Γερό σκαρί της ζωής μου το καράβι.
Όλο καμάρι στα πελάγη να γυρνά.
Τις μηχανές του κάθε τόσο να ανάβει
κι από λιμάνι σε λιμάνι τριγυρνά.
Χρόνια έπλεα σε δύσκολα ταξίδια.
Με θάρρος χάραζα τη ρότα μου σωστά.
Τις φουρτούνες της ζωής και τα παιχνίδια
τα κύματα νικούσα απανωτά.
Με τη φρεγάδα μου στο όνειρο ορμούσα.
Μα να πληρώσω είχε νόμο αυστηρό.
Στο επόμενο λιμάνι που περνούσα
κατάρτι ήθελε· το τίμημα σκληρό.
Κι έτσι σάλπαρα με ένα μπριγαντίνι.
Να ταξιδεύω στα πελάγη μου ξανά.
Σε λιμάνι παραδίπλα με αφήνει
για ν’ αλλάξω πάλι σκάφος και πανιά.
Καπετάνιος είμαι τώρα σε μπρατσέρα.
Τ’ αγκυροβόλι απ’ την ομίχλη ‘ναι θαμπό.
Τον κάβο δένω· φοβάμαι τον αέρα
μα επιλέγω το λιμάνι που θα μπω.
Αργότερα μια βάρκα θε να πάρω.
Με δυσκολίες θε να φτάσω σε στεριά.
Δίχως άνεμο με κόπο θα φορτσάρω
μόνη παλεύοντας σε κύματα θεριά.
Κι ύστερα σ’ ένα κανό με βλέπω στριμωγμένη.
Μες την αντάρα την πορεία να ζητώ.
Απ’ τα νιάτα της ζωής μου προδομένη
με νοσταλγία τα πελάγη να κοιτώ.
Κι όμως εγώ με σθένος θα επιμένω.
Με πάθος ξέρω στη ζωή μου να βουτώ.
Με σανίδια αυτοσχέδια φτιαγμένο
τ’ απομεινάρια θα φορτώσω σε πλωτό.
Πιότερο θέλω με κύμα να παλεύω.
Να βολοδέρνω στην αλμύρα, στο χιονιά.
Παρά δειλή και θλιμμένη να γυρεύω
μες το μόλο ένα απάγκιο σε γωνιά.
Σημ.:
* Φρεγάδα (τρία κατάρτια)
* Μπριγαντίνι (δύο κατάρτια)
* Μπρατσέρα (1 κατάρτι).
* Η Μαίρη Σκαμνάκη – Κουτρούλη είναι Ιδ. Υπάλληλος – συγγραφέας, Μέλος Δ.Σ. Ένωσης Πνευματικών Δημιουργών Χανίων