Τρίτη, 8 Οκτωβρίου, 2024

«Τα τραγούδια σήμερα είναι έρμαια της προχειρότητας»

Είναι αναμφίβολα ζωντανός θρύλος στα μουσικά δεδομένα. Με καριέρα που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα και παγκόσμια βραβεία για τις υπέροχα μελωδικές δουλειές του. Ο Γιώργος Χατζηνάσιος είναι όμως και κάτι πολύ σημαντικότερο: ένας γλυκύτατος άνθρωπος, που παρά τη φήμη και την αναγνωρισιμότητά του παραμένει πάντα προσηνής, φιλικός και εγκάρδιος. Συναντηθήκαμε χθες, λίγες ώρες προτού δώσει “ρεσιτάλ” στο ιστορικό Καφέ “Κήπος” και μιλήσαμε για μουσική, για την οικογένειά του, τη ζωή του, αλλά και για τις “προβλέψεις” που είχε κάνει όσον αφορά τους τραγουδιστές και την κατάσταση στη χώρα.

Προέρχεστε από μια οικογένεια καλλιτεχνών. Ο μπαμπάς σαξοφωνίστας -από τους καλύτερους της εποχής- ο παππούς ζωγράφος. Ήταν η πορεία σας η επαγγελματική κατά κάποιο τρόπο “προδιαγεγραμμένη”;

Εκείνη την εποχή, τα παιδιά, ακολουθούσαν συνήθως το επάγγελμα του γονιού. Στην οικογένεια ήμασταν 3 αγόρια -εγώ ο μεγαλύτερος. Κάποια στιγμή, ήμουν γύρω στα 6, ο πατέρας μου με άκουσε που σιγοψιθύριζα μελωδίες και διαισθάνθηκε ότι είχα κλίση στη μουσική. Μου είπε λοιπόν πως θα με κάνει μουσικό. Και με ρώτησε τι θέλω να μάθω, βιολί ή πιάνο. Εγώ πιτσιρικάς, έβλεπα τους βιολιστές που είχαν στο λαιμό ένα σημάδι, εκεί που ακουμπούσε το βιολί, που έμοιαζε με έκζεμα. Οπότε του είπα, όχι βιολί μπαμπά, θέλω να μάθω πιάνο. Και κάπως έτσι ξεκίνησα.

Σε ηλικία 6 ετών….

Ναι, σε ηλικία 6 ετών. Θυμάμαι έπαιζα πιάνο και έκλαιγα. Γιατί έβλεπα τα άλλα παιδιά να παίζουν έξω μπάλα, και εγώ έπρεπε να διαβάζω. Και δεν με ένοιαζε τόσο για τα άλλα παιδιά που έπαιζαν μπάλα, αλλά ήταν και τα αδέλφια μου που επίσης προτιμούσαν να παίζουν από το να μελετούν.

Είναι δύσκολο για ένα παιδάκι να πειθαρχήσει σε τέτοια ηλικία. Αλλά και πάλι αν δεν θέλατε πραγματικά να ακολουθήσετε αυτό τον δρόμο θα τα είχατε παρατήσει.

Ετσι δεν είναι; Ναι κάπως έτσι είναι. Εγώ μάλλον είχα το “μικρόβιο”. Είμαι ένα “κράμα” χαρίσματος και διαπαιδαγώγησης.

Η πίεση για μελέτη δεν σας βγήκε σε κακό τελικά…

Όχι, όχι. Εγινα περιζήτητος πιανίστας. Από τα 13 με ζητούσαν για να παίξω σε μαγαζιά. Και έβγαζα καλό μεροκάματο. Πήγαινα σχολείο, γυμνάσιο, και δούλευα. Βέβαια τότε, τη δεκαετία του ’50, το μεροκάματο πήγαινε στον πατέρα μου. Ηταν δύσκολο τότε για μια οικογένεια να τα βγάζει πέρα. Κάπως έτσι είναι και σήμερα. Αν όχι χειρότερα.

Και τελικά; Πώς από τα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης φτάσατε στην Αθήνα;

Είδα πως αν έμενα στη Θεσσαλονίκη θα έμενα στάσιμος επαγγελματικά. Επρεπε λοιπόν με κάθε τρόπο να κατέβω στην Αθήνα. Και έτσι, παρά το ότι στην πραγματικότητα ήμουν μουσικός τζαζίστας, ακολούθησα ένα συγκρότημα λαϊκό, του Πάνου Γαβαλά. Φτάσαμε λοιπόν στην πρωτεύουσα, παίξαμε σε κάποιο μαγαζί, αλλά ήμασταν άτυχοι, το μαγαζί αυτό έκλεισε σε μια βδομάδα, δεν πήγε καλά το σχήμα. Ευτυχώς για μένα, με είχαν ακούσει να παίζω μουσικοί από την ορχήστρα του Μουζάκη. Τους έλειπε ένας πιανίστας, τους άρεσα και ζήτησαν εμένα. Κάπως έτσι ξεκίνησα.

Εχετε μια πορεία καλλιτεχνική που ξεπερνά τα 45 χρόνια. Με ισάριθμους αν όχι περισσότερους δίσκους. Νομίζω ο τελευταίος ήταν το 1991 με τον Πάριο. Τί συνέβη και από τότε σταματήσατε;

Ήταν το “Επίθεση αγάπης” με τον Πάριο, ναι. Μου είπαν λοιπόν τότε, ότι πια τα ονόματα των συνθετών να μην μπαίνουν στα εξώφυλλα των cd, να προβάλλονται περισσότερο οι τραγουδιστές… Και τους απάντησα πως εντάξει, αυτή τη φορά εφόσον είχαμε συμβόλαιο θέλω να μπει και το δικό μου όνομα, αλλά είναι και η τελευταία φορά που συνεργαζόμαστε. Και κάπως έτσι σταμάτησα, Βέβαια από τότε κάνω άλλα πράγματα εξίσου ενδιαφέροντα, συναυλίες, μουσική για τηλεόραση, κινηματογράφο, soundtracks…

Από τους συνθέτες της εποχής σας, είστε ανάμεσα στους πιο σεμνούς. Δεν είχατε ποτέ ακουστεί σε κουτσομπολιό, σε “σκάνδαλο”. Ήταν τότε πιο “αγνοί” οι καιροί ή είναι απλά θέμα ανθρώπου;

«Είναι θέμα χαρακτήρα. Και θέμα συντρόφου. Με τη Μαρία τη γυναίκα μου ταιριάζουμε πολύ σε αυτό. Ποτέ δεν δώσαμε δικαιώματα και πάντα ήμαστε αγαπημένοι. Εχουμε 3 παιδιά, μια δεμένη οικογένεια. Αν αρχίσεις να τσιλιμπουρδίζεις και να μπερδεύεις δουλειά με σχέσεις, έχει χαθεί η μπάλα. Ποτέ μου δεν ενδιαφέρθηκα να ανακατέψω τη δουλειά με ο,τιδήποτε άλλο. Και έτσι έμεινα έξω από όλα αυτά», μου απαντά αφοπλιστικά και προσθέτει: «τώρα όλοι παντρεύονται, χωρίζουν. Οι σχέσεις είναι περιστασιακές και μοιάζει σαν τίποτα να μην κρατάει. Είχα γράψει και ένα τραγούδι για αυτό. Δεν έγινε …μεγάλη επιτυχία, άλλα είναι… προφητικό, λέει : Δε φταίμε εμείς/ φταίει η αγάπη που ξεφτίζει σαν φτερό/ δε φταίει κανείς/ φταιν’ οι καρδιές που δεν αντέχουν στον καιρό. Τον ακούω να τραγουδάει a capela στο αίθριο του Καφέ Κήπος και θυμάμαι την τελευταία φορά που τον είχα δει να τραγουδά. Ηταν στο “Ταμπού”, σε μια συνεργασία του με τον Στέφανο Κορκολή.

Γιατί δεν υπάρχουν και σήμερα τραγούδια όπως το “μάθημα σολφέζ”, ο “ανθρωπάκος”, “η 11η εντολή”, που όσα χρόνια και να περάσουν, μόλις ακούσουμε τη μουσική τους, πάντα τα σιγοτραγουδάμε;

Η τεχνολογία ήταν εκείνη που άλλαξε τα πράγματα. Με την τεχνολογία μπορούσε ο καθένας να φτιάξει μια μελωδία. Κάπως έτσι άλλαξε η μελωδική αντίληψη και έγινε πιο “τεχνοκρατική”. Για να φτιάξουμε εμείς ένα τραγούδι, χρειαζόταν να συνεργαστούμε τουλάχιστον 3 άνθρωποι. Ενας έγραφε τους στίχους, ένας τη μουσική, ένας τραγουδούσε. Κάθε τραγούδι έκλεινε μέσα του το καλύτερο από 3 ανθρώπους. Κάθε κομμάτι έβγαινε μέσα από ωριμότητα και πάντρεμα αξιών. Και μετά ήταν ο παραγωγός. Ένα τρίτο αυτί που άκουγε το αποτέλεσμα και μας έλεγε «μήπως να αλλάξουμε κάτι εδώ; δείτε πάλι αυτό το σημείο…». Σήμερα τα τραγούδια είναι έρμαια της προχειρότητας. Δεν είναι δυνατόν ένας μόνο άνθρωπος να τα κάνει όλα. Και να γράφει στίχους και να γράφει μουσική και να τραγουδάει. Η μάλλον είναι δυνατόν, αλλά το τραγούδι που θα προκύψει δεν είναι σαν και αυτά που “δουλεύονταν” από τόσους ανθρώπους. Είναι λογικό.

Δυο από τα τρία παιδιά σας ζουν και δουλεύουν στο εξωτερικό. Τι θα συμβουλεύατε κάποιο παιδί που θα σας έλεγε σήμερα πως θέλει να ασχοληθεί με το τραγούδι;

«Θα του έλεγα ό,τι είπα και στο Χρήστο (σ.σ: τον γιο του), “Να πάει στη Σιγκαπούρη”», μου λέει γελώντας. «Οταν ο Χρήστος μου είπε πως ήθελε να ασχοληθεί με το τραγούδι, δεν μπορούσα φυσικά να τον αποτρέψω, του είπα όμως πως πρώτα θα πρέπει να σπουδάσει κάτι και να πάρει ένα πτυχίο. Ευτυχώς με άκουσε. Καριέρα στο τραγούδι δεν έκανε τελικά, όχι γιατί δεν το άξιζε, αλλά γιατί η κατάσταση δεν το ευνοεί. Και τελικά πήγε στη Σιγκαπούρη, και εργάστηκε σε μια ναυτιλιακή εταιρεία. Τώρα είναι στο Λονδίνο και εργάζεται στα ναυτιλιακά. Σήμερα, όσοι λένε πως θέλουν να γίνουν τραγουδιστές ψάχνουν για εύκολο χρήμα και γρήγορη δόξα. Γι αυτό και έχουν “επιτυχία” όλα αυτά τα reality τραγουδιού. Από εκεί όμως σχεδόν όλοι βγαίνουν καλλιτεχνικά “πτώματα”, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Στην πραγματικότητα αυτά τα reality στερούν από τα παιδιά το όνειρο. Τους στερούν το άλλοθι της ευκαιρίας. Δεν μπορούν καν να πουν αυτά τα παιδιά πως δεν είχαν μια ευκαιρία. Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις όσων έκαναν καριέρα μέσα από αυτα τα παιχνίδια.

Υπάρχει κάτι για το οποίο να έχετε μετανιώσει; Κάποιο απωθημένο για μια δουλειά, για μια συνεργασία που για κάποιον λόγο δεν κάνατε;

Σκέφτεται αρκετά λεπτά και μου λέει «όχι, όχι ό,τι έκανα ήταν μετά από μεγάλη σκέψη, Και οι συνεργασίες μου και οι δουλειές μου, όλα. Ενα πράγμα είναι μόνο που με “τσιγκλάει” και θα με “τσιγκλάει” πάντα. Μου είχαν πει κάποτε πως έπρεπε να φύγω στο εξωτερικό. Πως εκεί θα έκανα πραγματικά μεγάλη καριέρα. Ομως ο έρωτας με κράτησε εδώ. Ηθελα να είμαι με τη Μαρία, με τα παιδιά μου. Εβαλα πάνω από όλα την οικογένειά μου. Και να σου πω και κάτι; Πες ότι πήγαινα έξω και τελικά έκανα τεράστια καριέρα. Μπορεί όμως να μην ήμουν με τη Μαρία, να είχαμε χωρίσει, ή τα παιδιά μου να είχαν διάφορα προβλήματα όπως τα παιδιά των πολύ διασήμων που βλέπουμε και λυπόμαστε. Δεν αλλάζω την απόφασή μου. Με τρώει το τι θα γινόταν “αν” αλλά η ζωή δεν προχωράει με τα “αν”.

Πείτε μου μια δουλειά σας που θα θέλατε να επαναλάβετε. Που σας στιγμάτισε και τη θυμάστε με αγάπη και νοσταλγία.

«Τη συναυλία που έκανα στις πυραμίδες της Αιγύπτου» μου απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη. «Τον “Μέγα Αλέξανδρο”. Ήταν ένα μαγικό συναίσθημα: βρισκόμουν στο χώρο απ’ όπου πέρασε ο Μέγας Αλέξανδρος, είχα περί τα 180 άτομα παγκοσμίου φήμης που διεύθυνα και ακουγόταν το έργο μου σε χιλιάδες θεατές. Ηταν ένας ευτυχισμένα ανατριχιαστικός χώρος. Συναισθηματικά φορτισμένος…».

Και η όπερα El Greco; Τι γίνεται με αυτή τη δουλειά;

Είχαμε κάνει πρόβες, το έργο είναι σχεδόν έτοιμο. Δυστυχώς έχει “κολλήσει” στα γραφειοκρατικά. Έπρεπε ήδη να έχει ανεβεί. Όμως υπάρχουν “κολλήματα” που ελπίζω να ξεπεραστούν και μέσα στο 2015 να παρουσιαστεί. Είναι υπέροχη δουλειά.

Εχετε μια εγγονή από την Αννα, και τον μικρό Γιώργο από τη Μαργαρίτα. Τι ειναι εκείνο που εύχεστε να “κλέψουν” τα εγγόνια σας από σας;Κάτι χαρακτηριστικό από τον παππού τους που θα θέλατε με την ψυχή σας να έχουν τα εγγόνια σας.

Χαμογελά, βλέπω εκείνη τη λάμψη στα μάτια του, τη λάμψη που όλοι οι περήφανοι μπαμπάδες και παπούδες έχουν, και μου απαντά με καμάρι «ο εγγονός μου ο Γιώργος, έχει εμφανισιακά τον τύπο του Μακεδόνα», «σας μοιάζει πολύ» του λέω. «Η Μάρω πάλι (σ.σ: η εγγονή του) εύχομαι να πάρει από τη Μαρία (σ.σ: τη γυναίκα του) την ικανότητα να φτιάξει μια υπέροχη και δεμένη οικογένεια».


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα