Δύσκολοι καιροί για τον απλό άνθρωπο, ωστόσο η πλεονεξία κι η αχαριστία δεν χάθηκαν απ’ τον περίγυρο! Ακόμα εδώ είναι…Αξίζει να πούμε δυο λόγια για τις αρχαίες κοινωνίες που είχαν θεσμοθετήσει σκληρούς νόμους σχετικά. Οι Πέρσες θεωρούσαν παράπτωμα την αχαριστία και τη τιμωρούσαν αυστηρά, κάποιες φορές μάλιστα και ετεροχρονισμένα! Οι Αθηναίοι πολίτες-δικαστές «εξοστράκιζαν», γράφοντας πάνω σε θραύσμα αγγείου τ’ όνομα όποιου είχε παραστρατήσει, για να πάρει το δρόμο για την εξορία και να γλυτώσουν απ’ αυτόν! Οι Σπαρτιάτες είχαν βασιλέα, είχαν όμως εκτός από τη Γερουσία, και τους 5 εκλεγμένους Εφόρους που ήταν υπεράνω όλων και τιμωρούσαν σκληρά, ακόμα και τον ίδιο τον άνακτα. Εμείς τι κάνουμε; Πως παλεύουμε τα μεγάλα συμφέροντα των αχάριστων, την παντοδυναμία, την ασυδοσία του ηγέτη που δεν φροντίζει τον πολίτη παρά μόνο το δικό του συμφέρον; Παλεύουμε κι εμείς; Βεβαίως και παλεύουμε! Μόλις ακούσουμε κάτι που δεν μας αρέσει -στην τηλεόραση, ας πούμε- σηκωνόμαστε όρθιοι, τα ψέλνουμε στο κουτί, ύστερα πατάμε το κουμπί, το κλείνουμε το ρημάδι, και στο λεπτό τους…εξοστρακίζουμε όλους!
Ο ΠΟΛΥΧΡΟΝΗΣ…
Μας είπε τον πόνο της η παλιά γνωστή που συναντήσαμε στον δρόμο τις προάλλες. Δυο καλοί, οικογενειακοί φίλοι της πέθαναν λέει, πρόσφατα με διαφορά ολίγων ημερών μεταξύ τους. Και δεν είναι μόνο αυτό! Φέτος αποχωρίστηκε με θλίψη άλλο ένα γνωστό της ζευγάρι. Τελευταία, μας εκμυστηρεύτηκε, φεύγουν για το μακρινό ταξίδι όλο και περισσότεροι φίλοι και συγγενείς, κι όλο πενθεί αγαπημένα άτομα. Σίγουρα την απασχολεί κι η απομόνωση που την περιμένει σ’ έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο ξένος. Όπως κι η μοναξιά του γήρατός της, που είναι προ των πυλών. Την καταλαβαίνουμε! Διότι, καθώς τα χρόνια περνούν κάνουμε κι εμείς τις διαπιστώσεις μας. Όταν ήμασταν παιδιά όλοι οι άλλοι μας φαινόταν…μεγάλοι! Στην εφηβεία οι σαραντάρηδες γονείς έγιναν «ο γέρος κι η γριά μας», στα κατοπινά χρόνια οι…υπέργηροι παππούδες της οικογένειας. Ύστερα, και καθώς κι ο δικός μας χρόνος κυλούσε γοργά, όλο και πιο πολύ αρχίσαμε να βλέπουμε γύρω μας νεότερα άτομα! Μέχρι που φτάσαμε σ’ ένα σημείο να μας φαίνονται όλοι νέοι κι ακμαίοι! Κι έτσι είναι! Ο…«πολυχρόνης» γάρ! Που δεν αστειεύεται! Που είναι δίκαιος μ’ όλους και κανένα δεν ξεχνά!
Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ!
Επίμονη, συνεχής και αμείλικτη. Όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας. Μέχρι να λυγίσεις! Να παραδοθείς…Καλά σχεδιασμένη και προετοιμασμένη! Διότι δεν υπάρχει τίποτα που να μην το έχουν μελετήσει εκ των προτέρων οι αντίπαλοι. Ναι…«αντίπαλοι», γιατί έτσι που μας βομβαρδίζουν ανελέητα πως αλλιώς να τους χαρακτηρίσεις; Για τους άγνωστους…τηλεφωνητές βεβαίως ο λόγος! Βαράνε τα κουδούνια στο σταθερό ντάλα μεσημέρι, σε ξυπνούν μέσα στη νύχτα στις πιο ακατάλληλες ώρες. Σε πιάνει η αγωνία για τα παιδιά, για τον σύζυγο, για τη δουλειά, και το σηκώνεις! Τότε σου το κλείνουν! Ξαναχτυπά, το ξανασηκώνεις, ρωτάς ποιος είναι, τι θέλει, κι αυτό κλείνει μόνο του. Λέγεται πως σου χρεώνουν την κλήση! Ποιος ξέρει από ποια μακρινή ή κι απ’ τη δική μας χώρα, γιατί όχι κι απ’ τη γειτονιά μας! Κι επειδή τα σύγχρονα μηχανήματα, τα εξυπηρετικά, έχουν κι αυτή την υπηρεσία, ενώ εσύ δεν το σηκώνεις πια, αυτό σου αναβοσβήνει το φωτάκι για να σου θυμίζει πως έχεις κλήση! Κι εδώ σε κατακυριεύει πάλι η αγωνία: Κι αν είναι η μάνα που τελευταία δεν είναι με τα καλά της; Αποφασίζεις να γράφεις τον αριθμό δίπλα στο τηλέφωνο για να τον θυμάσαι, δεν τον σηκώνεις μια-δυο φορές, κι αυτοί οι επιτήδειοι επιστρέφουν μ’ άλλο νούμερο! Πότε επιτέλους θα βρεθεί κάποιος να τους σταματήσει;
ΤΟ ΠΙΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟ ΑΓΑΘΟ…
Είχε μάθει όλα εύκολα να του έρχονται, κι εκείνο «Το μηδένα προ του τέλους μακάριζε» -το πολύ γνωστό μας- του ήταν παντελώς άγνωστο, μιας και θεωρούσε δεδομένη την κατάστασή του, και ποτέ του δεν διανοήθηκε ότι κάποτε ίσως να βρισκόταν σε διαφορετική. Μα να που τώρα τα πράγματα άλλαξαν για όλους! Αυτός όμως δεν λέει να το καταλάβει! Γιατί να μην μπορεί δηλαδή, να ζήσει όπως θέλει! Πως θα ταξιδέψει, πως θα γλεντήσει, πως θα ντυθεί ακριβά; Πως πως, πως; Αμέτρητες οι αγωνίες του! Μια-μια έρχονται στο νου, τον αποτρελαίνουν κι όλο ξεσπά στους άλλους. Γνωστός, γείτονας, φίλος, συγγενής είναι; Όποιος να’ ναι θα την πληρώσει ακριβά, αν έχει την ατυχία να βρεθεί μπρος του όταν έχει τις κακές του! Πράγμα μόνιμο πια, δραματικά επιδεινωμένο απ’ τους περιορισμούς της επιδημίας…Αν σύντομα δεν βάλει νερό στο κρασί του -αν δεν κάτσει να σκεφτεί το σοφό εκείνο «Η φτώχεια θέλει καλοπέραση», αν δεν το κάνει πράξη- θα χάσει μαζί με τα υπόλοιπα και το πιο πολύτιμο αγαθό που του έχει απομείνει! Αυτό που δεν αγοράζεται, παρά μόνο κερδίζεται: Την εκτίμηση και την αγάπη των δικών του!!
ΚΑΛΑ ΜΑΣ ΤΑΞΙΔΙΑ!
Το πλοίο πορεύεται ολοταχώς προς τη ξηρά. Έχει πλησιάσει τόσο το όμορφο νησάκι, που μπορούμε να διακρίνουμε πλέον καθαρά τ’ άσπρα σπιτάκια του ορεινού χωριού μας να σκαρφαλώνουν στη ρεματιά. Το μάτι ακολουθεί τη φιδίσια λουρίδα γης που φεύγει απ’ τη μια άκρη, προχωρεί λίγο στα ισιώματα, υψώνεται και χάνεται πίσω απ’ το πλαϊνό βουνό, εκεί όπου στέκει αιώνες τώρα το αγαπημένο εξωκλήσι…Ξαποσταίνει τώρα το βλέμμα στο γαλάζιο κομμάτι τ’ ουρανού που χωρίζει τους δυο λόφους. Ο ένας γεμάτος πεζούλες με ελιές, ο άλλος -ο πιο ψηλός- κατάφυτος πεύκα. Που και που κάποιο κυπαρίσσι λογχίζει το μυρωδάτο αέρα που μας έχει κατακυριεύσει…Πλέεις σε πελάγη ευτυχίας, καθώς δεν χορταίνεις να κοιτάς τη κουπαστή, να επιπλέει μαζί σου στην επιφάνεια μιας θάλασσας που στραφταλίζει σ’ όλες τις αποχρώσεις του μπλε. Νομίζεις -έτσι που το νερό γεμίζει την οθόνη και φτάνει μέχρι το κάτω μέρος της- πως από στιγμή σε στιγμή θα ξεχειλίσει! Πως θα καλύψει τα πλήκτρα, το γραφείο, την κάμαρά σου όλη! Ταξίδι νοερό στα πάτρια εδάφη…Μέσα από ένα φιλμάκι που μας έστειλε φίλος…Το πρώτο μας! Με το καλό και στο επόμενο…