ιδέες του, ας γραφεί και ότι – αν και όλα δείχνουν, όπως εγράφη ήδη, πως εκπροσωπούσε τη συντηρητική «οπτική» της ζωής και γι’ αυτό ψέγει το Σωκράτη και τους νεωτερίζοντες σοφιστές – απηχούν τον ψυχικό κόσμο ενός μέσου απλού διαχρονικού πολίτη, που απηύδησε από την εξουσία που αδιαφορεί για τα προβλήματά του και πολεμόχαρη και αρχομανής τον συνθλίβει καθημερινά. Ο Αριστοφάνης έμπρακτα θεωρεί ότι ο πιο υψηλός προορισμός της κωμωδίας είναι να σατιρίζει τα κακώς κείμενα και να βοηθά το λαό στα καθημερινά του προβλήματα προτείνοντας λύσεις χωρίς να ξεσηκώνει τα μυαλά των ανθρώπων και δίχως να φοβάται να θίξει τα «στραβά και τα περίεργα» από τα ειωθότα του καιρού του.
Ο Γ. Κορδάτος («Αρχαίοι Έλληνες Συγγραφείς», σελ. 97) γράφει, μεταξύ άλλων, για τον Αριστοφάνη: «Αυτό ήταν το μεγάλο μυστικό της τέχνης του. Έκανε πολιτική, χωρίς και να μπορούν να του πουν πως παραβιάζει τους κειμένους νόμους». Σωστά, η συντηρητική του ιδεολογία, κατά τη γνώμη μας, κρατούσε τον Αριστοφάνη στα πλαίσια της προάσπισης των πατροπαράδοτων νόμων και εθίμων, που κλυδωνίζονταν επί δημαγωγών, και το χιούμορ του συντελούσε ώστε το κοινό να μην τον αντιμετωπίζει ως ανατροπέα της «τάξης των πραγμάτων» της εποχής του, αλλά να τον θεωρεί απλώς ως σκωπτικό των κακώς κειμένων.
Η κωμωδία του Αριστοφάνη μπορεί να βρίσκει τρόπο να κάνει κοινωνούς των ιδεών του ποιητή τους θεατές και τους αναγνώστες της, είναι, όμως, και σοφότερη, όπως λέει ο ίδιος ο Αριστοφάνης στους «Σφήκες» (στίχος 66), από τη μέχρι τότε «φορτική» ποίηση, μάλλον τη γεμάτη χυδαίους αστεϊσμούς, που δεν είχαν ηθικό έρεισμα ή/και απήχηση στους θεατές.
Απόσπασμα από ανέκδοτη Φιλολογική Μελέτη υπό τον τίτλο, “Αριστοφάνης, Πολιτική και Πολιτικοί”