O ποιητής που έρχεται από
τη χώρα της παιδικής μνήμης
«Διψάς του στίχου το πουλί
της ξενιτιάς τ’ αγέρι
μα ο κόσμος έχει ξενιτιές
κι ο κόσμος δεν τις ξέρει…
-//-
Μην πεις: «Δεν καταδέχομαι!»,
μην πεις: «Κι αχ, πώς να κάμω;»
Πιάσε το στίχο σου σκυφτός,
σαν το ψωμί από χάμω.’’*1
ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΙΗΤΩΝ σήμερα καλωσορίζοντας τον νιόφερτο βηματισμό του Μάρτη αισθάνθηκαν την ανάγκη να επιστρέψουν στον τόπο της τρυφερής παιδικής μνήμης, εκεί που μας περίμεναν πάντα ποιητές που πίστευαν στην ομορφιά των μικρών και ταπεινών πραγμάτων, στη συγκίνηση της λεπτομέρειας. Να ξαναθυμηθούμε τα άγουρα χρόνια της σχολικής μας ζωής, τις χαρές μιας βελούδινης ηλικίας, να επαναπατριστούμε στην χώρα της παιδικής μνήμης, στις σελίδες των πρώτων μας αναγνωστικών μας, εκεί που ζούσε και ανέπνεε η ποίηση του Τέλλου Άγρα.
Ο αβρός ποιητής μας με όλη του τη ντελικατοσύνη – από τα έντεκα χρόνια του που πρωτοδημοσίευσε στο περιοδικό “Διάπλασις των Παίδων”- επέλεξε το όνομα του ηρωικού Μακεδονομάχου, του καπετάν Άγρα, ιστορικό πρωταγωνιστικό πρόσωπο στα “Μυστικά του Βάλτου” της Πηνελόπης Δέλτα. Ο ποιητής όμως δεν αγαπήθηκε μόνο από τα παιδιά, αλλά και από τους νεότερους ποιητές μας και αξίζει ν’ ακούσετε την απαγγελία του ποιήματός του “FRAGMENTUM”*2 από τη μεστή φωνή του Μανόλη Αναγνωστάκη*3:
«Ήθελες κάτι να μου πης/ και δε σου το ρωτούσα/ (Το καλοκαίρι είχε σωθή/ και τα άνθη που αγαπούσα).
Ήθελες κάτι να μου πης/ και το’χα λησμονήσει/ (τη ρίζα που καθόμαστε/ -θυμάσαι- έχουν γκρεμνίσει).
(Είχε από τότε εντός μου/ σε φθινόπωρο γυρίσει)./ Μου είπες, α, ναι!/ -πως μ’ αγαπάς/- μα το’ χω λησμονήσει…)».
Ο Τέλλος Άγρας γεννήθηκε στην Καλαμπάκα το 1899 όπου υπηρετούσε ο πατέρας του ως σχολάρχης Η μητέρα του λεγόταν Ειρήνη ενώ ο μικρότερος αδερφός του Χρήστος. Το 1899 όλη η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα και από εκεί το 1906 στο Λαύριο, όπου ο ποιητής τελείωσε το Δημοτικό και το Ελληνικό Σχολείο. Το 1916 αποφοίτησε από το Γυμνάσιο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών απ’ όπου έλαβε το πτυχίο του το 1923. Το 1924 εργάστηκε στο Υπουργείο Γεωργίας και Τουρισμού. Το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη, θέση από την οποία έκτοτε δεν μετακινήθηκε.
Το 1938 και αφού απεβίωσε ο πατέρας του μετακόμισε μαζί με την μητέρα του στην οδό Αγαθουπόλεως όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο ποιητής μας που του άρεσε το φθινοπωρινό ψιλόβροχο στις μουντές φτωχικές Αθηναϊκές γειτονιές θα αποτυπώσει στους στίχους του πολλές όψεις του αστικού τοπίου της Αττικής ,αλλά και της υπαίθρου της:
«Η άνοιξη, περαστικιά/ απ’ το σπίτι,/ έσυρε μια χαρακιά/ στο φεγγίτη.
Χάραξε κλαδιά πλεχτά/ σα γαϊτάνι/ και τα φύλλα τα δετά/ σε στεφάνι,
Και τ’ αγέρι όταν περνά/ στα κοτσάνια,/ κάνουν όλα ταπεινά/ μια μετάνοια.
Πέρασε απ’ τις γνωστικές/ τις κοπέλες/ κι άνθισαν ποδιές λευκές/ και κορδέλες.
Άγιασε τα χώματα/ μ’ άγια μύρα,/ κι είν’ ευκές τα χρώματα,/ γύρα-γύρα.
Πήγε κι απ’ την εξοχή/ κι απ’ το ρέμα,/ κι όλοι οι φράχτες, οι φτωχοί,/ τρέχουν αίμα.
Τώρα ο δρόμος της μακριά/ θα τη βγάλει,/ κει που βρέχει τη στεριά/ τ’ ακρογιάλι,
στα νερά τα χαμηλά,/ κούφια,λίγα,/ για να βάλει μια λιλά,/ μια ίσια ρίγα.
Άδειασε κι εδώ κι εκεί/ τόσα δώρα/ και σα Μοίρα στοργική/ φεύγει τώρα/ -στην καλή της ώρα!».
(ποίημα: η Άνοιξη περαστικιά)
Το 1918 βραβεύεται στο Σεβαστοπούλειο Διαγωνισμό ενώ κερδίζει και βραβείο στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού Εσπερία στο Λονδίνο. Εκτός από ποιητής και οξύς διεισδυτικός κριτικός υπήρξε και ευαίσθητος μεταφραστής του Θεόκριτου και άλλων αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων καθώς και του Μoreas*6. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά: “Λύρα”, “Οι Νέοι”, “Μούσα’’, “Εμείς”, “Νέα Ζωή” της Αλεξάνδρειας, “Ελληνική Επιθεώρησις”, “Δελτίο Εκπαιδευτικού Ομίλου”, “Νέα Τέχνη” κ.ά. Από το 1927 ανήκε στους συνεργάτες της “Νέας Εστίας” και της “Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας” ενώ παράλληλα έδινε διαλέξεις, έκανε μαθήματα αισθητικής και λογοτεχνίας και δημοσίευε σε εφημερίδες όπως η “Η Καθημερινή” και “Νέα Ημέρα”.
Το 1934 κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή του “Τα βουκολικά και τα εγκώμια”.
Η δεύτερη συλλογή του με τον τίτλο “Καθημερινές” εκδόθηκε το 1939 και το 1940 τιμήθηκε με το “1ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης”. Ακολουθεί από τη συλλογή το ποίημα “Άναυλα εφύγαν…”:
«Άναυλα εφύγαν τα πουλιά/ κι εγώ τα χέρια βάνω/ στα Περασμένα -σα φωλιά/ κούφια, που εφύγαν τα πουλιά-/ να ζεσταθούν απάνω.
Των ρόδων τώρα το νερό/ ν’ αλλάξου στο ποτήρι/ μηδέ ν’ ανοίξουν, καρτερώ/ -με τέτοιον άνεμο καιρό-/ με φως, στο παραθύρι.
Του βορριά λάμπει η ξαστεριά/ μέρες πολλές και νύχτες/ και λαμαρίνες στη σειρά/ χτυπιούνται-μπρούτζινα φτερά/ σκεβρά-κι’ ανεμοδείχτες…
Μα ο ήλιος, πότε που ανελεί/ πότε ξανά βουρκώνει/ κάπου, νταντέλλα ωχρή πολύ/ κάπου, σταυρόν απ’ το γυαλί/ στον τοίχο ξεσηκώνει.
Κ’ η Ελπίδα πάλι μ’ ανικά/ και την ξαναπιστεύω/ και τ’ ακριβά θυμητικά/ κατά τον ήλιο μυστικά/ συνάζω και σωρεύω.
Τάχα, ξανά θα τα χαρώ/ δικά μου, αυτά τα ξένα;/ και σ’ ένα ανταύγασμα λαμπρό/ από παράταιρο σωρό/ θα ιδώ να γίνωντ’ ένα;».
Η τρίτη και σπουδαιότερη συλλογή του “Τριαντάφυλλα μιανής ημέρας” έμεινε ανέκδοτη έως το 1966 όπου ήλθε στο φως με φιλολογική επιμέλεια του Κώστα Στεργιόπουλου, ο οποίος αργότερα επιμελήθηκε και παρουσίασε το σκορπισμένο σπουδαίο κριτικό έργο του. Ακολουθεί το ποίημα “Της ζωής τα Ρόδα” από την τελευταία συλλογή του:
«Να το, αψηλά κι από μακρυά/ το παραμύθι του βορριά!/ μες στα τετράγωνα τα μόνα/ το παραμύθι του χειμώνα.
Κ’ εγώ του δρόμου το θολό/ το μαύρο σύννεφο φιλώ/ κ’ είμαι, στα τρίστρατα τα μόνα/ το παραμύθι του χειμώνα.
Να το, αψηλά, να το μακρυά/ το παραμύθι του βορριά!/ Πού θαύρω εδώθε αχ! πες μου ξένε,/ τη ζέστα, αγάπη που τη λένε;
Εγώ που χρόνια κατοικώ/ τον δρόμο τον αγερικό/ πρώτη φορά είναι που φοβάμαι/ με το χειμώνα απόψε νάμαι…
Πρώτη φορά να πιστευτώ/ τέτοιο ακριβό, τέτοιο γραφτό/ -το πώς η μοίρα μ’ έχει κάμει/ μια πεταλούδα για το τζάμι.
Μα ιδές: Γοργό κι αληθινό/ κορίτσι βγήκε απ’ το στενό/ μες στο φουστάνι οπού αναδεύει/ τα δυο της πόδια ανακατεύει,
Γυμνά δυο πόδια και χυτά/ -και με τι τέχνη είναι χτιστά/ καθώς ο αγέρας τα ξεντύνει,/ με τι χαρά κ’ εμπιστοσύνη!
Σαν το πουλί που αναπηδά/ από κλαδί σ’ άλλα κλαδιά,/ εχάθηκε ως να ξεπροβάλη/ από μια θύρα σε μιαν άλλη!
-Σκέτο, χαρούμενο παιδί,/ πού σ’ έχω βρή; πού σ’ έχω ιδή;/ δεν είσαι η ασταχομαλλούσα/ που χλώμιαζα όταν σου μιλούσα;
Ρόδα και μήλα μάγουλα/ μάγουλα ακέρια και καλά,/ πώς σας λαχτάρησεν ο τόπος/ κι ο γερασμένος στρατοκόπος!
Γέλασε ο τόπος μονομιάς/ ως την καρδιά της ερημιάς/ -κι ακέρια φούντωσε η μαυρίλα/ της ζωής τα ρόδα και τα μήλα!».
Ένας εκλεκτός και μεγάλος ποιητής που με τη βαθιά πνευματική καλλιέργειά του, προφανώς και τον στέρεο συναισθηματικό χάρτη του δεν επέτρεψε η ποίησή του να διαποτιστεί από το “spleen”,*4 δηλαδή τη χαρακτηριστική απαισιόδοξη δυσθυμία της ποιητικής εποχής του Μεσοπολέμου.
Ο Άγρας άνθρωπος ήπιας ιδιοσυγκρασίας αναπολεί, ίσως και κάπως μελαγχολικά, δίχως όμως νοσηρότητα, αφού δεν παραδίνεται στην απελπισία, αλλά αντιστέκεται κι αυτό τον διαφοροποιεί αισθητά από πολλούς σύγχρονούς του. Εξάλλου επειδή ακριβώς είχε αυτή τη διακριτή απόσταση από το απαισιόδοξο κλίμα της μεσοπολεμικής ποιήσεως μπόρεσε να γράψει και θαυμάσια ποιήματα για παιδιά που αξιοποιήθηκαν στην εκπαιδευτική πραγματικότητα. Στον διαρκή αγώνα του με τις λέξεις είχε πολλές νίκες στην ποίηση αλλά και στον δοκιμιακό λόγο του. Μάλιστα αρνούμενος τον όρο “ελάσσονες ποιητές” προτείνει τον όρο “poets formist” γιατί υποστηρίζει ως δημιουργός ότι «ουδέν έλασσον εν τη λογοτεχνία».
Τα ονόματα του Μακεδονομάχου καπετάν-Τέλλου Άγρα*5 δηλαδή του Σαραντέλλου Αγαπηνού που απαγχονίστηκε από τους Βούλγαρους το 1907 και του ποιητή Τέλλου Άγρα που στην πραγματικότητα ήταν ο Ευάγγελος Ιωάννου είναι δίπλα-δίπλα στις ελληνικές εγκυκλοπαίδειες. Η επιστήμη της ψυχολογίας υποστηρίζει ότι η δύναμη των ονομάτων μας είναι τεράστια για την ίδια τη ζωή μας. Πόσο μάλλον η ισχύς των ψευδωνύμων που τα επιλέγουν συγγραφείς, ποιητές και καλλιτέχνες. Κι αν σε αυτή τη συνειδητή ή ασυνείδητη ροπή προσθέσουμε και την ιδιότροπη ανθρώπινη μοίρα με τις σκληρές συμπαιγνίες της, τότε θα οδηγηθούμε στην τραγική ειρωνεία του θανάτου του ποιητή μας που εξαντλημένος από την πείνα, τις κατοχικές στερήσεις και με κλονισμένη την εύθραυστη υγεία του, τον βρήκε αδέσποτη σφαίρα την τελευταία μέρα της Κατοχής και πέθανε από γάγγραινα στις 12 Νοεμβρίου του 1944, αφού νοσηλεύθηκε έναν μήνα στον Ευαγγελισμό.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Έχει μελοποιηθεί από τον Ορφέα Περίδη. Επίσης ο Νότης Μαυρουδής, ο Γιάννης Σπανός και Η Νένα Βενετσάνου έχουν μελoποιήσει ποιήματά του. Αναζητήστε τα στο youtube.
2.fragmentum:σπάραγμα
3.Αναζητήστε το στο youtube : ο Μανόλης Αναγνωστάκης διαβάζει Τέλλο Άγρα
4.spleen: όρος που εισήγαγε ο ποιητής Κώστας Ουράνης
5.Ο καπετάν Άγρας ή Σαράντος Αγαπηνός γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1881 .Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων και κατετάγη εθελοντής στα στρατιωτικά σώματα που αγωνίζονταν στη Μακεδονία εναντίον των Βούλγαρων κομιτατζήδων. Πολέμησε στα Γιαννιτσά αλλά τραυματίστηκε και προσεβλήθη από ελονοσία. Συνελήφθη από τους Βούλγαρους μαζί με έναν άλλον μαχητή και αφού τους περιέφεραν επί μια εβδομάδα στα χωριά της περιοχής τούς απαγχόνισαν στους κλάδους μιας καρυδιάς στο χωριό Τέχοβο στις 7 Ιουνίου του 1907. Ο θάνατός τους ενέτεινε τον Μακεδονικό Αγώνα. Το χωριό Τέχοβο μετονομάστηκε Καρυδιά, ενώ το χωριό Βλάντοβο ,όπου τάφηκε ο καπετάν Άγρας μετονομάστηκε Άγρας. Ο κλάδος της καρυδιάς απ’ όπου κρεμάστηκαν τα δυο παλικάρια φυλάσσεται ως ιερό κειμήλιο στις αίθουσες της Φιλοπτώχου Αδελφότητας Εδέσσης.
*ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ –ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ –Επιμέλεια Κώστα Στεργιόπουλου-Εκδόσεις Ερμής 1996
6. Ο Jean Moreas (1856-Παρίσι 1910) ήταν Έλληνας συμβολιστής ποιητής και λογοτέχνης. Το πραγματικό του όνομα είναι Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος και έγραψε ποιήματα στα ελληνικά και στα γαλλικά. Έμεινε όμως περισσότερο γνωστός για τη συνεισφορά του στα γαλλικά γράμματα.
Η στήλη “Πράξεις Ποιητών” κάθε πρώτη Δευτέρα του μήνα θα παρουσιάζει το έργο και τη ζωή δημιουργών, λιγότερο γνωστών στην ευρύτερη κοινή γνώμη.
Τα θερμά μας συγχαρητήρια, στην αγαπητή μας Ανδρομάχη Χουρδάκη, που με τις “Πράξεις Ποιητών” μας χαρίζει όμορφες και νοσταλγικές στιγμές που καταλαγιάζουν συναισθήματα και σκέψεις των δύσκολων και ζοφερών καιρών που περνούμε. Βέβαια, συγκινητική είναι η αναφορά στον σπουδαίο ποιητή “Τέλλος Άγρας” και η ευκαιριακή – συμπτωματική αφήγηση για τον ήρωα του Μακεδονικού αγώνα 1904-1908, όπως ακριβώς τα γεγονότα αυτά τα διαβάσαμε “ΣΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΒΑΛΤΟΥ” της Πηνελόπης Δέλτα. Με την ευκαιρία αυτή, οφείλουμε εμείς οι Μακεδόνες [ντόπιοι κι πρόσφυγες] τιμή κι ευγνωμοσύνη στους αμέτρητους ήρωες Κρήτες των οποίων τα ιερά κάτασπρα οστά τους είναι διάσπαρτα από τις Πρέσπες -Καστοριά ως τον Στρυμόνα. Κι έτσι, από προσωπική συγκίνηση ν’ αναφέρω ότι μετά την αποξήρανση της μεγάλης τέως λίμνης Γιαννιτσών ή Λουδία, ο μεγάλος Ελευθέριος Βενιζέλος παραχώρησε στον πρόσφυγα και ορφανό πατέρα μου κλήρο γεωργικό, 16 ολόκληρα χιλιόμετρα από το γενέθλιο χωριό μας. Αξέχαστα παιδικά και μαθητικά χρόνια στη δεκαετία 1940 και 1950, όταν πηγαίναμε με την βοϊδάμαξα ώρες ατελείωτες στο χωράφι του βάλτου, ακριβώς στο κέντρο της τέως λίμνης, όπου οι Βούλγαροι κομιτατζήδες έστηναν χορταρένιες καλύβες και τα βράδια εξορμούσαν και σκότωναν και πυρπολούσαν τα σπίτια των φτωχών αγροτικών οικογενειών, στις παραλίμνιες περιοχές… Πολλές ευχαριστίες στην καταξιωμένη Φιλόλογο κι αγαπητή μας Ανδρομάχη και τα καλύτερα για καλή υγεία και συνέχιση του δημιουργικού της έργου. Με φιλική εκτίμηση Γιώργος Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος ΧΑΝΙΑ.
Κ ε Καραγεωργίου σας ευχαριστώ από καρδιάς για τα καλά σας λόγια! Τα σχόλια σας έχουν πάντα μεγάλη αξία όπως και το σημερινό με το οποίο συμπληρώσατε το ιστορικό τοπίο της εποχής του Μακεδονικού Αγώνα, υπενθυμίσατε τους άρρηκτους ιερούς δεσμούς Μακεδόνων και Κρητών και μάλιστα μας καταθέσατε και τις τρυφερές παιδικές σας αναμνήσεις ! Κ ε Καραγεωργίου χαίρομαι όταν τα άρθρα μου μπορούν να ανακαλούν συναισθήματα , ακόμα και της νοσταλγίας γιατί στην άνυδρη εποχή που ζούμε το έχουμε απόλυτη ανάγκη! Εύχομαι υγεία και πάλι σας ευχαριστώ θερμά!
Κυρία Χουρδάκη σας ευχαριστώ και για αυτό το αφιέρωμα στον Τέλο Άγρα!
Μας δίνετε την ευκαιρία να μελετήσουμε ξανά σημαντικούς εκπροσώπους της λογοτεχνίας μας καθώς και να προσεγγίσουμε το κλίμα της εποχής που έζησαν!
Παρακαλώ ….Τέλλο
Κε Πατσουράκη , κι εγώ σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια! Χαίρομαι που ως αναγνώστης τιμάτε τις ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΙΗΤΩΝ! Έχετε τις εγκάρδιες ευχές μου και πάνω απ’ όλα υγεία!