» Ματιές στην οθόνη των σινεμά της πόλης
“Συνώνυμα”
(“Synonymes”) Δραματική ταινία, ισραηλινής και γαλλικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Ναντάβ Λαπίντ, με τους Τομ Μερσιέ, Κουεντίν Ντολμέρ, Λουίζ Σεβιλότ
Μία πρωτότυπη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιδέα, ένα αντισυμβατικό δράμα από το Ισραήλ, που μπλέκει με σουρεαλιστικά επεισόδια και που τελικά εξαντλείται σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο αλλοπρόσαλλων καταστάσεων και εμμονών, υπονομεύοντας την αρχική ιδέα και αφήνοντας μια αίσθηση πλαδαρότητας, άνευ λόγου και αιτίας.
Ο Λαπίντ, θυμάται κάποιες από τις δικές του περιπέτειες όταν αποφάσισε να φύγει από το Ισραήλ, για να εγκατασταθεί στο Παρίσι και το εμπλουτίζει με σκετς καθημερινής τρέλας. Έχει για ήρωα ένα νεαρό, τον Γιοάβ, που μισεί τη χώρα του όσο τίποτα άλλο και που αφήνει τα στρατόπεδα εκπαίδευσης του Ισραήλ, σαλεμένος, για να φτάσει κυνηγημένος στο Παρίσι, θέλοντας να αλλάξει το πεπρωμένο του. Αρνείται να μιλήσει εβραϊκά, προσπαθώντας να μάθει γαλλικά, χρησιμοποιώντας ένα φορητό λεξικό και επαναλαμβάνοντας συνεχώς λύματα της γαλλικής, αποφεύγει τους συμπατριώτες του, που του θυμίζουν τον άκρατο μιλιταρισμό της χώρας του και αρνείται ακόμη και τον ίδιο τον πατέρα του.
Πολύ γρήγορα όμως θα αρχίσει να μπαίνει σε επεισόδια, τα περισσότερα απ’ τα οποία είναι αδιάφορα και πολύ γρήγορα ο θεατής αρχίζει να αναμετράται με τον χρόνο, κοιτώντας μια το πανί και μια το ρολόι του. Ο ήρωας θα μπλέξει σε καυγάδες, θα μπει σε ένα ερωτικό τρίγωνο, θα ποζάρει γυμνός σε έναν λιγδιάρη καλλιτέχνη, επαναλαμβάνει συνεχώς ιστορίες από τη ζωή του στο Ισραήλ, θα απαγγείλει τη Μασσαλιώτιδα, θα περιπλανηθεί στο τουριστικό Παρίσι και γενικώς θα παρλάρει επί παντός επιστητού.
Η κριτική επιτροπή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου βράβευσε με την Χρυσή Άρκτο την ταινία του Λαπίντ, δείχνοντας και τη γενικότερη αγωνία των φεστιβάλ να επιβραβεύουν πρωτότυπες ιδέες, που ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα, αλλά μάλλον χάθηκαν στη μετάφραση του τι σημαίνει σινεμά. Και σινεμά σημαίνει πρωτίστως αφήγηση, δηλαδή το πιο αδύναμο στοιχείο της ταινίας του Λαπίντ, αφού δεν μπορεί να βρει τον τρόπο να συνδυάσει την παρωδία με τη σοβαρότητα του θέματός του, χάνει τα όρια και την ουσία του θέματός του.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: Ο Γιόαβ, ένας νεαρός Ισραηλινός, είναι αποφασισμένος να αποκηρύξει την εθνικότητα του και να γίνει Γάλλος. Στο Παρίσι, εγκαταλείπει τη γλώσσα του και με τη βοήθεια ενός λεξικού επιχειρεί με κάθε τρόπο να επινοήσει μια νέα ταυτότητα για τον εαυτό του.
“Δυστυχώς Απουσιάζατε”
(“Sorry We Missed You”) Δραματική κοινωνική ταινία, βρετανικής (γαλλικής και βελγικής) παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Κεν Λόουτς, με τους Κρις Χίτσεν, Ντέμπι Χάνιγουντ, Ρις Στόουν, Κέιτι Πρόκτορ, Μαρκ Μπερνς κα.
Ένας από τους ελάχιστους εναπομείναντες ιδεολόγους του σινεμά, που συνεχίζει να μιλά για την εργατική τάξη και όλα αυτά που τη θέλουν σαν φρέσκο κρέας στην κρεατομηχανή ενός άγριου καπιταλιστικού συστήματος και που πάντα προσπαθεί να αφυπνίσει συνειδήσεις, επιστρέφει με μία ακόμη καθημερινή απλή ιστορία, αλλά βάζοντας όπως συνηθίζει, όλη του την ψυχή και την αφηγηματική του ικανότητα.
Ο Κεν Λόουτς, μαζί με τον μόνιμο στενό συνεργάτη του στο σενάριο Πολ Λάβερτι, μέσα από ένα οικογενειακό δράμα μιλά για την απελπισία ενός ανθρώπου που προσπαθεί να ξεφύγει από τη μοίρα που του έχει επιβάλει η άρχουσα βρετανική τάξη τζογάροντας ότι έχει και δεν έχει για να γίνει αφεντικό του εαυτού του, κυνηγώντας το καρότο της καλύτερης ζωής χωρίς να το φτάνει ποτέ. Ένας ξεζουμισμένος οικογενειάρχης αναλαμβάνει ευθύνες και υποχρεώσεις δυσανάλογες των αντοχών του, για να βρεθεί αντιμέτωπος και με την οικογένειά του, που κι αυτή δεν αντέχει άλλο να βουλιάζει στα λιμνάζοντα νερά, παίρνοντας που και που μικρές ανάσες. Αυτές οι ανάσες που βγαίνουν από την αγάπη, το αυθεντικό συναίσθημα των απλών ανθρώπων και που δίνουν στην ταινία μια μοναδική γλυκύτητα, η οποία κάνει το σινεμά του Λόουτς να ξεχωρίζει. Και μαζί να κάνει την ιστορία του οικεία σε όλους μας, βλέποντας στην οθόνη τη ζωή μας ή τη ζωή των διπλανών μας. Αυτά που γνωρίζουμε ή ακούμε καθημερινά και αποσβολωμένοι τα δεχόμαστε σαν φυσικό φαινόμενο, σαν μια θύελλα που πρέπει να περάσει. Πάντα από πάνω μας.
Η ταινία του Λόουτς μπορεί να μην έχει την αίγλη των περασμένων αριστουργημάτων του («Εγώ ο Ντάνιελ Μπλέικ», «Ο Άνεμος Χορεύει το Κριθάρι»), να χάνει στην κορύφωση του δράματος και να υπάρχει το στοιχείο της επανάληψης, αλλά καταφέρνει για μια ακόμη φορά με τη νατουραλιστική του αφήγηση να κερδίζει το στοίχημα και να συγκινεί αυθόρμητα με την απλότητά της.
Εξαιρετικές ερμηνείες απ’ όλο το – σχεδόν άγνωστο – καστ, που οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην ιδιαίτερη ικανότητα του Λόουτς, έναν μάστορα στο χειρισμό των ηθοποιών και στην ταύτισή τους με τους χαρακτήρες που υποδύονται.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: Ο Ρίκι, η Αμπι και τα δύο τους παιδιά ζουν στο Νιουκάστλ. Είναι μια δεμένη οικογένεια και ο ένας νοιάζεται για τον άλλον. Ο Ρίκι αλλάζει δουλειές, ενώ η Άμπι που αγαπά τη δική της, προσέχει ηλικιωμένους. Παρόλο που δουλεύουν όλο και περισσότερες ώρες, όλο και πιο σκληρά, συνειδητοποιούν ότι ποτέ δεν θα αποκτήσουν το δικό τους σπίτι. Όταν προκύπτει μια χρυσή ευκαιρία, η Άμπι πουλάει το αυτοκίνητο της και ο Ρίκι αγοράζει ένα ολοκαίνουριο φορτηγάκι για να δουλέψει ως αυτοαπασχολούμενος μεταφορέας. O μοντέρνος κόσμος έχει τις επιπτώσεις του σε αυτές τις τέσσερις ψυχές μέσα στην ίδια τους την κουζίνα.
“Η Οικογένεια Ανταμς”
(“The Addams Family”) Ταινία κινουμένων σχεδίων, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Κόνραντ Βέρνον και Γκρεγκ Τίρναν.
Αδιάφορο ψηφιακό animation που δεν έχει κάτι να προσθέσει στην ιστορία της γνωστής εκκεντρικής οικογένειας, παρά την καλή δουλειά που έχει γίνει σε τεχνικό επίπεδο. Ένα φιλμ περισσότερο για όλη την οικογένεια και γι’ αυτό προβάλλεται και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά αλλά και σε 3D.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: Ένα… διαβολικό γύρισμα της μοίρας και η real estate δραστηριότητα μιας τηλεπερσόνας, θα οδηγήσουν τη λατρεμένη οικογένεια στο επίκεντρο ενός τυπικού, ασφαλούς και «καθαρού» προαστίου και τη μεγάλη κόρη σε ένα συμβατικό δημόσιο σχολείο. Φυσικά, οι Άνταμς δεν θα δυσκολευτούν να προσαρμοστούν σε κάθε νέα συνθήκη της γειτονιάς τους, αλλά οι γείτονές τους, οι συμμαθητές της μικρής και ο κοινωνικός περίγυρος, δεν θα αντέξουν και πολύ την εκκεντρικότητα και το goth μεγαλείο της αξιαγάπητης αλλά και ανατριχιαστικής οικογένειας.
ΧΑΡΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ / ΑΠΕ – ΜΠΕ