Όσοι παρακολούθησαν πέρυσι το καλοκαίρι τον “Καπετάν Μιχάλη” του Ν. Καζαντζάκη στη λαϊκή όπερα του Δημήτρη Μαραμή, δύσκολα θα έχουν ξεχάσει την “τρανταχτή” παρουσία του Τάσου Αποστόλου στον ρόλο του Καπετάν Μιχάλη.
Ο βαθύτονος της Λυρικής Σκηνής, με σπουδές στην υποκριτική, τη σκηνοθεσία και το κλασικό τραγούδι, αλλά και πτυχία πολιτικών επιστημών και ψυχανάλυσης, έρχεται για μία ακόμα φορά στα Χανιά στο πλαίσιο του “Φεστιβάλ Μίκης Θεοδωράκης”, την Τετάρτη 31 Αυγούστου, στη συναυλία με τα έργα “Μαουτχάουζεν”, “Λιποτάκτες” και “Romancero Gitano” μαζί με το μουσικό σύνολο “Vamos Ensemble” και την Άννα Κώτη.
Με αυτήν την αφορμή, και παρά το ιδιαίτερα φορτωμένο πρόγραμμά του, οι “διαδρομές” είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν μαζί του για τη σημασία που έχει ο πολιτισμός για τον άνθρωπο, για το έργο του Μίκη Θεοδωράκη και τη σχέση του με την Κρήτη.
Έχετε σπουδάσει υποκριτική, έχετε ασχοληθεί με το θέατρο και την τηλεόραση, ωστόσο φαίνεται ότι η ιδιαίτερη χροιά της φωνής σας, σας οδήγησε στα μονοπάτια του λυρικού τραγουδιού, στη συνεργασία με την Εθνική Λυρική Σκηνή και τη συμμετοχή σας σε όπερες σε όλο τον κόσμο. Την Τετάρτη στα Χανιά συμμετέχετε στο “Φεστιβάλ Μίκη Θεοδωράκη”. Ποιες είναι οι προκλήσεις της ενασχόλησης με ένα τόσο ευρύ πεδίο καλλιτεχνικής δημιουργίας;
Ξεκίνησα ως ηθοποιός, παίζοντας κυρίως στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Στάθηκα πολύ τυχερός γιατί είχα πολύ καλές συνεργασίες σε σπουδαίους ρόλους, με εξαιρετικούς σκηνοθέτες και σε μεγάλα θέατρα, όπως το εθνικό θέατρο, το θέατρο τέχνης κ.α., κάνοντας παραστάσεις και στην Επίδαυρο, στο Ηρώδειο και αλλού. Ήμουν πραγματικά τυχερός.
Με τη μουσική και το τραγούδι ασχολήθηκα από πολύ μικρός. Κάποια στιγμή, και ενώ ήδη δούλευα ως ηθοποιός, κέρδισα μία υποτροφία από το ίδρυμα Ωνάση για την Ιταλία, όπου έκανα μαθήματα τεχνικής τελειοποίησης στο τραγούδι, αλλά και υποκριτικής – σκηνοθεσίας στο Piccolo Teatro του Μιλάνου, με τον Luca Ronconi. Όταν επέστρεψα ασχολήθηκα πλέον πολύ περισσότερο με το τραγούδι και την όπερα. Για μένα είναι μεγάλος πλούτος η εμπειρία μου στο θέατρο. Προσπαθώ, όσο μπορώ στην όπερα, να χρησιμοποιώ στοιχεία υποκριτικής από αυτή την πορεία και από αυτές τις σπουδές.
Πιστεύω ότι, ουσιαστικά. η όπερα και όχι μόνο, γενικότερα το τραγούδι, είναι ομιλία σε μουσική. Περιέχει όλα τα στοιχεία δηλαδή που έχει ένας θεατρικός μονόλογος ή θεατρικός διάλογος, με τη μόνη διαφορά ότι οι ηθοποιοί – τραγουδιστές τραγουδάνε και δε μιλάνε (υπάρχουν βέβαια και στην όπερα σημεία όπου ο εκτελεστής μιλάει και δεν τραγουδάει ή χρησιμοποιείται μια ενδιάμεση μορφή).
Ως προς τη συνέχεια του ερωτήματός σας, μεγάλωσα με Θεοδωράκη, Χατζηδάκη και άλλους συνθέτες του λεγόμενου “έντεχνου” τραγουδιού, αν έχει κάποια αξία αυτός ο όρος. Ως εκ τούτου, χαίρομαι πάρα πολύ όταν τραγουδάω τραγούδια των μεγάλων σύνθετων, όπως και του Μαρκόπουλου του Ξυδάκη, του Σαββόπουλου, του Παπαδημητρίου, αλλά και πολλών άλλων, γνωστών ή λιγότερο γνωστών συνθετών.
Γενικότερα μου αρέσει να τραγουδάω πολλά είδη μουσικής. Θεωρώ ότι έχουμε πάρα πολλές πλευρές και εκεί μπορούμε να βρούμε ένα κομμάτι μας.
Τι σημαίνει το έργο του Μίκη Θεοδωράκη για σας;
Όπως προανέφερα, εγώ με αυτά τα έργα μεγάλωσα. Μπορεί να ακουστεί κοινότοπο αλλά νιώθω πραγματικά να κυλάνε μέσα μου, να είναι στο DNA μου. Θα έλεγα ότι το έργο του Μίκη Θεοδωράκη, ούτως ή άλλως, είναι ένα έργο ελληνικό και οικουμενικό. Και όποιος κολυμπήσει μέσα σε αυτό το έργο δεν μπορεί παρά να βγει πλουσιότερος.
Πέρυσι υποδυθήκατε τον Καπετάν Μιχάλη, στην λαϊκή όπερα του Δημήτρη Μαραμή που βασίστηκε στο σπουδαίο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη και παρουσιάστηκε σε σκηνοθεσία της Έφης Θεοδώρου σε Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο, Άγιο Νικόλαο. Φέτος επιστρέφετε στην Κρήτη γι΄αυτήν τη συναυλία. Ποια είναι η σχέση σας με το νησί μας;
Η σχέση μου με την Κρήτη ξεκινάει από πολύ παλιά. Μικρότερος ερχόμουν, οικογενειακώς, συνέχεια στην Κρήτη και είχα μία επαφή που θα έλεγα ότι στην ψυχή μου ταυτίζεται με τα παιδικά μου χρόνια. Δυστυχώς μετά έγινε ένα μεγάλο διάλειμμα, αλλά τα τελευταία πέντε χρόνια βρίσκω πάντα χρόνο για να επισκέπτομαι την Κρήτη και για επαγγελματικούς λόγους και για διακοπές και περισυλλογή. Έχω την περηφάνια να λέω πως έχω κρητικές ρίζες, από την πλευρά της μητέρας μου, θεωρώντας την Κρήτη πατρίδα μου.
Η περσινή εμπειρία με τον Καπετάν Μιχάλη ήταν συγκλονιστική. Επιβεβαίωσε την αγάπη μου για το νησί, έκανα νέους καλούς φίλους εδώ εξαιτίας της και, ευτυχώς, οι επίσκέψεις μου στην Κρήτη συνεχίζουν να είναι πολύ συχνές.
Και για αυτή τη συναυλία, που ήδη έχουμε κάνει εδώ στην Κρήτη αρκετές φορές και θα συνεχίσουμε να κάνουμε, αλλά και για άλλες συναυλίες όπως, για παράδειγμα, στις τρεις του Σεπτέμβρη στο Ηράκλειο με έργα του Νίκου Ξυδάκη.
Ποια σημασία έχει για την Κρήτη η ύπαρξη μιας ορχήστρας όπως η Vamos Orchestra;
Δεν έχω συναντήσει σε άλλο νησί μία ορχήστρα με τόση δραστηριότητα, τόση δημιουργικότητα και τόσο πάθος. Είμαι πραγματικά περήφανος που συνεργάζομαι με τους Βάμος. Είμαι περήφανος για αυτήν την ορχήστρα και τους ανθρώπους της. Και πιστεύω ότι το έργο της αξίζει να προβάλλεται με όλους τους τρόπους.
Ο ενθουσιασμός τόσο του κοινού όσο και των καλλιτεχνών μετά τις απανωτές καραντίνες των τελευταίων δύο χρόνων αποδεικνύει ότι εν τέλει ο πολιτισμός είναι μία βαθύτατη ανάγκη του ανθρώπου και όχι “πολυτέλεια” την οποία μπορεί να στερηθεί. Εσείς πως αντιμετωπίσατε την πρωτόγνωρη αυτή συνθήκη;
Θα σταθώ ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος της ερώτησης σας, γιατί πραγματικά αγγίζει ένα πάρα πολύ ευαίσθητο και σημαντικό για εμένα σημείο.
Όπως πολύ σωστά είπατε, ο πολιτισμός είναι μία ανάγκη, μία βαθιά ανθρώπινη ανάγκη. Ο πολιτισμός είναι αυτό που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο. Χωρίς τον πολιτισμό ο άνθρωπος δε θα είχε φτάσει στο σημείο που έχει φτάσει, δε θα είχε προοδεύσει ως είδος. Υπάρχει μία έντονη τάση τα τελευταία χρόνια στην επιστημονική κοινότητα, που υποστηρίζει πως ο άνθρωπος έχει προοδεύσει και έχει ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα ζώα λόγω της φαντασίας, λόγω της ικανότητάς του να σχεδιάζει, να εκφράζει, να ονειρεύεται, να «προβάλλει» στο μυαλό του.
Ο πολιτισμός είναι όλα αυτά. Είναι ακριβώς ένα εργαλείο της φαντασίας. Δημιουργείται από αυτήν και τη δημιουργεί. Ο άνθρωπος χωρίς τον πολιτισμό είναι ένα στείρο ρομπότ, το οποίο απλώς κινείται, μιλάει και ναρκισσεύεται.
Η επιδημία φυσικά με επηρέασε. Θεωρώ όμως, πως ήμουν από τους τυχερούς, που κατάφεραν να έχουν δραστηριότητα.
Ποια είναι τα επόμενά σας σχέδια;
Τα επόμενα σχέδιά μου περιλαμβάνουν πολλά. Καταρχάς όπερες στη λυρική, όπως “Τα παραμύθια του Χόφμαν” του Όφενμπαχ και το κομβικό έργο του Μπάρτοκ “Ο Πύργος του Κυανοπώγωνα”, πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και πάντα βέβαια συναυλίες έργων Ελλήνων συνθετών.