Kάθε χρόνο την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου καθώς και την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου γίνεται αλλαγή της ώρας από τη “χειμερινή στη θερινή” και από τη “θερινή στη χειμερινή” αντίστοιχα και πολλοί συμπολίτες μας αναρωτιούνται συχνά γιατί γίνεται αυτό. Μάλιστα, μία σχετική δημοσκόπηση που έγινε πριν από μερικά χρόνια στις Η.Π.Α. έδειξε ότι μόνο ένα άτομο στα… 10.000 (!) γνώριζε γιατί γίνεται αυτή η αλλαγή.
H θερινή ώρα (αγγλιστί Daylight Saving Time, DST) είναι η αλλαγή της ώρας που ένα κράτος διαλέγει να υιοθετήσει για ένα χρονικό διάστημα κάθε έτους. Στη χώρα μας, αλλά και στην Ευρώπη, έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια ως θερινή ώρα η μετακίνηση κατά μία ώρα μπροστά των δεικτών του ρολογιού στις 3 π.μ. (1 π.μ., ώρα Γκρίνουιτς) της τελευταίας Κυριακής του Μαρτίου (για φέτος αύριο Κυριακή 29/3), δηλαδή η ώρα να γίνει 4 π.μ. Η επαναφορά της ώρας από το 1998 γίνεται στις 4 π.μ. της τελευταίας Κυριακής του Οκτωβρίου (για φέτος στις 25/10), δηλαδή η ώρα να γίνεται 3 π.μ. Μέχρι το 1997 επιστρέφαμε στη χειμερινή ώρα στο τέλος Σεπτεμβρίου.
Ο κύριος λόγος που καθιερώθηκε η θερινή ώρα είναι για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας. Αν για παράδειγμα ο φωτισμός μίας πλατείας θεωρείται αναγκαίο να διαρκεί μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα, τότε η διάρκεια φωτισμού της με τη χειμερινή ώρα είναι 4 ώρες (από τις 8 π.μ. που σκοτεινιάζει με τη χειμερινή ώρα), ενώ με τη θερινή θα είναι 3 ώρες (από τις 9 μ.μ. που σκοτεινιάζει με τη θερινή ώρα). Ετσι συνολικά κατά τους επτά μήνες της θερινής ώρας εξοικονομούμε 210 ώρες ηλεκτρικής ενέργειας μόνο για μια πλατεία. Κάτι ανάλογο βέβαια γίνεται και στα σπίτια γι’ αυτούς π.χ. που κοιμούνται στις 10 μ.μ. ή στις 12 π.μ., στα νυκτερινά σχολεία κ.ά. Η καθιέρωση της θερινής ώρας έχει ως αποτέλεσμα να ξυπνούμε μια ώρα νωρίτερα και οι εργασίες να αρχίζουν μία ώρα νωρίτερα, εκμεταλλευόμενοι έτσι περισσότερες ώρες το ηλιακό φως. Αν για παράδειγμα ένα μαθητής με τη χειμερινή ώρα ξυπνά στις 7:30 π.μ. για να πάει στο σχολείο, με τη θερινή ώρα θα ξυπνά πάλι στις 7:30 π.μ. αλλά ένα υποθετικό ρολόι με τη χειμερινή ώρα θα δείχνει 6:30 π.μ. άρα ξυπνά τώρα πιο πρωί σε σχέση με πριν.
Αντί της θερινής ώρας θα μπορούσαμε να ξυπνούσαμε μία ώρα νωρίτερα τη θερινή περίοδο για να εκμεταλλευόμαστε περισσότερο το ηλιακό φως ή ακόμη και για γίνονται κάποιες εργασίες πιο πρωί, μακριά από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο. Αυτό όμως θα προκαλούσε αντιδράσεις: Οπως για παράδειγμα αν τα σχολεία άρχιζαν το μάθημα στις 7:30 π.μ. αντί τις 8:30 π.μ. (με την χειμερινή ώρα), από τον Απρίλιο και μετά. Ουσιαστικά όμως πάλι στις 7:30 π.μ. (με τη χειμερινή ώρα) αρχίζουν τα σχολεία, αλλά τα ρολόγια δείχνουν… 8:30π.μ. και έτσι περνά “απαρατήρητο” το πιο πρωινό ξύπνημα.
Ετσι επιλέχθηκε τελικά το σύστημα της φαινομενικής μετακίνησης της ώρας δηλαδή η λεγόμενη “θερινή ώρα”.
Η πρώτη αναφορά που υπάρχει για χρησιμοποίηση της θερινής ώρας ήταν από τον Βενιαμίν Φραγκλίνο (Benjamin Franklin, 1706 – 1790) σε ένα γράμμα του που δημοσιεύθηκε σε μία γαλλική εφημερίδα. Σε αυτό το γράμμα δεν υπάρχει αναφορά για αλλαγή της ώρας, αλλά πρόταση να ξυπνούν οι άνθρωποι μία ώρα νωρίτερα!
Η πρώτη φορά που προτάθηκε το ζήτημα σοβαρά ήταν από τον Γουίλιαμ Γουίλετ (William Willett) στο άρθρο του “Waste of Daylight” που δημοσιοποιήθηκε το 1907, αλλά τελικά δεν κατάφερε να πείσει τη Βρετανική κυβέρνηση.
Η πρώτη φορά που εφαρμόστηκε η ιδέα της θερινής ώρας ήταν από τη Γερμανική κυβέρνηση κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, από τις 30 Απριλίου ως 1η Οκτωβρίου του 1916. Λίγο μετά το Ηνωμένο Βασίλειο εφάρμοσε τη θερινή ώρα από 21 Μαΐου ως 1η Οκτωβρίου 1916. Αργότερα, στις 19 Μαρτίου του 1918, το Αμερικανικό Κογκρέσο καθιέρωσε την τυπική χρήση των χρονικών ζωνών και επισημοποίησε την αλλαγή της θερινής ώρας σε όλο τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το μέτρο αυτό όμως καταργήθηκε αμέσως, λόγω της δυσαρέσκειας του κόσμου.
Αργότερα, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ορισμένες χώρες κυρίως της Κεντρικής Ευρώπης αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες “προχώρησαν” τα ρολόγια τους κατά μία ώρα μπροστά καθ’όλη τη διάρκεια του έτους (από τις 9 Φεβρουαρίου του 1942 ως τις 30 Σεπτεμβρίου του 1945), ενώ στη Βρετανία δύο ώρες μπροστά κατά τους θερινούς μήνες και μία ώρα τους χειμερινούς μήνες. Οι αλλαγές αυτές στους λεπτοδείκτες δεν ήταν ποτέ σταθερές ή συγκεκριμένες για κάθε χώρα, αλλά αναπροσαρμόζονταν ανάλογα για όσο καιρό υπήρχε πρόβλημα.
Η εφαρμογή της θερινής ώρας με τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα, μία ώρα μπροστά από τη χειμερινή ώρα, καθιερώθηκε το 1966 στις Η.Π.Α. Ξεκίνησε να ισχύει σε λίγες πολιτείες αρχικά και από το 1986 κατοχυρώθηκε με νόμο σε ολόκληρη τη χώρα. Ακολούθησαν ανάλογες ρυθμίσεις και για τις χώρες της Ευρώπης.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τα οξυμένα ενεργειακά προβλήματα που αντιμετώπιζε η χώρα μας οδήγησαν την πολιτεία στη λήψη έκτακτων μέτρων για την εξοικονόμηση ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτών των μέτρων που αποφασίστηκαν ήταν και η εφαρμογή της “θερινής” ώρας για τη χρονική περίοδο Μαρτίου – Σεπτεμβρίου (ενώ από το 1997 με απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης η θερινή ώρα ισχύει ως και το τέλος Οκτωβρίου).
Δύο χρόνια μετά την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στην Ευρώπη το 1974 αποφασίστηκε η υιοθέτηση του μέτρου της θερινής ώρας από μεγάλο μέρος των κρατών της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Η θερινή ώρα επειδή θεωρείται εμπορική δεν λαμβάνεται υπόψη στις αστρονομικές παρατηρήσεις, όπου όλες αναφέρονται στην παγκόσμια ώρα UTC (ή GMT, διεθνής αστρονομικός χρόνος), όμως η θερινή ώρα, για τα κράτη που την ακολουθούν, περιλαμβάνεται στα ναυτικά αλμανάκ.
Στην Ευρωπαϊκή Ενωση η πλήρης εναρμόνιση του χρονοδιαγράμματος της περιόδου της θερινής ώρας επιτεύχθηκε τελικά με την έκδοση της έβδομης οδηγίας 94/21/ΕΚ της 30ής Μαΐου 1994, η οποία προέβλεπε από το 1996 κοινή ημερομηνία έναρξης και λήξης της περιόδου θερινής ώρας σε όλα τα κράτη – μέλη χωρίς εξαιρέσεις. Τέλος, η όγδοη οδηγία 97/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1997 ανανέωσε για μία τετραετία (από το 1998 έως και το 2001) τις διατάξεις της έβδομης οδηγίας, σύμφωνα με τις οποίες η περίοδος της θερινής ώρας αρχίζει την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου και λήγει την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς εξαιρέσεις.
Επιπτωσεις της Θερινης ωρας
Οπως αναφέραμε η θερινή ώρα καθιερώθηκε με σκοπό την μείωση της ηλεκτρικής ενέργειας. Ομως οι περισσότερες σχετικές έρευνες καταλήγουν ότι η μείωση αυτή είναι πολύ χαμηλή της τάξεως από 0 έως 0,5%, σε ορισμένες τουλάχιστον χώρες.
Εκτός από την όποια αυτή μείωση της ενέργειας, η θερινή ώρα συμβάλλει ώστε οι κάθε είδους εργασίες, προπάντων οι χειρονακτικές, να αρχίζουν πιο πρωί, και έτσι να μειώνεται σε κάποιο βαθμό η έκθεση στον βασανιστικό καλοκαιριάτικο ήλιο και καύσωνα. Ας θυμηθούμε εδώ τους γονείς ή παππούδες μας που ξυπνούσαν πολύ πρωί, σχεδόν νύχτα, κατά την περίοδο του θερισμού.
Παρά ταύτα, διάφορες έρευνες έγιναν κατά καιρούς σε πολλές χώρες για να διαπιστωθούν τυχόν παρενέργειες σε διάφορους τομείς της κοινωνικής ζωής και του περιβάλλοντος. Οι περισσότερες διαπιστώνουν θετικές επιδράσεις στην κοινωνική ζωή, ενώ ελάχιστοι παραπονούνται, γιατί ξυπνούν νωρίς, ιδίως σε ορισμένες χώρες που δεν έχει ξημερώσει ακόμη (π.χ. στη Σκωτία).
Οσον αφορά το περιβάλλον, σε ορισμένες μελέτες έγινε απόπειρα να συσχετιστεί η θερινή ώρα με τη δημιουργία του όζοντος, μία δε από αυτές, η πιο εξειδικευμένη, που εκπονήθηκε για τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από την SGS/ECOCARE το 1991, έχει ως αντικείμενο την επίδραση της θερινής ώρας στον σχηματισμό φωτοοξειδωτικών όπως είναι το όζον και το υπερ-οξυ-νιτρικο-ακετύλιο (PAN), μεταξύ άλλων. Η ECOCARE κατέληξε τελικά ότι η ώρα δεν έχει κανένα σημαντικό αντίκτυπο στον σχηματισμό του όζοντος τουλάχιστον σε ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης.
Αντίθετα, εργασίες που πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία και την Ελλάδα καταλήγουν σε ευνοϊκά για τη θερινή ώρα συμπεράσματα. Πράγματι, σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Περιβάλλοντος της Γερμανίας, οι μετακινήσεις που πραγματοποιούνται το βράδυ δεν συμβάλλουν στο σχηματισμό του όζοντος, (ενός βλαβερού αερίου για το περιβάλλον που ζούμε αν και χρήσιμο στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας), διότι η ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας είναι πιο χαμηλή. Εξάλλου, η ρύπανση που προκαλείται από τα αυτοκίνητα έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται η συγκέντρωση του όζοντος, διότι τα μόρια του όζοντος συνδέονται με τις εκπομπές των αυτοκινήτων. Επίσης υπογραμμίζεται επιπλέον το γεγονός ότι οι εκπομπές των αυτοκινήτων στην πρωινή κυκλοφορία έχουν μία ώρα επιπλέον για να διασπαρθούν πριν ο ήλιος φθάσει στο υψηλότερο σημείο του.
Πάντως από διάφορες εργασίες προκύπτει ότι οι μηχανισμοί που αποτελούν το αίτιο των αποτελεσμάτων της ρύπανσης δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητοί. Συνεπώς, στο σημερινό στάδιο της έρευνας και των γνώσεων φαίνεται πολύ δύσκολο, ή ακόμη και αδύνατο, να εξαχθούν έγκυρα και καθολικά συμπεράσματα σχετικά με τις άμεσες επιπτώσεις της θερινής ώρας στο περιβάλλον.
Από τις χώρες του Νότου της Ε.Ε., στην Ελλάδα, που δεν υπάρχει μελέτη για το θέμα αυτό με συγκεκριμένα στοιχεία, έχουμε ορισμένα ενδιαφέροντα σχόλια για τις επιπτώσεις της θερινής ώρας ως προς την αναψυχή και τον τουρισμό. Σε επιστολή του στο Υπουργείο Ανάπτυξης το 1997, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Πειραιά ανέφερε τις αιτίες για τις οποίες δεν πρέπει να καταργηθεί η θερινή ώρα: Η μείωση των φωτεινών ωρών της ημέρας θα είχε ως επίπτωση να μειωθούν οι δυνατότητες επισκέψεων και επομένως να περιοριστούν οι μετακινήσεις των τουριστών, να δημιουργηθούν προβλήματα συντονισμού στην άφιξη των μισθωμένων πτήσεων (charters) από την Ευρώπη, ιδίως στα μικρά αεροδρόμια των ελληνικών νήσων και να αυξηθεί έτσι το πρόσθετο κόστος, τέλος να περιοριστούν οι ώρες εργασίας των καταστημάτων, των μουσείων και των αρχαιολογικών τόπων.
Τα ίδια επιχειρήματα επαναλαμβάνονται σε επιστολή υπέρ της διατήρησης της θερινής ώρας που απηύθυνε η Ενωση Πλοιοκτητών Επιβατικών Πλοίων προς το ελληνικό Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας το 1997.
Εκτός όμως από τις απόψεις αυτές των φορέων, κοινή είναι η εκτίμηση όλων μας ότι η εισαγωγή της θερινής ώρας μόνο θετικά αποτελέσματα έχει στην κοινωνική ζωή της χώρας μας.
* καθηγητής Μαθηματικών, τ. Σ.Σ.Μ.
dimitrmp@sch.gr