8.4 C
Chania
Δευτέρα, 24 Φεβρουαρίου, 2025

Τα πρώτα Σφηναριώτικα Χριστούγεννά μας

Κείνο το βράδυ του 1979, Δεκέμβρης 23, στον καφενέ του Καλίκου αδειάζαμε το τρίτο ποτηράκι τσικουδιά για τα καλωσορίσματα, μετά τέσσερις ώρες στο τσουχτερό κρύο να οδηγώ από Ηράκλειο ως το Σφηνάρι, όταν έσκασε το μυστικό ο Νικολής.
«Μεγάλη φορτίνα, κύριε καθηγητά, δε περνά ο δρόμος».
«Γιατί;», είπαμε τρομαγμένοι.
«Βουνά τα κύματα, βροχή με το τσουβάλι, ξεχείλισε ο ποταμός στου Βλεπέ το σόχωρο, πάει και το γεφύρι…».
«Και τώρα;»
«Λάτε στο φτωχικό μας», ακούστηκε από κάμποσα στόματα ολόγυρα.
«Ευχαριστούμε αλλά…»
«Μη σας νοιάζει, ξέρω ένα άλλο γεφυράκι, πάμε», είπε ο Νικολής και σηκώθηκε.
Αφήσαμε το αυτοκίνητο φορτωμένο στην πλατεία, ξεκλείδωτο, πήραμε δυο τσάντες με φαγώσιμα και στο σκοτάδι, ούτε άστρα, μηδέ φεγγάρι, τον ακλουθήσαμε στα χωράφια. Αναβε κάθε τόσο τον αναπτήρα να βλέπουμε, σκουντουφλούσαμε, περάσαμε κάτω από ελιές, χαρουπιές, δίπλα σε βάτα, κι άξαφνα ακούσαμε δυνατό βουητό.
«Το ποτάμι», είπαμε φοβισμένοι.
«Να η γέφυρα».
Στο τσάκτισμα του αναπτήρα, είδαμε ένα μακρύ σανίδι από τη μια όχτη στην άλλη, κι από κάτω, θεριό ανήμερο το νερό να βρυχάται.
Δεν κατάλαβα πως έβλεπε αυτός ο άνθρωπος που μπήκε μπροστά κι αρχίνιξε να πορπατεί σαν ακροβάτης στο σανίδι απάνω.
«’Κλουθάτε», πρόσταξε και πάγαινε σαν σε άσφαλτο.
Πορπατήξαμε ίσαμε ένα μέτρο, κι ως κοντέψαμε το σανίδι, κοκκαλώσαμε. Κι ο Νικολής να γελά και να μας περιπαίζει.
«Δεν μπορώ», δήλωσε η κυρά.
«Μη σε νοιάζει. Δώσε το χέρι σου.»
Την άδραξε τότες δυνατά, σχεδόν την πήρε αγκαλιά και μια και δυο, πέρασαν στην άλλη μπάντα το ποτάμι. Ξαναγύρισε, πήρε, ρε παιδιά, δε θα το ξεχάσω, τις δυο θυγατέρες μου τριώ και έντεκα χρονώ στις δυο του αμασκάλες, τις πέρασε κι αυτές στα σκοτεινά πάνω στο βρεμένο μαδέρι, τρία μέτρα από κάτω το νερό να βουίζει. Στάθηκε απέναντι, ίσια που τον διέκρινα, κι άκουσα να με καλεί:
«Ελα σύντεκνε, μα εσύ, μπορείς».
Μ’ έπιανε το κρητικό μου, πλησίαζα το μαδέρι, δεν το καλόβλεπα, άκουγα να κατρακυλά το νερό με πέτρες και κλαδιά, άβυσσος, να και κάτι ψιχάλες, σταμάταγα.
«Αντε, σύντεκνε και θα βρέξει», με γκάρδιωνε.
Μα η αφεντιά μου, που δεν υπήρξα σκοινοβάτης μηδέ λοκατζής, έκανα δύο βήματα στην τάβλα, θώραγα αφρισμένο το νερό από κάτω, γλίστραγε κι όλας το σανίδι, γύριζα πίσω.
Ακουσα σαρκαστικό το γέλιο του Νικολή να πλησιάζει και τη γυναίκα μου να παραπαίει.
«Γιώργο, πρόσεχε! Δεν μπορείς! Σε χρειαζόμαστε!»
Μετά τα γοερά αυτά λόγια οπλίστηκα κουράγιο και… ευτυχώς, ένοιωσα μια χούφτα σα γυαλόχαρτο να με αρπά.
«Πάμε σύντεκνε», είπε, με βάστηξε σαν σε τσίρκο, πηγαίναμε αυτός πίσω εγώ μπροστά, άκουγα τα δέντρα να ψιθυρίζουν νυχτοτράγουδα, το νερό να φοβερίζει, τη σανίδα να τρίζει και να κουνιέται και χωρίς να το καταλάβω, βρέθηκα πάλι στη γης απάνω, στην απεναντινή όχτη. Μετά, ήταν εύκολα. Ακλουθούσαμε τη σκοτεινή φιγούρα του Νικολή, μπρος τα παιδιά να κρατάνε το χέρι του, πίσω η γυναίκα κι ο ήρωας, οπισθοφυλακή. Περάσαμε νεροφαγιές, πεζούλες και χαράκια, κουτουλήσαμε κλαδιά κι ένα σύρμα περίφραξης, σε λίγο ξεκλειδώναμε το κονάκι μας, ανάβαμε το λουξ, μια και δεν είχαμε ρεύμα, και μ’ ένα σπίρτο στο τζάκι με τα λιανόξυλα δώσαμε Χριστουγεννιάτικο άρωμα στο δωμάτιο.
Σε δέκα λεπτά, βουητό πάλι ακουγόταν, αλλά από τα κουτσούρια στο τζάκι τούτη τη φορά, καπιράδες μοσκομυρίζανε στη σχάρα, πατάτες οφτές ροδίζανε, αγριαγκινάρες και κουκιά και κάστανα και τσικουδιά αραδιάστηκαν στην τζακόπλακα, να και γαρίδες ψητές, ήρθε και το κρασί, «νηστίσιμα πράματα», απολογήθηκε η συμβία, ξεμπερδέψαμε μετά τα μεσάνυχτα. Κι ο Νικολής, «έληξε η αποστολή μου», είπε, καληνύχτισε, έφυγε.
Ξημέρωσε και ψιλόβρεχε. Το τζάκι ακόμα αναμμένο και προτού βάλουμε τον καφέ, χτύπησε δυνατά η πόρτα.
«Να τα πούμε θείε;» ακούστηκαν κελαηδιστές οι φωνές. Ανοίξαμε, μπήκανε χαρούμενα, πεντέξι ήτανε, του Νικολή, της Μαρκομαρίας και του Σάρακα τα κοπέλια.
«Καλήν εσπέραν άρχοντες
κι αν είναι ορισμός σας»
Ηχησε το κονάκι ολάκερο, και το περβόλι, κι ο γιαλός, ως το αραξοβόλι και την κορφή του Αη Λια, στα ουράνια έφτασε το χαρμόσυνο μήνυμα.
«Χριστού τη θεία γέννηση
να μπω στ’ αρχοντικό σας».
Αξέχαστα Χριστούγεννα αλήθεια.

Χρόνια σας πολλά.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα