Η ΑΤΟΜΙΚΗ ΚΑΙ Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Δεν είναι μόνο ο φόβος που ελλοχεύει στις ψυχές μαθητών και εκπαιδευτικών από τη μη τήρηση ,εκ των πραγμάτων, των αποστάσεων μέσα στις ίδιες τις σχολικές τάξεις τους, καθώς συνωστίζονται σε πολυπληθή τμήματα σε αίθουσες που δεν μπορούν, όσο και αν προσπαθούν, να τηρηθούν οι όροι υγιεινής που απαιτούνται!
Δεν είναι μόνο η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα που νιώθουν από το συνωστισμό στα σχολικά λεωφορεία αλλά και από την πλημμελή τήρηση των πρωτοκόλλων υγιεινής, λόγω του ελλιπούς προσωπικού καθαριότητας αναλογικά με τις ανάγκες που υπάρχουν! Είναι και η αντιφατικότητα, που δοκιμάζει τα όρια τους καθημερινά, για αποστάσεις που πρέπει να τηρούν, για “ασφαλή υγειονομικά πρωτόκολλα” και για ατομική ευθύνη, όταν η ίδια η πολιτεία απεμπολεί τις δικές της ευθύνες στο βαθμό που της αναλογούν.
Και αυτό γιατί η ατομική ευθύνη σε καμία περίπτωση δεν πρέπει και δεν μπορεί να υπερκεράσει τη βαρύτητα της ευθύνης της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας για όλα εκείνα τα μέτρα που θα έπρεπε να πάρει, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν τα σχολεία με ασφάλεια σε μικρότερα τμήματα, στις συνθήκες που η πανδημία επιτάσσει. Εξάλλου όλοι αναγνωρίζουν την τεράστια προσπάθεια της εκπαιδευτικής κοινότητας να μείνουν τα σχολεία «όρθια», τόσο κατά τη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης, όσο και με το άνοιγμά τους με τη σωστή διαχείριση των κανόνων πρόληψης και προστασίας στο βαθμό που εξαρτάται από την ίδια.
ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
Και δεν είναι μόνο τα υγειονομικά θέματα αυτή τη στιγμή που πρέπει να απασχολήσουν το Υπουργείο Παιδείας αλλά και μια σειρά άλλων εξίσου σοβαρών θεμάτων που σχετίζονται τόσο με την ψυχική υγεία των παιδιών, τις διαπροσωπικές τους σχέσεις και την επανένταξή τους στη σχολική και κοινωνική ζωή, όσο και με τα μαθησιακά κενά που προέκυψαν από την απομάκρυνση από τη δια ζώσης εκπαίδευση. Ας μην ξεχνάμε στο σημείο αυτό ότι σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα του ΟΟΣΑ για τον ένα χρόνο πανδημίας στην εκπαίδευση(Οne year into the covid pandemic), η χώρα μας συμπεριλαμβάνεται στις χώρες με το μεγαλύτερο διάστημα τηλεκπαίδευσης, το οποίο κυμαίνεται ανά βαθμίδα και περιοχή και φτάνει έως τους έξι μήνες κατά το προηγούμενο σχολικό έτος.
Δεν είναι τυχαίο, επίσης, ότι η Unicef κατά την παρουσίαση της σχολικής τάξης εν μέσω πανδημίας στις 3 Μαρτίου 2021 προτρέπει τις κυβερνήσεις, προκειμένου να ανακτηθεί η χαμένη εκπαίδευση των παιδιών, να παρέχουν υπηρεσίες στο μαθητικό πληθυσμό που θα καλύπτουν την ενισχυτική διδασκαλία, τη διατροφή, την ψυχική υγεία και τα μέτρα προστασίας στα σχολεία με σκοπό να ενδυναμώσουν την ανάπτυξη και την ευημερία των παιδιών και των εφήβων.
Ωστόσο στη χώρα μας με την επαναλειτουργία των σχολείων το Υπουργείο Παιδείας εστιάζει, κατά την άποψη μου, με υπερβάλλοντα επικοινωνιακό ζήλο, κυρίως στην κάλυψη των υπαρκτών ομολογουμένως αναγκών στο γνωστικό επίπεδο της εκπαίδευσης. Αυτή η τάση παρατηρείται μάλιστα εκ των πραγμάτων σε μεγαλύτερο βαθμό στη βαθμίδα του Λυκείου με την εντατικοποίηση του προγράμματος σπουδών και την υπέρογκη ύλη που καλούνται να διδάξουν οι εκπαιδευτικοί. Συνακόλουθα δεν λαμβάνονται υπόψη οι ενστάσεις των εκπαιδευτικών, που με την επανέναρξη των σχολείων στην προσπάθειά τους να βρουν μια ισορροπία μεταξύ της εκπαίδευσης και της ψυχολογικής στήριξης των παιδιών, περιγράφουν μια έκρυθμη κατάσταση σε αυτά με καθημερινές εντάσεις, βίαια ξεσπάσματα και ψυχολογικές εκρήξεις των παιδιών που υποδηλώνουν το μέγεθος του προβλήματος.
Στη διαμόρφωση της κατάστασης αυτής συντελούν και οι γενικότεροι περιορισμοί της ελευθερίας που ισχύουν στα σχολεία με βάση τα υγειονομικά πρωτόκολλα. Έτσι η απουσία των εκδρομών και των εξωδιδακτικών δραστηριοτήτων, που ομορφαίνουν τη ζωή του σχολείου καθώς και των προγραμμάτων που διοχετεύουν τη δημιουργικότητα τους οι μαθητές, δημιουργεί ένα άχαρο ασφυκτικό σχολικό περιβάλλον ρουτίνας που καταντά, σε συνδυασμό με την πίεση των μαθημάτων, ζημιογόνο για την ψυχική τους υγεία. Συχνά επίσης, εξαιτίας της γενικότερης δυσλειτουργίας της οικογένειας, απουσιάζει το οικογενειακό υποστηρικτικό πλαίσιο που θα βοηθήσει τα παιδιά να αναπτύξουν τους απαραίτητους μηχανισμούς ψυχικής ανθεκτικότητας που απαιτούνται στις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες που διανύουμε.
Από την άλλη οι εκπαιδευτικοί μετά από δύο χρόνια πανδημίας, λόγω των ιδιαίτερων αυτών συνθηκών που επικρατούν στα σχολεία σε συνδυασμό με τις ισχύουσες γραφειοκρατικές απαιτήσεις, βρίσκονται κατά κανόνα σε κατάσταση επαγγελματικής εξουθένωσης στην προσπάθεια τους να ανταπεξέλθουν στη δύσκολη καθημερινότητα της σχολικής πραγματικότητας.
ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ.
Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία, λοιπόν ,το Υπουργείο Παιδείας θα πρέπει αρχικά να αναγνωρίσει το πρόβλημα στην πραγματική του διάσταση και στη συνέχεια να πάρει όλα εκείνα τα αναγκαία μέτρα που απαιτούνται για την ανασύνταξη των δυνάμεων της εκπαιδευτικής κοινότητας. Η οπισθοδρόμηση των μαθητών στις βασικές κοινωνικές τους δεξιότητες και τα αρνητικά αποτυπώματα της πανδημίας στον ψυχισμό τους και τη συναισθηματική τους ανάπτυξη καθιστούν περισσότερο από ποτέ αναγκαίο το σχολείο να επανέλθει στην παιδαγωγική και ψυχοκοινωνική του διάσταση. Η ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων των μαθητών, η ικανότητα συνεργασίας, η προσαρμοστικότητα στην επίλυση κοινωνικών θεμάτων σε ένα κόσμο που μεταβάλλεται συνέχεια, η καλλιέργεια της βιωματικής μάθησης με έμφαση σε δραστηριότητες που αφορούν τη διαχείριση αγχογόνων και κρίσιμων καταστάσεων είναι κάποιες από τις προτεραιότητες που πρέπει να μπουν με την αξιοποίηση εναλλακτικών μεθόδων διδασκαλίας, προσαρμοσμένων στις νέες εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανάγκες.
Στο πλαίσιο αυτού του πνεύματος, κρίνεται αναγκαία η πρόσληψη ψυχολόγων και ειδικών επιστημόνων αλλά και η αναβάθμιση των ήδη υπαρχόντων υποστηρικτικών δομών του σχολικού πλαισίου για τη δημιουργία καναλιών σταθερής επικοινωνίας με την οικογένεια, λαμβάνοντας υπόψη τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν σε αυτή. Αυτονόητη είναι επίσης, σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη στήριξης και ενδυνάμωσης με κάθε τρόπο και μέσο των εκπαιδευτικών ώστε να ανταπεξέλθουν στο δύσκολο ρόλο τους.
ΤΑ ΓΝΩΣΤΙΚΑ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ
Αναφορικά δε με τα μορφωτικά και γνωστικά ελλείμματα, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής οφείλει να αναπροσαρμόσει το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών και να μειώσει τη διδακτέα ύλη με έμφαση στα κεντρικά σημεία και στην ουσία αυτής
Καθίσταται επίσης αναγκαία η εφαρμογή της αντισταθμιστικής εκπαίδευσης με προγράμματα στήριξης των μαθητών, ενώ αναδεικνύεται, όσο ποτέ άλλοτε, η ανάγκη της αναπροσαρμογής του προγράμματος σπουδών με θεματικές που θα κάνουν το σχολείο πιο ελκυστικό για τα παιδιά.
Τέλος σε κάθε περίπτωση, καλό είναι να μην ξεχνάμε ότι η κρίσιμη καμπή, που διέρχεται η εκπαίδευση στις μέρες μας, μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για αναπροσαρμογή της στοχοθεσίας του σχολείου ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες της μετά Covid εποχής.
* Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος
Πλήρως τεκμηριωμένο κείμενο. Αυτή είναι η πραγματικότητα !