Τον μονόλογο με τίτλο “Θα σου μιλώ ώσπου να φέξει” που έγραψε, σκηνοθέτησε και ερμήνευσε η κυρία Μαρινέλλα Βλαχάκη, παρακολούθησαν μαθητές Γυμνασίων και Λυκείων της πόλης μας την εβδομάδα από 7 ως 11/12 στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων. Το έργο διαδραματίζεται μια παγωμένη νύχτα του Νοεμβρίου του 1962 στο Βουκουρέστι και αφορά στις αδελφές Γαλάτεια Καζαντζάκη και Έλλη Αλεξίου και στη σχέση τους όπως αυτή αναδεικνύεται μέσα από την αλληλογραφία που διατηρούσαν οι δύο γυναίκες για 17 χρόνια, όσο διήρκεσε και η μεταξύ τους φυσική απόσταση μέχρι το θάνατο της Γαλάτειας εκείνη τη βραδιά. Οι σπουδαίες συγγραφείς με καταγωγή από την Κρήτη, άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους όχι μόνο στα ελληνικά γράμματα του 20ου αιώνα αλλά και στο πεδίο των κοινωνικών αγώνων ενώ ταυτόχρονα, συνδέθηκαν και με σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής τους όπως ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Κώστας Βάρναλης, και άλλοι. Η εναρκτήρια σκηνή παρουσιάζει την Έλλη Αλεξίου (Μαρινέλλα Βλαχάκη), να επιστρέφει στο σπίτι της και να βρίσκει μία ακόμα επιστολή της αδελφής της Γαλάτειας που έχει αφήσει ο ταχυδρόμος κάτω από την πόρτα.
Η ευρηματική παρουσίαση της σκηνής καθηλώνει τον θεατή: ενώ η πρωταγωνίστρια είναι απορροφημένη από την σιωπηλή ανάγνωση της επιστολής, στο φόντο προβάλλεται μια νεανική φωτογραφία της Γαλάτειας ενώ ακούγεται η αισθαντική φωνή της Αλεξάνδρας Σακελλαροπούλου να διαβάζει το γράμμα ως Γαλάτεια, με τρόπο συγκινητικό. Αυτή η συναισθηματική φόρτιση κλιμακώνεται όσο προχωρά η αφήγηση γεγονότων από τη ζωή των δύο γυναικών από την παιδική τους ηλικία και ως τη στιγμή που τις χωρίζει ο θάνατος. Η οπτικοποίηση κάποιων αναμνήσεων, με την προβολή βίντεο παράλληλα με την αφήγηση, βοήθησε αρκετά στην ταύτιση των θεατών με την ιστορία που παρακολουθούσαν, ιδιαίτερα στο σημείο της απώλειας της μητέρας και στην περιγραφή της κατάστασης των άπορων κοριτσιών στο Γ΄ Χριστιανικό Παρθεναγωγείο. Ο φυσικός τρόπος με τον οποίο απέδωσε το ρόλο της η κα Βλαχάκη, άφησε την αίσθηση ότι ήταν η ίδια η Έλλη Αλεξίου που αυτοσχεδίαζε ανασύροντας από τη μνήμη της συμβάντα της πολυτάραχης ζωής της. Προβληματική ίσως υπήρξε η κίνηση της πρωταγωνίστριας που είτε καθόταν σε μια καρέκλα, είτε στεκόταν όρθια -ωστόσο το παιχνίδι των χεριών με την κορδέλα έδινε μια εκφραστική διέξοδο στη μονοτονία της κίνησης πάνω στη σκηνή.
Υποβλητική και απόλυτα ταιριαστή με την ατμόσφαιρα και το συναίσθημα που ανέδινε το κείμενο, η μουσική του Λεωνίδα Μαριδάκη. Το βίντεο του Θοδωρή Παπαδουλάκη λειτούργησε έξυπνα σαν σκηνικό και υποστήριξε αποτελεσματικά την αφήγηση χωρίς να τη βάζει στο περιθώριο. Το κλείσιμο της παράστασης ήταν μάλλον απότομο μην αφήνοντας αρκετό περιθώριο για την αποκλιμάκωση της αφήγησης που έτσι κι αλλιώς φόρτισε συναισθηματικά, συγκίνησε βαθιά και ανακίνησε θέματα για συζήτηση στους έφηβους θεατές.
Η Ομάδα Δημιουργικής Γραφής του 4ου ΓΕΛ Χανίων