Τα καλά μαντάτα των προηγούμενων εβδομάδων θολώνουν με την τακτική των γραφείων διανομής να προωθούν έναν υπερπληθωρισμό νέων ταινιών, που καίνε ορισμένες καλές ταινίες χωρίς να προλαβαίνουν να κάνουν τον κύκλο τους. Αυτή την εβδομάδα στα σινεμά της πόλης προβάλλονται δραματικό θρίλερ Το Κοστούμι (The Outfit), η περιπέτεια, αμερικανικής παραγωγής Κώδικας: Εκδίκηση (The Protégé) κ.α
Σμύρνη μου Αγαπημένη
Μία από τις επιτυχίες τής χρονιάς, για την ελληνική παραγωγή, πίσω από τον “Άνθρωπο του Θεού”, σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Καραντινάκη, επιστρέφει, για έναν ακόμη γύρο προβολών, με νέο μοντάζ, ταιριαστό με τα θερινά σινεμά, καθώς η διάρκεια της φιλόδοξης ταινίας περιορίζεται στις δυο ώρες. Η Μιμή Ντενίση, παραγωγός και ψυχή τής ταινίας, μαζί με ένα πολυπρόσωπο επιτελείο ηθοποιών, μας θυμίζει τη Μικρασιατική Καταστροφή, 100 χρόνια από το ιστορικό γεγονός που εξακολουθεί να συγκινεί, όπως είναι λογικό, όλους τους Έλληνες.
Το Κοστούμι (The Outfit)
Δραματικό θρίλερ, αμερικανικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Γκρέιαμ Μουρ, με τους Μαρκ Ράιλανς, Ντίλαν Ο’Μπράιαν, Ζόι Ντόιτς, Τζόνι Φλιν, Σάιμον Ράσελ Μπιν κ.ά.
Υπερφιλόδοξο γκανγκστερικό φιλμ εποχής, που διαθέτει μία ιδιαιτέρως φροντισμένη παραγωγή, μία καλή, σε γενικές γραμμές, σκηνοθεσία, με ξεχωριστό πρωταγωνιστή και θεατρικές καταβολές, καλές ερμηνείες και ένα συντακτικά άρτιο σενάριο. Ωστόσο, το φιλμ δεν λειτουργεί συνολικά, μένεις με την απορία γιατί δεν πείθει και κυρίως γιατί στο τέλος σε αφήνει σχεδόν αδιάφορο.
Το φιλμ, ένας συνδυασμός δράματος, θρίλερ και μυστηρίου, έχει να κάνει με γκάνγκστερ, στο Σικάγο της δεκαετίας του ’50, που έχουν ως βιτρίνα έναν Άγγλο μετρ της ραπτικής ανδρικών κουστουμιών και το μικρό ραφτάδικό του, για να κάνουν τις βρομοδουλειές τους, και όταν φτάνει η ώρα για ένα ξεκαθάρισμα μεταξύ των συμμοριών όλα ανατρέπονται, μετά από ένα απρόσμενο αιματοκύλισμα.
Ο γνωστός σεναριογράφος Γκρέιαμ Μουρ (Όσκαρ σεναρίου για το “Παιχνίδι της Μίμησης”), που εκτός από τη σκηνοθεσία υπογράφει και το σενάριο -όπως είναι λογικό, δίνει την αίσθηση ότι κάποια στιγμή τυφλώνεται και δεν βλέπει ότι το καλογραμμένο κείμενο είναι εντελώς αφελές, καθώς η ίντριγκα που στήνει, μια παγίδα τού ράφτη στους γκάνγκστερ, στηρίζεται σε αστάθμητους παράγοντες, που όλοι λειτουργούν υπέρ του και είναι αδιανόητο να είχε προβλέψει. Επιπλέον, από την αρχή, με ένα κρεσέντο αχρείαστης φλυαρίας, δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για θεατρικό έργο -μια αίσθηση που ενισχύεται και από το ότι η ταινία εκτυλίσσεται εξ ολοκλήρου μέσα στο μικρό ραφτάδικο- και κάνοντας, μάλιστα, ό,τι μπορεί για να τονίσει τη θεατρικότητα του φιλμ. Μία επιλογή ή μία στραβωμάρα που ρίχνει κι άλλο το επίπεδο της ταινίας, απομακρύνεται κι άλλο από την αληθοφάνεια, με τον θεατή να περιμένει κάποια στιγμή να ανάψουν τα φώτα και να φανεί το θεατρικό σανίδι και οι γκουίντες.
Από κει και πέρα υπάρχουν κάποιοι πνευματώδεις διάλογοι («από το Λονδίνο δεν με έδιωξε ο πόλεμος αλλά το μπλου τζιν»), οι καλές -αλλά θεατρικές- ερμηνείες, τα καλοραμμένα κοστούμια εποχής και βεβαίως η τελική ανατροπή στο φινάλε -που, κακά τα ψέματα, όσο και αν μοιάζει ευφάνταστη, δεν πείθει καθόλου.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Μαρκ Ράιλανς, μπορεί να δείχνει την υποκριτική του παιδεία και να έχει την άνεση να μην θέλει να αποδείξει τίποτα, αλλά η γενικότερη θεατρική δομή και το ύφος της ταινίας δεν τον αφήνουν να αναπνεύσει και να αναδείξει τον μυστηριώδη χαρακτήρα του φιλήσυχου, τρομαγμένου ανθρώπου που κρύβει κάτι σοβαρό από το παρελθόν του. Συμπαθητικές και οι άλλες ερμηνείες, με καλύτερη σαφώς του αρχιμαφιόζου, που υποδύεται ο Σάιμον Ράσελ Μπιλ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ:
Ο Λέοναρντ αφιέρωσε δεκαετίες από τη ζωή του για να εξελιχθεί σε έναν εξειδικευμένο και περιζήτητο τεχνίτη στο Λονδίνο, αλλά όταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος άφησε το Λονδίνο χρεοκοπημένο, ο ίδιος έφυγε για την Αμερική. Στο Σικάγο, διατηρεί ένα μικρό γωνιακό κατάστημα για τους μόνους ανθρώπους που μπορούν να αντέξουν οικονομικά τα κοστούμια του -μια οικογένεια γκάνγκστερ. Καθώς ξεσπάει ένας πόλεμος συμμοριών, οι καχυποψίες για την ύπαρξη ενός χαφιέ πολλαπλασιάζονται και το κυνήγι του χαφιέ αρχίζει να επικεντρώνεται στους ανθρώπους μέσα στο κατάστημα του ράφτη, σε μια μοιραία νύχτα με πολλές ανατροπές.
Κώδικας: Εκδίκηση
(The Protégé)
Περιπέτεια, αμερικανικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Μάρτιν Κάμπελ, με τους Μάγκι Κιου, Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Μάικλ Κίτον, Ρόμπερτ Πάτρικ, Ρέι Φίρον, Γκονγκ Λι κ.ά.
Ακόμη μία βίαιη περιπέτεια εκδίκησης, που κατακλύζεται από χορογραφημένα φονικά, τη γνωστή βωμολοχία και το χιούμορ που πολλές φορές είναι φτηνό σαν αποσμητικό σε στρατώνα νεοσυλλέκτων της δεκαετίας του ’70. Άλλωστε, η ταινία του έμπειρου στο είδος Μάρτιν Κάμπελ απευθύνεται κυρίως στο νεανικό κοινό, που λίγο πολύ βλέπει τον κινηματογράφο ως εκτόνωση.
Έχοντας μια υποτυπώδη ιστορία, που πολλές φορές χάνει κάθε ίχνος αληθοφάνειας, με μια σούπερ ντούπερ πληρωμένη δολοφόνο να θέλει να εκδικηθεί τον βάναυσο φόνο του μέντορά της, θρυλικού, επίσης, δολοφόνου, που την έσωσε όταν ήταν παιδί και στη συνέχεια της έμαθε τη “δουλειά”, ο Κάμπελ γεμίζει από το πρώτο λεπτό το φιλμ του με φονικά, αλλά και με παραδοξολογίες, όπως αυτή της υπερβολικής γνώσης της λογοτεχνίας από το δολοφονικό δίδυμο.
Και μπορεί να ξεκινά κάπως ενθαρρυντικά η ταινία, που θα ήθελε να είναι ένα απενοχοποιημένο διασκεδαστικό φιλμ δράσης, αλλά όσο αυτό προχωρά χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα, το ένα αιματοκύλισμα διαδέχεται το άλλο και στο τέλος προσπαθείς να θυμηθείς για ποιο λόγο έγιναν όλα, ενώ δεν λείπουν και τα κλισέ του είδους. Τουλάχιστον η ταινία αποφεύγει τη σοβαροφάνεια και τις ηθικολογικές παγίδες, ενώ θα πρέπει να αναφερθεί ότι το φινάλε αφήνει ανοικτό για μία ακόμη τουλάχιστον συνέχεια.
Η Μάγκι Κιου, διεκπεραιώνει με άνεση το ρόλο τής επαγγελματία δολοφόνου, ο Σάμιουελ Τζάκσον ως μέντοράς της στα όρια του γραφικού και ο Μάικλ Κίτον περνά σχεδόν αδιάφορος.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: Η Άννα έχει εξελιχθεί στην πιο εξειδικευμένη δολοφόνο στον κόσμο, αφού εκπαιδεύτηκε από τον θρυλικό δολοφόνο Μούντι που τη διέσωσε όταν εκείνη ήταν παιδί. Όταν ο Μούντι -ο άντρας που ήταν σαν πατέρας της και της έμαθε όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζει για την εμπιστοσύνη και την επιβίωση- σκοτώνεται βάναυσα, η Άννα ορκίζεται εκδίκηση. Καθώς εμπλέκεται με έναν αινιγματικό δολοφόνο που δεν θα της κρύψει την έλξη του προς εκείνη, η αντιπαράθεση τους γίνεται θανατηφόρα.