Πέμπτη, 14 Νοεμβρίου, 2024

Ταμιευτήρας 13

» Jon McGregor (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδόσεις Άγρα)

Μαζεύτηκαν στο πάρκινγκ λίγο πριν χαράξει και περίμεναν να τους πουν τι να κάνουν. Έκανε κρύο και δεν ακούγονταν πολλές κουβέντες. Υπήρχαν ερωτήσεις που δεν έγιναν. Το όνομα του αγνοούμενου κοριτσιού ήταν Ρεμπέκκα Σω. Την τελευταία φορά που την είδαν φορούσε ένα λευκό φούτερ με κουκούλα. Στον χερσότοπο είχε απλωθεί μια χαμηλή πάχνη και το έδαφος ήταν σκληρό και παγωμένο. Τους δόθηκαν οδηγίες και έπειτα ξεκίνησαν, με τις αρβύλες τους να τρίζουν πάνω στο κοκαλωμένο έδαφος και τα ίχνη τους να χάνονται πίσω τους καθώς τα ρείκια τινάζονταν πίσω στις θέσεις τους. Το κορίτσι είχε ύψος ένα και εξηνταπέντε και σκουρόξανθα μαλλιά. Αγνοούνταν για ώρες.

Παραμονή πρωτοχρονιάς, η εξαφάνιση της δεκατριάχρονης Ρεμπέκκα Σω προκαλεί αναστάτωση στο Γκλάντστοουν, τα πυροτεχνήματα των τριγύρω κωμοπόλεων φώτισαν τον ουρανό μόλις άλλαξε ο χρόνος και αυτό ήταν, η χοροεσπερίδα αναβλήθηκε, παρότι, ένεκα των ημερών, το Γκλάντστοουν ήταν γεμάτο κόσμο. Κανείς δεν είχε διάθεση για χαρές και πανηγύρια. Το κορίτσι δεν ήταν από εκείνα τα μέρη, βρισκόταν εκεί με τους γονείς του για διακοπές. Όλα αυτά μαθεύτηκαν αργότερα, άλλα από επίσημες πηγές της αστυνομίας, άλλα από φήμες που δεν άργησαν να κυκλοφορήσουν, και δεν κόπασαν για καιρό να κυκλοφορούν. Τη στιγμή που κανείς δεν ασχολιόταν πια, όταν η ιστορία έμοιαζε να έχει περιέλθει στη λήθη, μια νέα φήμη αναζωπύρωνε το ενδιαφέρον.

Η εξαφάνιση ενός ανήλικου αποτελεί κοινή αρχή για πολλές ιστορίες μυστηρίου, από αυτές που τα τελευταία χρόνια ολοένα και συχνότερα εμφανίζονται στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Η έρευνα της αστυνομίας, η αγωνία για την τύχη του απαχθέντος, τα μυστικά που έρχονται στην επιφάνεια, τα κίνητρα των εμπλεκομένων και οι ανατροπές πριν από την τελική λύση είναι κάποια από τα απαραίτητα συστατικά. Η πλοκή περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από την έρευνα, οτιδήποτε άλλο συμβαίνει είτε εξυπηρετεί την προώθηση της πλοκής είτε είναι δευτερεύον και συμπληρωματικό. Η αρχή του Ταμιευτήρα 13 δημιουργεί προσδοκίες για μια τέτοιου τύπου ιστορία, όμως στόχος του ΜακΓκρέγκορ δεν είναι αυτός, η έρευνα μικρή πρόοδο θα κάνει και ο καιρός θα περνά. Εκείνο που απασχολεί τον γεννημένο στις Βερμούδες συγγραφέα είναι όσα συμβαίνουν ενώ κάποιος αγνοείται, καθώς θεωρεί την εξαφάνιση κάποιου εξίσου σημαντική με όσα ακολουθούν αυτής. Τη συγγραφική αυτή πρόθεση οφείλει να τη γνωρίζει ο υποψήφιος αναγνώστης, ιδιαίτερα εκείνος που δεν έχει υπόψη του το προηγούμενο έργο του ΜακΓκρέγκορ, καθώς κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπος με μια δυσάρεστη έκπληξη, την κατάρρευση των αναγνωστικών προσδοκιών.

Αναρωτιέμαι ποια μπορεί να είναι η ακριβής περιγραφή της πρόθεσης του ΜακΓκρέγκορ. Πώς μπορεί κανείς να περιγράψει συνοπτικά τον Ταμιευτήρα 13; Είναι μια αποδομημένη αστυνομική ιστορία; Είναι ένα πανοπτικό μέσα από το οποίο καταγράφεται με κάθε λεπτομέρεια η ζωή στο Γκλάντστοουν; Δεν είμαι σίγουρος. Δεν είμαι σίγουρος και για το αν μια απάντηση επ’ αυτού είναι εν τέλει απαραίτητη. Το σίγουρο είναι πως ο ΜακΓκρέγκορ επιχειρεί κάτι φιλόδοξο, αλλά και ριψοκίνδυνο ως προς την πρόσληψη του βιβλίου από το κοινό. Τοποθετεί το θέμα του στον πυρήνα της εκδοτικής μόδας, θαρρείς για να πει πως μετά από την εξαφάνιση κάποιου και παράλληλα με τις έρευνες για την εύρεσή του η ζωή συνεχίζεται, πράγματα συμβαίνουν και πως όσο απομακρύνεται κανείς από την εξαφάνιση, τόσο χωρικά, όσο και χρονικά, η επίδρασή της εξασθενεί. Απομακρυνόμενος από τη λογοτεχνία και πλησιάζοντας προς τη φιλοσοφία θα μπορούσε κανείς να αντικαταστήσει την ερωτηματική εξαφάνιση με την οριστική απώλεια, αποτυπώνοντας τη λαϊκή ρήση πως η ζωή συνεχίζεται.

Στον Ταμιευτήρα 13 δεν έχει σημασία το τι γίνεται αλλά το πώς. Φαντάζει κοινότοπο αλλά στην προκειμένη περίπτωση είναι ακριβές. Ο ΜακΓκρέγκορ, με τον γνώριμο τρόπο του, που θυμίζει ένα διαρκές, αργό, επικεντρωμένο στη λεπτομέρεια, κινηματογραφικό τράβελινγκ, επιχειρεί -και καταφέρνει- να συμπεριλάβει στο μυθιστόρημά του το σύνολο της ζωής στο Γκλάντστοουν από τη στιγμή της εξαφάνισης του κοριτσιού και ύστερα. Ακολουθεί τις εποχές του χρόνου, τους κύκλους των φυτών, τη ζωή ανθρώπων και ζώων, τη στιγμή που η εξαφάνιση στέκει εκεί, με την έρευνα ανοιχτή και σε εξέλιξη, με τις πληροφορίες και τα νεότερα στοιχεία να συσσωρεύονται. Η έρευνα για το εξαφανισμένο κορίτσι είναι το τυράκι στη φάκα, το απαιτούμενο εκείνο σασπένς με το οποίο ο συγγραφέας καθησυχάζει τη λαχτάρα του αναγνώστη για δράση και μυστήριο τη στιγμή που αργά και σταθερά τον συστήνει με τους δεκάδες ήρωές του, του γνωρίζει τις λεπτομέρειες της δικής τους ζωής, τον ξεναγεί στον τόπο, του υποδεικνύει τον δυσδιάκριτο στο απαίδευτο μάτι χαμό που διαδραματίζεται στο φυτικό και ζωικό βασίλειο, και κάπως έτσι ο αναγνώστης τα ερωτεύεται όλα αυτά, κάποιες ιστορίες περισσότερο και κάποιες άλλες λιγότερο, αδημονεί για την περιστροφή που θα του επιτρέψει να δει τι συνέβη τον επόμενο μήνα, την επόμενη χρονιά, θα εμπλακεί συναισθηματικά με τις αρχικά αδιάφορες ιστορίες των ανθρώπων του Γκλάντστοουν, που δεν έχουν τίποτα διαφορετικό να επιδείξουν από τις ιστορίες όλων των ανθρώπων, καθώς μοιράζονται κοινές αγωνίες, επιθυμίες, πάθη και απογοητεύσεις, όπως όλοι μας δηλαδή.

Στο συγγραφικό έργο του ΜακΓκρέγκορ σημαίνουσα θέση κατέχουν τα ασήμαντα πράγματα, τα κοινότοπα, καθημερινά και γι’ αυτό ιδιαιτέρως ανθρώπινα. Και αν προσομοιάσουμε την εξαφάνιση της Ρεμπέκκα Σω με μια φωτοβολίδα μέσα στη νύχτα, θα δούμε τον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τη λάμψη της βολίδας στον νυχτερινό ουρανό για να φωτίσει το μέρος, για να στρέψει προς τα εκεί το βλέμμα του αναγνώστη, το οποίο αρχικά -και αναμενόμενα- θα ακολουθήσει την πορεία της φλόγας, θαμπωμένο από την έντονη λάμψη, και όσο η βολίδα απομακρύνεται τόσο ο αναγνώστης θα παρατηρεί το περιβάλλον γύρω του, θα επικεντρώνεται σε λεπτομέρειες και θα στρέφει όλο και πιο σπάνια το βλέμμα προς τον ουρανό σε αναζήτηση της βολίδας, που, αφού πρώτα απόλεσε τη λάμψη της, τώρα παγώνει στην πλαγιά κάποιου λόφου.

Ο Ταμιευτήρας 13 είναι ένα βιβλίο που αναπόφευκτα διχάζει, γιατί, ακόμα και αν κάποιος διακρίνει τη συγγραφική πρόθεση και τη θαυμάσει, είναι πιθανό να μη βιώσει αναγνωστική απόλαυση εγκλωβισμένος όπως θα νιώθει σε ένα κατασκεύασμα εγκεφαλικό, αδυνατώντας να διακρίνει τη λογοτεχνική ομορφιά πίσω από το εύρημα. Εντυπωσιακό δεν είναι τόσο το εύρημα της εξαφάνισης, όσο ο τρόπος με τον οποίο ο ΜακΓκρέγκορ το καθιστά καμβά της ιστορίας του, πάνω στον οποίο τοποθετεί μία-μία τις ψηφίδες των επί μέρους ιστοριών του, και τον τρόπο με το οποίο όλο αυτό λειτουργεί εν τέλει αρμονικά και ως σύνολο. Ο Ταμιευτήρας 13 είναι ένα σπουδαίο βιβλίο, τόσο σε σύλληψη όσο και σε εκτέλεση. Και το γεγονός πως η πρόθεση του συγγραφέα φαντάζει απλή το καθιστά ακόμα πιο σπουδαίο.

Την έκδοση συνοδεύει ένα δεκαεξασέλιδο που περιέχει μια συζήτηση του Τζορτζ Σόντερς με τον Τζον ΜακΓκρεγκορ σχετικά με τον Ταμιευτήρα 13, μια κατατοπιστική και άκρως λογοτεχνική συζήτηση από την οποία διαφαίνεται η τεράστια εντύπωση που έκανε το μυθιστόρημα στον Σόντερς. Η μετάφραση φέρει την υπογραφή του Αλέξη Καλοφωλιά, ο οποίος πήρε τη σκυτάλη από την Αθηνά Δημητριάδη, μεταφράστρια των προηγούμενων δύο μυθιστορημάτων του ΜακΓκρέγκορ, που ευτύχησε να δει τα βιβλία του στα ελληνικά δια χειρός δύο ικανότατων μεταφραστών, πάντα από τις εκδόσεις Άγρα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα