Πολλές φορές σκέφτομαι γιατί κάποια πράγματα στα Χανιά έχουν μείνει πίσω και ποιοι είναι αρμόδιοι και υπεύθυνοι γι’ αυτό διαχρονικά, αφού κάποιες σοβαρές περιπτώσεις χρονίζουν απαράδεκτα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της παλιάς πόλης, από την οποία στην ουσία ζει ο νομός, μιας και εδώ και χρόνια κυριαρχεί η «μονοκαλλιέργεια» του Τουρισμού.
Αν παρακολουθήσει κανείς την όλη υπόθεση από την εποχή της Κρητικής Πολιτείας, θα διαπιστώσει μια αμφιθυμία στο θέμα αυτό, που παίρνει τη μορφή της ανάλογα με κάθε εποχή. Θέλουμε διατηρητέα παλιά πόλη, αλλά με τους δικούς μας Νόμους και κανόνες. Ας ξαναπούμε λοιπόν μερικά πράγματα:
Οι σοβαρές περιπέτειες του μνημειακού οικισμού, άρχισαν από τα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας με την επιχειρούμενη (ευτυχώς δεν ολοκληρώθηκε) κατεδάφιση των οχυρώσεων από τον Δήμο, για τις οποίες εξαιτίας της ιδιαίτερης σημασίας τους, αντέδρασαν έντονα μόνο οι δυο έφοροι αρχαιοτήτων της Κρήτης και φορείς της Βενετίας. Καταλυτικό ρόλο στη συνέχεια έπαιξε ο αδικαιολόγητος, βάρβαρος βομβαρδισμός από τα γερμανικά αεροπλάνα, που κατέστρεψε περίπου το 35% των πάσης φύσης κτηρίων. Αποτέλεσμα μεταπολεμικό ήταν η ανάθεση στο Γραφείο Δοξιάδη ενός νέου Σχεδίου Πόλης (1947), η εφαρμογή του οποίου θα ολοκλήρωνε την καταστροφή με τις ρυμοτομήσεις και τον αστικό αναδασμό που προβλεπόταν. Το νέο ρυμοτομικό και ο αναδασμός άρχισαν να εφαρμόζονται αμέσως, με συνέπεια η παλιά πόλη να συνεχίσει να χάνει καθημερινά τον χαρακτήρα της. Τα προβλήματα των πολιτών γίνονταν ολοένα και πιο δύσκολα με συνέπεια ένα μέρος των ιδιοκτησιών να μένουν ακόμη και σήμερα ανενεργά ερείπια.
Οι καταστροφές αυτές φαίνεται ότι προκάλεσαν σημαντικές αντιδράσεις και έτσι το 1965 ό,τι απέμεινε από την παλιά πόλη, χαρακτηρίστηκε από το τότε Υπουργείο Προεδρίας ως «Ιστορικό, διατηρητέο Μνημείο» με Βασιλικό Διάταγμα. Από τη στιγμή που δεν καταργήθηκε ταυτόχρονα το Νέο Ρυμοτομικό Σχέδιο, δημιουργήθηκε μια μόνιμη αντίφαση, που εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα. Από τη μια πλευρά η Αρχαιολογική Υπηρεσία να εφαρμόζει τις αυστηρές διατάξεις του Αρχαιολογικού Νόμου με τη διατήρηση του ιστορικού πολεοδομικού ιστού και από την άλλη η Πολεοδομία να απαιτεί την εφαρμογή του Νέου Ρυμοτομικού Σχεδίου. Το πρόβλημα κάπως ξεπεράστηκε μετά από πίεση που ασκήθηκε, με μια εγκύκλιο του τότε ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία αναγνώριζε την προτεραιότητα του Συνταγματικού Αρχαιολογικού Νόμου, χωρίς όμως το αυτονόητο, δηλαδή να καταργεί και το Νέο Σχέδιο. Το πώς ξεπεράστηκαν οι αντιφάσεις αυτές, οφείλεται στην καλή συνεννόηση ανάμεσα στις δυο τοπικές υπηρεσίες από τη δεκαετία του 1980.
Για να δοθεί μια λύση στα προβλήματα, αποφασίστηκε το 1975!!! από τον Δήμο Χανίων η ανάθεση μιας ειδικής μελέτης σε δυο καταξιωμένους πολεοδόμους, τον Αριστείδη Ρωμανό και τον Αλέξανδρο Καλλιγά (έργο του τελευταίου ήταν η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας). Η Μελέτη πληρώθηκε από τον ΕΟΤ και παραδόθηκε το 1977. Ήταν μια εξαιρετικά προοδευτική ενέργεια, που αν ολοκληρωνόταν, η κατάσταση σήμερα στην παλιά πόλη θα ήταν εντελώς διαφορετική. Όμως, όπως και πολλά άλλα σε αυτόν τον τόπο, παρά το ότι εγκρίθηκε από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, παρά το ότι επαινέθηκε-και επαινείται-από τους πάντες, παρά το ότι πληρώθηκε, παραμένει μέχρι σήμερα ανενεργή στα απύθμενα «συρτάρια» του Δήμου. Το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος, που λύνει όλα σχεδόν τα προβλήματα του Νέου Ρυμοτομικού, της διαχείρισης των χώρων και της αποκατάστασης των κτηρίων, δεν προωθήθηκε για δημοσίευση. Η μελέτη χρησιμοποιείται ωστόσο άτυπα μέχρι σήμερα σαν «μπούσουλας» για τις Υπηρεσίες που εμπλέκονται. Την ίδια εποχή η αντίστοιχη «Μελέτη Μουτσόπουλου» ολοκληρώθηκε και από το 1983 εκδόθηκε ειδικό Προεδρικό Διάταγμα για την παλιά πόλη του Ρεθύμνου.
Τον Ιούνιο του 1995 συγκροτήθηκε η Προγραμματική Σύμβαση για την παλιά πόλη μεταξύ του Δήμου, του ΥΠΠΟ, του ΥΠΕΧΩΔΕ, της Περιφέρειας Κρήτης, της Νομαρχίας Χανίων του ΤΕΕ/ΤΔΚ και άλλων φορέων. Μια Επιστημονική Επιτροπή από αρμόδιους φορείς και εξειδικευμένους επιστήμονες, αποφάσιζε για σημαντικά πράγματα. Ανάλογη Προγραμματική Σύμβαση συγκροτήθηκε και στο Ρέθυμνο και σε άλλους διατηρητέους οικισμούς της χώρας.
Μεταξύ των κύριων στόχων ήταν «η εκπόνηση και εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος, το οποίο θα αποβλέπει στην εξειδικευμένη αντιμετώπιση των θεμάτων της Παλιάς Πόλης και τον ορθό προσανατολισμό της μελλοντικής της εξέλιξης», δηλαδή ένα master plan. Όσο καιρό λειτούργησε, πάρθηκαν σοβαρές αποφάσεις και έγιναν σημαντικά έργα στην παλιά πόλη με τη συνεργασία Δήμου, ΥΠΠΟ και Περιφέρειας Κρήτης. Κανείς τότε δεν «έκανε της κεφαλής του». Μια από τις κύριες δραστηριότητες ήταν η επικαιροποίηση της Μελέτης Ρωμανού-Καλλιγά, δεδομένου ότι αρκετά πράγματα είχαν αλλάξει από το 1977.
Μετά από μια εξαντλητική επανεξέταση των δεδομένων, η διαδικασία ολοκληρώθηκε και το σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος μετά από επεξεργασία, κατατέθηκε για έγκριση από το Δημοτικό Συμβούλιο και παραπέρα προώθησή του για δημοσίευση. Η Προγραμματική Σύμβαση στα Χανιά ωστόσο σταμάτησε να υπάρχει, χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί για την ανανέωση της. Στο Ρέθυμνο εξακολουθεί να υπάρχει.
Από τότε, εδώ και μερικά χρόνια, το σχέδιο του ΠΔ παραμένει στα συρτάρια του Δήμου και κανείς δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για την παραπέρα εξέλιξη της υπόθεσης. Δεν γνωρίζω με ποιο σκεπτικό και ποιες προϋποθέσεις, η παλιά πόλη που ως ειδική περίπτωση είχε εξαιρεθεί από το ΓΠΣ, μπήκε στην ίδια κατηγορία με τις άλλες συνοικίες της πόλης, ποιος την έβαλε, ούτε βλέπω να υπάρχει κάποιο ενδιαφέρον, για να λυθούν τα σοβαρά προβλήματά της, όπως το ρυμοτομικό και ο αναδασμός, καθώς και οι χρήσεις γης και η αποκατάσταση των κτηρίων. Μια ολιγομελής τοπική επιτροπή αντικατέστησε την ειδική Επιστημονική Επιτροπή της Προγραμματικής Σύμβασης και έκανε υποτίθεται κάποιες προτάσεις. Με τον νέο χαρακτηρισμό μάλιστα σε Αρχαιολογικό Χώρο ενός μεγάλου μέρους της ευρύτερης πόλης των Χανίων και την κατάργηση του παλιότερου χαρακτηρισμού της παλιάς πόλης (εδώ είχαμε διατυπώσει σοβαρές αντιρρήσεις) ως οικιστικού συνόλου, εντάσσεται και πάλι σε γενικές διατάξεις. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι από πλευράς των Υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ δεν αντιμετωπίζεται όπως παλιότερα. Ειδικές ρυθμίσεις όμως για ένα οικιστικό σύνολο όπως θα έπρεπε, δεν υπάρχουν. Ας σημειωθεί ότι η έκδοση ειδικών Προεδρικών Διαταγμάτων για περιπτώσεις διατηρητέων οικιστικών συνόλων, προβλεπόταν και από τον παλιό Αρχαιολογικό Νόμο (γι’ αυτό προχωρούσε η διαδικασία της επικαιροποίησης) αλλά και από τον νέο (Νόμος 3028/02, άρθρο 14, παράγραφος 6). Η διαδικασία μάλιστα είναι ανεξάρτητη από το ΓΠΣ, που καρκινοβατεί και αυτό επί χρόνια. Έτσι, θέματα όπως είναι η χρήση των μνημείων, όπως τα πολυσυζητημένα στο Καστέλι, θα μπορούσε να αντιμετωπιστούν άμεσα και χωρίς τον κίνδυνο παρέμβασης της κεντρικής Κυβέρνησης.
Φαίνεται όμως ότι στα Χανιά δεν επιθυμούμε να μπει μια τάξη σύμφωνα με τον Νόμο σε κάποια πράγματα, ίσως για να μπορεί ο καθένας να τα διαχειρίζεται όπως τον βολεύει. Και ενώ μιλούμε για ένταξη στην UNESCO, δεν αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό απαιτεί κάποιες ενέργειες, ένα master plan, που να δικαιολογεί και να ενισχύει την πρόταση. Ακόμη υπάρχει μάλιστα η Επιτροπή για την UNESCO (συνεδρίασε ελάχιστες φορές), αλλά και η εξαιρετική πρόταση που είχε επεξεργαστεί η ομάδα του ΤΕΕ\ΤΔΚ. Μήπως το ΤΕΕ, αλλά και ο Σύλλογος των Κατοίκων της παλιάς πόλης και η Τοπική Κοινότητα Χανίων, αλλά και οι παρατάξεις στο Δημοτικό Συμβούλιο (ιδίως αυτές που είχαν ασχοληθεί στο παρελθόν με το θέμα) θα πρέπει να ενεργοποιηθούν; Για κάποια άλλα θέματα που επίσης εκκρεμούν επί χρόνια, θα επανέλθω.