Το χημικό οπλοστάσιο της Συρίας έχει καταστραφεί “επιτυχώς” στη Μεσόγειο. Ομοίως επεξεργάστηκαν τα τοξικά απόβλητα της υδρόλυσης σε μονάδες καύσης της Γερμανίας, Φιλανδίας, Αγγλίας και Αμερικής.
Πιθανολογείται ότι σύντομα θα ξεκινήσει η καταστροφή των 12 εγκαταστάσεων παραγωγής χημικών όπλων στη Συρία. Τι θα συμβεί όμως με τη θανατηφόρα ουσία ρικίνη την οποία η συριακή κυβέρνηση αποκάλυψε μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο; To 15μελές Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πάντως αποφάσισε την καταστροφή του. Που όμως και πότε;
Προστασία πληθυσμού και περιβάλλοντος
Η εξουδετέρωση χημικών όπλων και η εξυγίανση των επιπτώσεών τους στον πληθυσμό και το περιβάλλον απαιτεί την επιβολή μιας σειράς μέτρων, τα οποία συμπεριλαμβάνουν τη χρήση ειδικού εξοπλισμού και διαδικασιών (αισθητήρες, δοχεία, συστήματα και υλικά απορρύπανσης, ιατρική υποστήριξη, κ.ά.). Επιπρόσθετα μέτρα απαιτούνται επίσης κατά τη διάρκεια και μετά την όλη διαδικασία εξουδετέρωσης, όπως για παράδειγμα για:
• τον καθαρισμό των εγκαταστάσεων και των χώρων ανάπτυξης, δοκιμής, αποθήκευσης και διάθεσης των χημικών όπλων
• την εξυγίανση των υγειονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων χημικών όπλων (αντιδραστήρια, πρόδρομα χημικά, παραπροϊόντα και λοιπά χημικά, που έχουν χρησιμοποιηθεί), τα οποία έχουν διατεθεί ακατάλληλα στο παρελθόν (π.χ. με ταφή στο έδαφος ή διάθεση στη θάλασσα), καθιστώντας αναγκαία την εφαρμογή επιπρόσθετων διαδικασιών περιβαλλοντικής αποκατάστασης
• την ανάκτηση και διάθεση ρυπασμένων εδαφών από πεδία μάχης, δοκιμής όπλων ή στρατιωτικής εκπαίδευσης.
Όλα τα επιμέρους μέτρα, που σχετίζονται με την εξουδετέρωση των χημικών όπλων, πρέπει να εφαρμόζονται έπειτα από:
• εκτίμηση των κινδύνων, που εγκυμονούν για τον άνθρωπο και το περιβάλλον
• ανάπτυξη επιστημονικών, τεχνικών και διαχειριστικών προσεγγίσεων για τη διαχείριση των εν λόγω κινδύνων και την αποτελεσματική απόκριση σε περίπτωση ατυχήματος
• άσκηση αποτελεσματικής επικοινωνίας για την ενημέρωση και καθησύχαση του πληθυσμού, που ζει κοντά στις προαναφερόμενες εγκαταστάσεις/χώρους.
Οι συγκεκριμένοι κίνδυνοι σχετίζονται, αρχικά, με την άμεση τοξικότητα των αντιδραστηρίων. Εντούτοις, οι μακροχρόνιες επιπτώσεις των αντιδραστηρίων, καθώς και των προϊόντων αποδόμησης αυτών, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων:
• μακροχρόνιας, χαμηλού επιπέδου, έκθεσης
• της τύχης αυτών στο περιβάλλον
• της φυσικής τους κατανομής και αποδόμησης στα επιμέρους περιβαλλοντικά μέσα, υπό την επίδραση μεταβαλλόμενων παραγόντων, όπως η βροχή, η θερμοκρασία, η ηλιακή ακτινοβολία, η χημική αποδόμηση και η μικροβιακή δραστηριότητα.
Εκτίμηση επικινδυνότητας
Για τους “φίλους” της υδρόλυσης του χημικού οπλοστασίου της Συρίας είναι σημαντικό να γίνει κατανοητή η προσέγγιση της εκτίμησης επικινδυνότητας.
Η υπάρχουσα εμπειρία στην εξουδετέρωση χημικών όπλων έχει δείξει ότι αυτή σχετίζεται μόνο μερικώς με τη διεξαγωγή στατιστικών εκτιμήσεων για τις συνέπειες και πιθανότητες ενός ατυχήματος. Τέτοιου είδους εκτιμήσεις, αν και αποτελούν αναγκαία στοιχεία μιας ολοκληρωμένης εκτίμησης επικινδυνότητας, από μόνες τους δεν είναι επαρκείς.
Από τεχνική άποψη, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητή η προσέγγιση της εκτίμησης επικινδυνότητας ως μια συστημική προσέγγιση. Για παράδειγμα, όσον αφορά στις εγκαταστάσεις καταστροφής χημικών όπλων, είναι σημαντικό όχι μόνο να εξετάσει, κατανοήσει και μοντελοποιήσει κανείς την όποια ενδεχόμενη αστοχία των επιμέρους στοιχείων και διαδικαστικών βημάτων μιας τέτοιας εγκατάστασης, αλλά παράλληλα να λάβει υπόψη την εγκατάσταση ως ένα σύνολο και να εκτιμήσει πιθανές αστοχίες των συστημάτων. Όπως έγινε κατανοητό και από την παρουσίαση του Dr. Ralf Trapp, εμπειρογνώμονα για θέματα διαχείρισης χημικών όπλων, στο “4ο Διεθνές Συνέδριο Διαχείρισης Τοξικών Αποβλήτων”, 2-5/09/2014 στα Χανιά, ιδιαίτερα προβλήματα ίσως να προκύψουν όταν η εκτίμηση επικινδυνότητας σχετίζεται με υψηλού κινδύνου, αλλά μικρής πιθανότητας σενάρια. Σε αυτά η πιθανότητα ενός ατυχήματος είναι μεν χαμηλή, αλλά οι ενδεχόμενες συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές. Σε αυτήν την περίπτωση, τρία σημεία είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ληφθούν υπόψη:
• οι αβεβαιότητες στους υπολογισμούς των υποκείμενων τεχνικών τμημάτων της εκτίμησης επικινδυνότητας
• οι άγνωστοι και μη αναμενόμενοι παράγοντες, που ίσως επηρεάσουν τις υποθέσεις, πάνω στις οποίες βασίζονται οι εκτιμώμενες πιθανότητες και επιπτώσεις
• οι αξίες και οι αντιλήψεις των ατόμων, που επηρεάζονται από την υπό εκτίμηση δραστηριότητα.
Για την επεξήγηση των παραπάνω, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα η περίπτωση της καταστροφής των χημικών όπλων της Συρίας στο πλοίο Cape Ray του Αμερικανικού Nαυτικού.
Η τεχνολογία που χρησιμοποιείται (υδρόλυση/εξουδετέρωση) είναι πλήρως κατανοητή και έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλές χώρες στο παρελθόν για τη διάθεση χημικών πολεμικών αντιδραστηρίων και πρόδρομων χημικών ενώσεων. Βέβαια, δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ έως σήμερα εν πλώ και μάλιστα σε τρισδιάστατο περιβάλλον, όπως αυτό της καταστροφής στο κατάστρωμα του αμερικάνικου CAPE RAY στη Μεσόγειο. Τα επιμέρους διαδικαστικά βήματα είναι κατανοητά και οι σχετιζόμενοι με αυτά κίνδυνοι μπορούν να εκτιμηθούν και να ποσοτικοποιηθούν, βάσει πολυετούς πρακτικής εμπειρίας και πολλών διαθέσιμων στοιχείων από παρόμοιες επιχειρήσεις, που έχουν λάβει χώρα παγκοσμίως υπό διάφορες συνθήκες.
Ως εκ τούτου είναι δελεαστικό να αποδεχτεί κανείς τις δηλώσεις μεγάλου αριθμού εμπειρογνωμόνων, που επισημαίνουν ότι ο υφιστάμενος μεγάλος όγκος διαθέσιμων στοιχείων και γνώσεων μπορούν να εξασφαλίζουν την ομαλή και επιτυχή διεξαγωγή μιας τέτοιας δραστηριότητας εξουδετέρωσης ακόμη και στη θάλασσα. Στην πραγματικότητα όμως αυτό σημαίνει ότι συνάγονται συμπεράσματα από γνωστά περιβάλλοντα σε ένα νέο περιβάλλον, όπου συγκεκριμένες διαδικασίες και δραστηριότητες δεν έχουν λάβει χώρα ποτέ στο παρελθόν.
Η λειτουργία μιας μονάδας υδρόλυσης στη θάλασσα ταυτίζεται με εργασία σε μια κινητή πλατφόρμα,η οποία μετακινείται σε τρεις διαστάσεις και συχνά με μη γραμμικό τρόπο. Ταυτίζεται επίσης με εργασία σε περιορισμένο χώρο, όπου οι διαδικασίες απόκρισης σε περίπτωση ατυχήματος πρέπει να πληρούν προϋποθέσεις αρκετά διαφορετικές σε σχέση με εκείνες που απαιτούνται σε έναν καλά εδραιωμένο χώρο στη στεριά, όπου η διαθεσιμότητα τεχνικής και ιατρικής βοήθειας είναι σχετικά εύκολη και γρήγορη. Ως εκ τούτου, ήταν σημαντικό, πριν την έναρξη των εργασιών εξουδετέρωσης των χημικών όπλων της Συρίας στη θάλασσα (για την ακρίβεια πριν ακόμη τη μεταφορά των προς εξουδετέρωση χημικών όπλων στο πλοίο) να γίνει εκτενής δοκιμή του όλου συστήματος:
• οι χειριστές του εξοπλισμού να εκπαιδευτούν στο θαλάσσιο περιβάλλον, ώστε να εξοικειωθούν με αυτό
• ο χώρος του πλοίου να εξοπλιστεί με ανιχνευτές χημικών, συστήματα απορρύπανσης, στοιχεία περιορισμού χημικών ιατρικό υλικό, κ.λπ..
• οι λειτουργικές διαδικασίες, που επιλέχθηκαν, vα δοκιμαστούν στη θάλασσα και οι επιθυμητές συνθήκες να εδραιωθούν και να επαληθευτούν εκτενώς
• η όλη διαδικασία να διαμορφωθεί σταδιακά έτσι ώστε να εφαρμοστεί η προσέγγιση“μαθαίνω επιχειρώντας” (learning by doing).
Όλα αυτά όμως δεν πραγματοποιήθηκαν για διάφορους λόγους. Ουτε κάν, όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, η επιλογή του αναγκαίου εξοπλισμού ο οποίος θα εξασφάλιζε περιπτώσεις αστοχίας.
Άγνωστοι ή μη αναμενόμενοι παράγοντες πρέπει επίσης να θεωρούνται πιθανοί να προκύψουν και ως εκ τούτου πρέπει να προετοιμαστούν στρατηγικές αντίδρασης σε κάθε περίπτωση.
Συγκεκριμένα υπάρχουν πολλά θέματα, τα οποία δεν μπορούν να προβλεφθούν με ακρίβεια, όπως ο καιρός, οι θαλάσσιες συνθήκες, η αλληλεπίδραση του πλοίου με άλλα πλοία, που πιθανόν να βρίσκονται σε μικρή απόσταση (π.χ. διαμαρτυρόμενοι), αλλά και οι τεχνικές αστοχίες εν πλω, που δεν σχετίζονται άμεσα με τη διαδικασία εξουδετέρωσης των χημικών (π.χ. πυρκαγιά ή μηχανική βλάβη).
Ενημέρωση και συμμετοχή του κοινού
Τέλος, η εκτίμηση επικινδυνότητας δεν αφορά εξολοκλήρου σε τεχνικές ασκήσεις,αλλά σχετίζεται επίσης με κοινωνικές αξίες και ανησυχίες. Ανεξάρτητα από τις στατιστικές πιθανότητες ενός κινδύνου σε σχέση με άλλους (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι ήδη αποδεκτοί από την κοινωνία, όπως ο κίνδυνος χρήσης ενός μέσου μαζικής μεταφοράς), αυτός θα πρέπει να επικοινωνείται επαρκώς, με στόχο να γίνει αποδεκτός από τους ανθρώπους, μέσω συζητήσεων και διαπραγματεύσεων. Αν αγνοηθεί η ανάγκη επικοινωνίας με το κοινό και εμπλοκής αυτού σε συζητήσεις και αποφάσεις, τότε προκύπτουν κοινωνικές εντάσεις και αντιθέσεις, οι οποίες μπορεί να εμποδίσουν τη διεξαγωγή ακόμη και της πλέον ασφαλούς και καλά σχεδιασμένης διαδικασίας εξουδετέρωσης χημικών όπλων.
Τα παραπάνω έχουν γίνει καλά κατανοητά σε πολλές χώρες, που υλοποιούν προγράμματα εξουδετέρωσης χημικών όπλων. Η Αμερικανική Στρατιωτική Υπηρεσία Χημικών Υλικών, για παράδειγμα, η οποία είναι υπεύθυνη για το πρόγραμμα καταστροφής χημικών των ΗΠΑ, έχει αναγνωρίσει επίσημα την σπουδαιότητα και την αξία ενός καλά ενημερωμένου και συμμετέχοντος κοινού για την επιτυχή υλοποίηση αυτού. Εφαρμόζει στην χώρα της, ειδικό πρόγραμμα προσέγγισης και συμμετοχής του κοινού, έχει ανοίξει κατά τόπους γραφεία ενημέρωσης και συνεργάζεται με τις Επιτροπές Συμβουλής Πολιτών, σε περιοχές όπου λαμβάνουν χώρα εργασίες αποθήκευσης ή διάθεσης. Τέτοιο πρόγραμμα όμως, συμμετοχής του κοινού και των εμπλεκόμενων χωρών της Μεσογείου, αγνοήθηκαν εντελώς. Λόγω των παραπάνω, υπήρξε μάλιστα μεγάλη απογοήτευση στις ΗΠΑ (ιδιοκτήτρια χώρα του Cape Ray) από τη μη εμπλοκή του κοινού στη διαδικασία εξουδετέρωσης των χημικών όπλων της Συρίας και την αναπόφευκτη αντίδραση μεγάλου μέρους πολιτών. Από ό,τι έχει ανακοινωθεί, η όλη διαδικασία έχει έως τώρα διεξαχθεί χωρίς κάποιο σημαντικό περιστατικό ή απελευθέρωση ουσιών στο περιβάλλον. Ωστόσο, χωρίς τη συμμετοχή μιας ουδέτερης ομάδας, όπως αρχικά είχε ζητηθεί και μάλιστα με ιδιαίτερη προσωπική μου εμμονή. Εντούτοις, η «επιτυχής διεξαγωγή» δεν δικαιολογεί την έλλειψη επικοινωνίας με το κοινό και δεν θα πρέπει ποτέ ξανά στο μέλλον να επαναληφθεί.
Για το θέμα των Χημικών της Συρίας πολλές φορές προσωπικά έχω συνεισφέρει με τις απαραίτητες εξηγήσεις και θεωρώ ότι όσοι ήθελαν καλοπροαίρετα απαντήσεις τις έχουν ήδη πάρει. Η εκτίμησή μου είναι ότι πολλοί δεν θα πειστούν επειδή δεν θέλουν. Εκείνο πάντως που συνεχίζει να επείγει εν όψει μάλιστα της εξουδετέρωσης τόσο των 12 παραγωγικών εγκαταστάσεων όσο και της μονάδας παραγωγής της θανατηφόρας ουσίας ρικίνη, είναι το ενδεχόμενο επανάληψης αντίστοιχης διαδικασίας στο εγγύς μέλλον, στη Μεσόγειο.
*Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης