Ελάχιστα έχουν γραφεί τη κι ελάχιστα είναι γνωστά για τα κουφάρια των βενετσιάνικων αρχοντικών σπιτιών Που πεισµατικά αντιστέκονται στον χρόνο την φθορά την αδιαφορία και τη φτώχεια του σήµερα Που σαν άνθρωποι θέλουν να µας θυµίζουν τα περασµένα µεγαλεία της σκοτεινής µεσαιωνικής ιστορίας µας
Πολλοί µελετητές της ιστορίας για την περίοδο αυτή την προσπερνούν, άλλοι την παραχαράσσουν, κι άλλοι προσπαθούν να φωτίζουν τις σκοτεινές πλευρές της για βρουν την διαρκή συνέχεια της τότε και της σηµερινής ζωής µας.
Τυχαία γεγονότα µε οδήγησαν µαζί µε την Ολλανδή φωτογράφο Anna Talman να γνωρίσουµε και να φωτογραφίσουµε µερικά αρχαιολογικά µνηµεία που βρίσκονται στην περιοχή του χωριού Βλάτους. Η πρώτη επίσκεψη µας έγινε µια χειµωνιάτικη ηµέρα του Φεβρουαρίου του 2025.
Πρώτο µνηµείο που αντικρίσαµε ήταν µία Εκκλησία µε σαφή ∆υτική αρχιτεκτονική µε γκρεµισµένη την οροφή της και αναστυλωµένη πρόσφατα( όπως µάθαµε αργότερα από τον πολιτιστικό σύλλογο του χωριού) Μάθαµε επιπλέον ότι ο χώρος της Εκκλησίας χρησιµοποιείτο σαν αίθουσα εκδηλώσεων σε διάφορα µουσικά φεστιβάλ κυρίως τζαζ µουσικής που γίνονται κάθε καλοκαίρι στο Βλάτος.
∆εύτερη µας συνάντηση αλλά και µεγάλη µας έκπληξη ήταν η γνωριµία µας µε την ψυχή των µουσικών εκδηλώσεων έναν Ολλανδό ‘’µέτοικο’’ που ακούει στο όνοµα Martin Hazelet. Αυτός και η γυναίκα του τρελάθηκαν από τις οµορφιές του τόπου αυτού. Αγόρασαν και ανακαίνισαν ένα παλιό αρχοντικό στην περιοχή (αρxοντικά) και διαµένουν µόνιµα. Η αγάπη τους για το Βλάτος είναι τόση που ο Martin άλλαξε το όνοµά του και συστήνετε µε το νέο όνοµα Μάρτιν Βλάτος. Όσο για τη γυναίκα του αυτή εργάζεται για την Ολλανδία στο υπουργείο ∆ικαιοσύνης. Έχει έδρα τις Βρυξέλλες και έχει µετακοµίσει στο Βλάτος σαν ‘’ψηφιακή νόµας’’. Και η ζωή της µοιράζεται µεταξύ Βρυξελλών – αεροπλάνων- και Βλάτους. Ο Μάρτιν εκτός από την αγάπη του για την Κρήτη και τo Βλάτος έχει ταυτιστεί µε τα ήθη έθιµα της Κρήτης.
Μιλάει Ελληνικά η προφορά του είναι µακρόσυρτη τραγουδιστή ίδια προφορά µε τους ορεσίβιους Κρητικούς. Αποµεινάρι της Κρητοβενετικής προφοράς που µιλιόταν τετρακόσια πενήντα χρόνια στην Κρήτη, και λίγο διαφορετικά στα Επτάνησα. Επέζησε µέχρι τις µέρες µας σε µερικά χωριά της Κρήτης και τείνει να εξαλειφθεί µε το νέο τρόπο ζωής και τα Μ.Μ.Ε. Ο Μάρτιν είναι πάντα χαµογελαστός ανοιχτόκαρδος και φιλόξενος µας προσέφερε κόκκινο κρασί παραγωγή του, αλλά και τη διάθεσή του για κάθε πληροφορία σχετικά για το χωριό και την ιστορία του. Μας πληροφόρησε ότι σε µικρή απόσταση από το σπίτι του υπήρχαν δυο αρχοντικά σπίτια της Ενετικής οικογένειας Minoto που στα ισόγεια τους είχαν απέραντες αποθήκες που φυλασσόταν ο πλούτος των γεωργικών αγαθών, τα εργαλεία, και τα υποζύγια των φεουδαρχών. Χωρίσαµε µε την υπόσχεση ότι θα ξαναγυρίσουµε να δούµε και να φωτογραφίσουµε τα όσα µας περιέγραψε. Η δεύτερη επίσκεψη έγινε µια βροχερή ηµέρα τον Μάρτη, µετά την αναχώρηση της Annas Talman στην Ολλανδία. Παρέα µε τον Ολλανδό φίλο µας Νεφ και τη γυναίκα του Νίννα, οπλισµένοι µε τις φωτογραφικές µηχανές και µε φακούς. Επισκεφθήκαµε πρώτα τα δυο αρχοντικά της οικογένειας Minoto. Τα αρχοντικά αυτά ήταν διώροφα. Στον πρώτο όροφο κατοικούσε η οικογένεια και το ισόγειο χρησίµευε εκτός από αποθήκη αγαθών, και για στάβλος ώστε να γίνετε το στάβλισµα των υποζυγίων. Σήµερα προκαλεί θαυµασµό η αρχιτεκτονική και στατική στήριξη των ιδιαίτερα ψηλών και µεγάλων σε έκταση αρχοντικών. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν στα ισόγεια των δύο αυτών αρχοντικών οι δαιδαλώδεις καµάρες τους. Από την πρώτη όµως µατιά έδειχναν ότι βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Και τα δύο αρχοντικά, και ο πάνω όροφος, και το κάτω ισόγειο, ήταν σε αθλία κατάσταση και εγκατάλειψη και το κτήριο φαινόταν ετοιµόρροπο. Αυτό που εντυπωσιάζει κάθε επισκέπτη, είναι οι µεγάλες ψηλές καµάρες, µε τα µεγαλόπρεπα γοτθικά οξυκόρυφα τόξα, που στηρίζουν σαν άτλαντες το πάτωµα του πρώτου ορόφου, αλλά και τους τοίχους του κτιρίου. Στην κορυφή κάθε τόξου ήταν καρφωµένο στην πέτρα ένα τσιγκέλι για να κρεµούν τα σφάγια προς εκδορά, τεµαχισµό, η κάπνισµα συντήρησης. Όλες οι γωνιές ήταν σκοτεινές και αραχνιασµένες παντού κυριαρχούσε η σκόνη το πάτωµα ήταν διάσπαρτο µε πέτρες και διάφορα σίδερα και σύρµατα που έκαναν το περπάτηµα ένα πολύ δύσκολο και επικίνδυνο. Μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα της αταξίας διέκρινες πολλά ακέραια πιθάρια στη σειρά που θύµιζαν την Κνωσό και τις αποθήκες του Μίνωα. Εκεί στο µισοσκόταδο διέκρινες και µερικά ξεχαρβαλωµένα κρασοβάρελα διαφόρων µεγεθών που ήταν πολλά χρόνια σε εγκατάλειψη. Αυτό όµως που σου προκαλεί δέος και εντύπωση ήταν ο αρχιτεκτονικός σχεδιασµός του ισογείου που κατέληγε σε µια κλειστή αίθουσα µε µια σκάλα επικοινωνίας µε το ισόγειο αυτό ενδεχοµένως να χρησίµευε σαν µυστική είσοδο προς το ισόγειο για διαφυγή (µια έξοδος κινδύνου) Ενδεχοµένως και σε φυλακή του φεουδάρχη για τους ανεπιθύµητους δουλοπάροικους του. Το ισόγειο του δεύτερου αρχοντικού είχε διαµορφωθεί σε λιοτρίβι περίπου το 1645 ∆ιασώζεται και η τεράστια µυλόπετρα που έλιωνε τον καρπό της ελιάς σε ζύµη. ∆ιασώζεται ακόµα κι ένας τεράστιος κορµός δέντρου χαραγµένος µε αυλάκια απορροής που χρησίµευε προφανώς σαν βάση πιεστηρίου για εξαγωγή του χυµού της ελιάς. Εντύπωση όµως προκαλεί ότι µυλόπετρα ήταν τοποθετηµένη πολύ κοντά στον τοίχο. Με αποτέλεσµα να µην χωρούν υποζύγια από αυτό το στενό πέρασµα και πιθανολογείται από αυτό ότι την µυλόπετρα την κινούσαν οι δουλοπάροικοι του φέουδου. Στο ισόγειο του δεύτερου αρχοντικού προκαλεί εντύπωση η άριστα διατηρηµένες ξυλοδεσιές στήριξης του πατώµατος του πρώτου ορόφου µε την τυπική βενετσιάνικη τεχνική. Ακολούθησε η επίσκεψη µας σε δύο εκκλησίες του χωριού. Στην εποχή της Ενετοκρατίας υπήρχαν δύο εκκλησίες. Η µια ήταν του Αγίου Γεωργίου και η δεύτερη αφιερωµένη στην Κυρία των Αγγέλων την Παναγία.
Ήταν καθολικές γιατί συχνά το χωριό ερχόταν ένας καθολικός ιεροµόναχος από το Σφηνάρι Βαλσαµάκια. Εκεί υπήρχε ένας πύργος ‘‘βίγλα’’ ‘‘παρατηρητήριο για πειρατικές επιδροµές’’. Υπήρχε κι ένα καθολικό µοναστήρι Και ο ιεροµόναχος ερχόταν στις Εκκλησίες του Βλάτους για να εκτελεί τις θρησκευτικές τελετές του φέουδου. Αργότερα όταν κατάλαβαν την Κρήτη οι Τούρκοι η Εκκλησία και άλλαξε δόγµα και όνοµα.
Έγινε Αγία Τριάδα και ορθόδοξη. Κι από Εκκλησία του φέουδου έγινε η Εκκλησία όλου του χωριού. Η σηµερινή Αγία τριάδα είναι νεκροταφείο του χωριού. Είναι κτισµένη τον 19ον αιώνα και πιθανόν πάνω στα ερείπια των παλαιών καθολικών Εκκλησιών. Επί Τουρκοκρατίας οι ευγενείς Ενετοί Μινότοι έγιναν Έλληνες ορθόδοξοι και µερικοί από αυτούς ιερείς ορθόδοξοι στο χωριό. Κράτησαν στην κατοχή τους σχεδόν όλη την αρχική περιουσία του φέουδου. Στο χώρο υπάρχουν πολλά ονόµατα επώνυµα αλλά και τοπωνύµια που µαρτυρούν την καταγωγή τους και την σχέση τους µε τη Βενετία και την ιταλική γλώσσα.
*O Βασίλης Κνιθάκης είναι µαθηµατικός