» Ματιές στην οθόνη των σινεμά της πόλης
“Emma”
(“Emma”) Κομεντί εποχής, βρετανικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Ότομ Ντε Γουάιλντ, με τους Άνια Τέιλορ Τζόι, Τζόνι Φλιν, Μπιλ Νάι, Μία Γκοθ, Μιράντα Χαρτ, Τζος Ο’ Κόνορ, Κάλουμ Τέρνερ, Ρούπερτ Γκρέιβς, Τζέμα Γουίλαν, Άμπερ Άντερσον, Τάνια Ρέινολντς κ.ά.
Η Τζέιν Όστιν και το πολυδιαβασμένο βιβλίο της μεταφέρεται στον κινηματογράφο από την Ότομ Ντε Γουάιλντ, η οποία μαζί με τους ανθρώπους τής παραγωγής έκανε αρκετά καλή δουλειά στον τομέα της ανασύστασης της εποχής. Υπέροχα κοστούμια και σκηνικά και έμφαση στη δημιουργία ενός πολύχρωμου λαμπερού καμβά, όπου αναπτύσσεται η ιστορία της Έμμα, μίας κακομαθημένης όμορφης κοπέλας που ωριμάζει μέσα από μία συναισθηματική περιπέτεια και καταλήγει στο μόνιμο γιατρικό, την αγάπη.
Το φιλμ βλέπεται ευχάριστα, το κωμικό δένει σε μεγάλο βαθμό με το δραματικό, η Άνια Τέιλορ Τζόι, έχει άπλετο χώρο για να αναδείξει τη χάρη της, αν και ορισμένες φορές μοιάζει περισσότερο ψυχρή και απόμακρη από εγωκεντρική και εύθυμα επιπόλαιη κοπέλα.
Και μπορεί σχεδόν όλα να λειτουργούν ιδανικά, σε αυτή την εύπεπτη κομεντί εποχής, αναδεικνύοντας σε μεγάλο βαθμό και το πνεύμα του βιβλίου, με την απεξάρτηση των γυναικών από τον γάμο που θα τους εξασφαλίσει κοινωνικό κύρος και οικονομική ασφάλεια, αλλά είναι εμφανές ότι λείπει το βάθος της κινηματογραφικής παιδείας και η ξεχωριστή έμπνευση, καθώς και ότι δεν υπάρχει η διάθεση για να γίνει το χαριτωμένο στόρι η αφορμή για να εμβαθύνει η ταινία στη θέση της γυναίκας σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, σε έναν κόσμο αδικίας και όλα αυτά που καθορίζουν τα διαχρονικά στερεότυπα γύρω από το γυναικείο φύλλο.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: Γοητευτική, έξυπνη και πλούσια, η Έμμα είναι μια ανήσυχη “βασίλισσα των μελισσών” χωρίς ανταγωνισμό σε μια μικρή, σχεδόν βαρετή πόλη. Σε αυτήν την απαστράπτουσα σάτιρα κοινωνικών τάξεων και ενηλικίωσης, η Έμμα πρέπει να περιπλανηθεί, να λάβει μέρος σε «πειραγμένους» αγώνες και να κάνει λάθος βήματα, για να βρει την αγάπη που υπήρχε εκεί από την αρχή.
“Αγώνας Για Δικαιοσύνη”
(“Just Mercy”) Δικαστικό δράμα, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον, με τους Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, Τζέιμι Φοξ , Μπρι Λάρσον, Ρομπ Μόργκαν, Τιμ Μπλέικ Νέλσον κ.ά.
Ενδιαφέρον αντιρατσιστικό δικαστικό δράμα, που βασίζεται σε αληθινή ιστορία και που δεν περιορίζεται στο ρατσισμό του αμερικανικού νότου, αλλά θέλει να μιλήσει για ακόμη πολλά θέματα, όπως είναι η δικαιοσύνη και το βαρύ αγκυλωμένο σύστημά της, τα ΜΜΕ, τις θανατικές ποινές, καθώς και την ανάδειξη των χαρακτηριστικών που διαθέτουν οι καταπιεσμένοι Αφροαμερικάνοι. Ίσως για αυτό το λόγο και η 130λεπτη ταινία ορισμένες φορές κάνει κοιλιά και αποπροσανατολίζει το θεατή από την ουσία της, που είναι η απάνθρωπη αδικία, αλλά και η κατανόηση του τι έχουν τραβήξει για αιώνες οι Αφροαμερικάνοι από τη λευκή ισχύ.
Για όσους λατρεύουν το συγκεκριμένο είδος θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η ταινία του Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον δεν είναι ούτε “Ο Μισισιπής Καίγεται”, με Τζιν Χάκμαν, ούτε “Η Ιστορία ενός Εγκλήματος”, με Σίντνεϊ Πουατιέ. Ίσως γιατί ο Κρέτον επιχειρεί να είναι πιο κοντά σε μία ρεαλιστική προσέγγιση της ιστορίας του. Ο Κρέτον σπαταλά πολλές φορές χρόνο για να αναδείξει το νομικό λαβύρινθο των ΗΠΑ, εστιάζει περισσότερο στη νομική αντιμετώπιση του θέματος, ενώ προτιμά να μην σηκώνει την ένταση ισορροπώντας δύσκολα μεταξύ ρεαλισμού και τη σιγουριά της ακαδημαϊκής κινηματογράφησης. Ο πρωταγωνιστής Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, δεν θέλει να γίνει ένας νέος Σίντνεϊ Πουατιέ, αλλά ένας χαμηλών τόνων άνθρωπος που νοιάζεται τους συνάνθρωπούς του και πιστεύει στη νομική και στη δικαιοσύνη, αν και ορισμένες φορές αδυνατεί να εξωτερικεύσει όλα αυτά που τον πληγώνουν, ενώ ο Τζέιμι Φοξ, στο ρόλο του θανατοποινίτη, στιβαρός και συγκρατημένος κρατά το μοτίβο της συγκίνησης χωρίς υπερβολές και εύκολες λύσεις.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: Μετά την αποφοίτησή του από το Χάρβαρντ, ο νεαρός δικηγόρος Μπράιαν Στίβενσον θα μπορούσε να είχε επιλέξει μια προσοδοφόρα επαγγελματική πορεία. Αντίθετα, κατευθύνεται στην Αλαμπάμα προκειμένου να υπερασπιστεί όσους καταδικάζονται άδικα, έχοντας την υποστήριξη της δικηγόρου Εύα Άνσλεϊ. Μία από τις πρώτες και πιο εκρηκτικές υποθέσεις που αναλαμβάνει, είναι εκείνη του Γουόλτερ ΜακΜίλαν, που το 1987 καταδικάζεται σε θάνατο για την περιβόητη δολοφονία ενός 18χρονου κοριτσιού, παρά την ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων για την αθωότητά του και του γεγονότος ότι η μόνη μαρτυρία εναντίον του ήταν από έναν εγκληματία που είχε κίνητρο να αποκρύψει την αλήθεια. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Μπράιαν εμπλέκεται σε έναν λαβύρινθο νομικών και πολιτικών παρασκηνίων, και απροκάλυπτου και αναίσχυντου ρατσισμού, καθώς παλεύει για τον Γουόλτερ και άλλους σαν αυτόν, με τις πιθανότητες -και το σύστημα- να είναι εναντίον τους.
“Οι Monos”
(“Monos”) Δραματικό θρίλερ, κολομβιανής και πολυεθνικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Αλεχάντρο Λάντες, με τους Σοφία Μπουεναβεντούρα, Χουλίαν Χιράλντο, Κάρεν Κιντέρο Λόρα Κατριγιόν, Τζουλιάν Νίκολσον. Ντέιμπι Ρουέντα, Σναίντερ Κάστρο κ.ά.
Άκρως ενδιαφέρουσα ταινία, που φτάνει στα όρια της κινηματογραφικής εμπειρίας από την τεχνική αρτιότητά της, τα εμπνευσμένα πλάνα που συνεπαίρνουν, το υποβλητικό κλίμα, τους δουλεμένους χαρακτήρες και μια υπέροχη μουσική.
Μια ταινία που φέρνει στο μυαλό, αλλά δεν αντιγράφει αριστουργήματα όπως “Αποκάλυψη Τώρα”, “Αγκίρε” και “Άρχοντα των Μυγών”.
Η ταινία, έχοντας κερδίσει αρκετά βραβεία στα φεστιβάλ του εξωτερικού αποτέλεσε και επίσημη πρόταση της Κολομβίας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, αλλά μάλλον στάθηκε βαριά για το στομάχι των μελών της Ακαδημίας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: Μια ομάδα εφήβων αγοριών και κοριτσιών ζουν σαν στρατιώτες σε ένα οροπέδιο στα επιβλητικά βουνά της Κολομβίας και έχουν δύο αποστολές: Να προσέχουν την Αμερικανίδα όμηρό τους και να διατηρούν στην ζωή μια αγελάδα σημαντική για την επιβίωσή τους. Όμως τα πράγματα αρχίζουν να πηγαίνουν πολύ στραβά…