Με την ευκαιρία της θλιβερής επετείου του ναυαγίου του Φ/Μ “Ηράκλειον” ακούστηκαν στα τηλεοπτικά κανάλια και γράφτηκαν αφηγήσεις επιζώντων, απορίες κληρονόµων κ.λπ.
Ας καταθέσω κι εγώ κάποια στοιχεία γι’ αυτό, και άλλα σχετικά, µιας κι εκείνη την περίοδο πρακτορεύαµε µε, µακαρίτη σήµερο, Χανιώτη τα πρώτα φέρι µποτ αυτά του Κ. Ευθυµιάδη.
Πολλά τα χρόνια πριν και έτσι, ορισµένα στοιχεία ίσως δεν είναι ακριβή αλλά λίγα. Τα φέρι µποτ ή οχηµαταγωγά καθιέρωσε ο Κων/νος Ευθυµιάδης, επιχειρηµατίας, νοµίζω Κύπριος, την καταγωγή λίγα χρόνια πριν το ναυάγιο. Μέχρι τότε αυτό το είδος θαλάσσιου µέσου συγκοινωνίας ήταν άγνωστο τουλάχιστον στην Ελλάδα. Θα ’πρέπε λοιπόν να µνηµονεύεται σαν ο πρωτοπόρος σε αυτά. ∆ιασκεύασε δύο φορτηγά, νοµίζω, πλοία και το ένα το ονόµασε “Κύδων”. Μάλιστα λεγόταν τότε ότι, στην αρχή, δεν ευρίσκονταν και πληρώµατα, γιατί οι ναυτικοί υπολόγιζαν ότι δεν θα ευδοκιµήσει και θα µείνουν χωρίς εργασία. Ήταν όµως σωτήρια λύση για τις µεταφορές, ιδίως οχηµάτων, προϊόντων κ.λπ. Μέχρι τότε τα λίγα ιδιωτικά αυτοκίνητα που ταξίδευαν φόρτωναν στο κατάστρωµα, συνήθως στην πλώρη, πάνω σε ειδικό ξύλινο φορέα και µε βαρούλκο, στο πλοίο Αγγέλικα κ.λπ.
Όταν όµως από την ατµοπλοΐα Τυπάλδου είδαν ότι το εγχείρηµα πέτυχε, θέλησαν να ανταγωνιστούν, και µάλιστα πολλές φορές µε όλως αθέµιτο τρόπο, τον Ευθυµιάδη. ∆ιασκεύασαν εν τάχει κάποιο ακατάλληλο πλοίο µε πολύ υπερυψωµένες κατασκευές που δεν καλυπτόταν από το βύθισµα του και πάµε για Σούδα. Οι λιµενεργάτες στη Σούδα συζητούσαν τότε την άποψη τους για την αστάθεια του πλοίου και εξέφραζαν τη βεβαιότητα ότι κάποια ώρα θα ανατραπεί. Μάλιστα είχε αναφερθεί ότι µετά από έναν κατάπλου έγειρε απότοµα προς τα έξω, αλλά είχε δεθεί µε τους κάβους γερά και το συγκράτησαν.
Ήταν λοιπόν προδιαγεγραµµένη η τύχη του, αλλά χωρίς πιστοποιητικό νηογνώµονα και, νοµίζω, και άδεια από το Υπουργείο Ναυτιλίας, συνέχιζε. Είχε διαδοθεί ένα στέλεχος του Τυπάλδου ο Κόκκινος, µε φήµη τραµπούκου, έλυνε και έδενε σε αυτό το Υπουργείο. Και για την ιστορία, τότε που δεν υπήρχαν τα σηµερινά ηλεκτρονικά εργαλεία γραφόταν οι καταστάσεις επιβατών στο χέρι σε µεγάλες σελίδες εντύπου, ειδικά χαρτιού, σε τρία αντίτυπα µε καρµπόν από ένα στέλεχος, λιµεναρχείο, πλοίαρχος. Επίπονη εργασία να γράφεις αριθµό εισιτηρίου, ονοµατεπώνυµο και αναλυτικά για το κάθε εισιτήριο τον καθαρό ναύλο, φόρους, λιµενικά, λεµβουχικά και δεν θυµάµαι τι άλλα. Παρότι εργαζόµουν στην Τράπεζα, το απόγευµα έκανα αυτήν την εργασία. Και µιας και έγινε αναφορά στις θαλάσσιες συγκοινωνίες ας αναφερθώ και σε κάποια προηγούµενα από τα Φ/Μ.
Μέναµε στο Ρέθυµνο µέχρι το 1947 και ο πατέρας µου, αφού είχε ιδρύσει το πρώτο µεταπολεµικά ταξιδιωτικό γραφείο στην Κρήτη, πρακτόρευε το τότε πλοίο της γραµµής “Καδιώ” από την ιδιοκτήτρια Καδιώ Σιγάλα. Ένα… αντιτορπιλικό διασκευασµένο σε επιβατηγό που ταξίδευε Πειραιά – Ηράκλειο – Ρέθυµνο – Χανιά. Όταν ξεπρόβαινε από την προς το Ηράκλειο θάλασσα, οι επιβάτες γι’ αυτό επιβιβαζόταν στις µεγάλες ξύλινες κωπήλατες βάρκες και τα εµπορεύµατα σε κάποια µαούνα µε ρυµούλκηση από ψαράδικο καραβάκι και περίµεναν ανοιχτά του λιµανακιού το πλοίο, όπου επέβαιναν από κάποια πλαϊνή ανασυρόµενη σκάλα, που όταν είχε, έστω και µικρό κύµα, κινδύνευαν να εγκλωβιστούν. Κάποιες φορές µε θαλασσοταραχή µεγάλη δεν έµπαιναν οι βάρκες και το πλοίο περνούσε ανοιχτά, που όταν έπεφτε µεταξύ των δύο κυµάτων, δεν φαινόταν καθόλου για δευτερόλεπτα. Παρότι έντεκα χρόνων, ο πατέρας µου έδινε τα δηλωτικά επιβατών για να τα πάω στο πλοίο µε µια από τις βάρκες και επιστροφή το ίδιο. Σε µια όµως προσέγγιση του πλοίου και ενώ ήµουν σε αυτό, “σήκωσε” ξαφνικά άγκυρες µιας και κινδύνευε να τσακιστεί και δρόµο για τη Σούδα. Το πρώτο µου “ακούσιο θαλασσινό” ταξίδι.
Μετά το ναυάγιο ξεκίνησε από τον µακαριστό Ειρηναίο Γαλανάκη η εκστρατεία για τη δηµιουργία της θαυµαστής µας ΑΝΕΚ, ο δε Ευθυµιάδης δεν θυµάµαι πότε αποσύρθηκε, στην Κύπρο νοµίζω. Το µόνο που θυµάµαι είναι ότι στο πρακτορείο ερχόταν, µε εντολή του, λογαριασµοί από χρυσοχόους των Χανίων για αρκετά χρυσαφικά µεγάλου κόστους που είχε προσφέρει άγνωστο σε ποια ή ποιες. Γι’ αυτό φαίνεται φαλίρισε.
Το συµπέρασµα για τη βύθιση του πλοίου ήταν ότι ένα φορτηγό, που δεν είχε ασφαλισθεί από το πλήρωµα στο γκαράζ, µε τον κυµατισµό έπεσε πάνω στην πόρτα – καταπέλτη και από εκεί µπήκαν νερά και βούλιαξε. Έγινε δίκη ανθρώπων της εταιρείας και του Υπ. Ναυτιλίας και καταδικάστηκαν, αλλά δεν θυµάµαι αν µπήκαν καθόλου φυλακή. Όσο για τις αποζηµιώσεις που εκδικάστηκαν και πάλι νοµίζω ότι δεν καταβλήθηκαν ποτέ.