Στην αρχή ανεβαίνουν οι πέντε ηθοποιοί στην σκηνή και ψήνουν ελληνικό καφέ. Η μυρωδιά του απλώνεται σε όλη την αίθουσα και εγώ αμέσως αρχίζω να ταξιδεύω σε μια εποχή που το μπρίκι με τον ελληνικό καφέ καλούσε τις θείες, τους παππούδες και τις γιαγιάδες να ξαποστάσουν λίγο, να ρουφήξουν δυνατά τον καφέ με τις πολλές φουσκάλες πάνω-πάνω και αμέσως μετά να αρχίσουν να λένε ιστορίες, από τον πόλεμο, από τον εμφύλιο…
Θυμήθηκα, ότι από τις πρώτες κιόλας γουλιές του καφέ, άλλαζε μαγικά το μοτίβο και οι μεγάλοι ξεχνούσαν τον πόλεμο και μεταπηδούσαν στα πιο προσωπικά τους θέματα, η φωνή γινόταν λίγο πιο χαμηλή για να μην ακούσουμε εμείς τα παιδιά τις πονηριές τους, τους έρωτες τους, τα αρραβωνιάσματα τους που χάλασαν…
Εμείς όμως τα ακούγαμε όλα, κρεμόμασταν στην κυριολεξία από τα χείλη τους για να μάθουμε τί είναι τέλος πάντων αυτό που λένε ζωή και που εμείς ακόμη καλά-καλάδεν είχαμε βουτήξει μέσα… Μετά άρχιζαν τα δάκρυα, – αυτά που έχουν το αλάτι της θάλασσας μέσα- και αμέσως μετά τα γέλια και τα πειράγματα …και τα φλιτζάνια άδειαζαν και μόνο το κατακάθι του καφέ είχε μείνει στον πάτο …και τότε εμείς τα παιδιά αρχίζαμε να καταλαβαίνουμε τι είναι ζωή… είναι το γέλιο αλλά και το δάκρυ που δεν αποχωρίζεται φαίνεται το ένα το άλλο… και κάπως έτσι μαθαίναμε να φιλοσοφούμε… και το ένα παιδί έλεγε ότι ζωή είναι οι φουσκάλες του καφέ που δείχνουν πόσο ωραία ψήθηκε και το άλλο παιδί έλεγε ότι ζωή είναι το ίδιο το φλιτζάνι, το γεμάτο αλλά και το άδειο, και εγώ έλεγα ότι ζωή είναι το κατακάθι του καφέ που δύσκολα ξεπλένεται… «Οι γιοί και κόρες» μου ξύπνησε αναμνήσεις από εκείνη την παλιά αθωότητα που ίσως δεν θέλω να αποχωριστώ.
Οι ηθοποιοί της παράστασης, δροσερά παιδιά, ταλαντούχα, έμπαιναν με ορμή σε κάθε ιστορία και κάποιες στιγμές δάκρυζαν και συγκινούνταν και τα ίδια με αυτά που έλεγαν …θα μου πείτε έτσι είναι οι ηθοποιοί … θα σας πω έτσι είναι οι καλοί ηθοποιοί!
Η σκηνοθεσία έξυπνη, πρωτότυπη, τα πορτοκάλια του φορτηγού που βύθισαν το «Ηράκλειον» έγιναν χυμός και στο δικό μου τουλάχιστον μυαλό ο χυμός αυτός συμβόλιζε τη σύνθλιψη των ανθρώπινων ψυχών τότε… Φυσικά, ο σκηνοθέτης ίσως να μην ήθελε να πει αυτό, αλλά εμένα προσωπικά, η σκηνοθετική του γραμμή με άφηνε ελεύθερη να ερμηνεύω όπως θέλω την κάθε σκηνή, μου έδινε την ώθηση να πάω παρακάτω, να προχωρήσω ακόμη και πέρα από το κείμενο, να μπω βαθιά στην ψυχή αυτών των συμπολιτών μου που αφηγήθηκαν τις προσωπικές τους ιστορίες με τόσο αυθόρμητο, καθαρό και τίμιο τρόπο…
Τα κείμενα ήταν δεμένα με ένα γερό νήμα που δύσκολα η μια ιστορία εγκατέλειπε την άλλη, έγιναν όλες μαζί ένα υπέροχο έργο φτιαγμένο από εξομολογήσεις ψυχής, προκαλώντας γέλιο, δάκρυ, αγαλλίαση… Άλλη μια ενδιαφέρουσα νότα ήταν τα τραγούδια της παράστασης από τις καταπληκτικές φωνές των ηθοποιών, που αναβάθμιζαν ακόμη περισσότερο το θέαμα, εφόσον συμπλήρωναν με ποιητικό τρόπο αυτά που ο πεζός λόγος δυσκολεύεται να πει. «Γιοι και κόρες» μια θεατρική παράσταση που μοσχοβολάει Χανιά, ποιότητα, ευαισθησία, ΤΕΧΝΗ!